a.readmore { /* CSS properties go here */ }
Καλώς ορίσατε στην μάχη της Αναζήτησης.

Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011



Μπολιβάρ Σιμόν ή  Σιμόν Χοσέ Αντόνιο δε λα Σαντίσιμα Τρινιδάδ Μπολίβαρ υ Παλάσιος (Simon Jose Antonio de la Santisima Trinidad Bolivar y Palacios, Καράκας Βενεζουέλας, 24 Ιουλίου 1783 – Σάντα Μάρθα Κολομβίας 17 Δεκεμβρίου 1830). 
Μεγάλος επαναστάτης της κεντρικής και νοτίου Αμερικής, πρόεδρος 6 κρατών, γνωστός με το προσωνύμιο «Ο Απελευθερωτής» («El Libertador»), ο οποίος στις αρχές του 19ου αιώνα ηγήθηκε των αγώνων για ελευθερία και ανεξαρτησία των χωρών που σήμερα περιλαμβάνονται στην επικράτεια των σημερινών κρατών της Βενεζουέλας, της Κολομβίας, του Εκουαδόρ, του Περού, του Παναμά και της Βολιβίας. 
Με οικογενειακή καταγωγή από το ομώνυμο βασκικό χωριό (Bolibar), ο Μπολιβάρ γεννήθηκε σε μία αριστοκρατική οικογένεια της Βενεζουέλας, οι πρόγονοι της οποίας είχαν έλθει στην αμερικανική ήπειρο τον 16ο αιώνα και τον επόμενο αιώνα απέκτησαν πλούτο από την εκμετάλλευση μεταλλείων χρυσού και χαλκού στον ποταμό Αρόα. Έμεινε ορφανός και από τους δύο γονείς του όταν ήταν ακόμα βρέφος και την κηδεμονία του ανέλαβε ένας θείος του, που έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα και αγάπη προς τον μικρό Σιμόν, που από πολύ μικρός απέκτησε εξαιρετική καλλιέργεια και στα χέρια εξαιρετικών παιδαγωγών, όπως ο Σιμόν Καρένιο Ροντρίγκες, ήλθε σε επαφή με ό,τι καλύτερο κυκλοφορούσε εκείνη την εποχή στον χώρο των ευρωπαϊκών ιδεών, κυρίως δε με τα έργα των διαφωτιστών.    
Αμέσως με την ενηλικίωσή του, βρέθηκε να κατέχει και να μπορεί να διαχειρίζεται μία τεράστια περιουσία. Σε ηλικία μόλις 16 ετών έκανε το πρώτο του ταξίδι στην Ευρώπη, με κύριο σκοπό να συμπληρώσει την ήδη υψηλή μόρφωσή του. Σε ηλικία μόλις 19 μόλις ετών, νυμφεύθηκε το 1802 στην Ισπανία την όμορφη αριστοκράτισσα Μαρία Τερέζα Ροδρίγκες ντελ Τόρο υ Αλάϊσα, η οποία όμως πέθανε μετά από μερικούς μήνες από κίτρινο πυρετό, αμέσως μετά την επιστροφή του ζεύγους στο Καράκας. Η Μαρία Τερέζα έμεινε στην Ιστορία ως η μοναδική σύζυγός του, αφού εκείνος δεν νυμφεύθηκε ποτέ ξανά.  
Ταξιδεύοντας ξανά στην Ευρώπη το 1804, αλλά και στη Βόρειο Αμερική, ήλθε σε επαφή με τις ιδέες τόσο της Γαλλικής Επανάστασης όσο και του ένοπλου αγώνα για ανεξαρτησία. Σε μία επίσκεψή του στην Ρώμη, ο νεαρός Μπολιβάρ ορκίστηκε κρυφά επάνω στον «Ιερό Λόφο» («Monte Sacro») να ελευθερώσει την πατρίδα του από τον ζυγό των Ισπανών. Όταν λοιπόν επέστρεψε στην πατρίδα του το έτος 1807 σε ηλικία μόλις 24 ετών, προσχώρησε σε μία μυστική στρατιωτική ομάδα του Καράκας, η οποία το 1810 στασίασε κατά των Ισπανών και έναν χρόνο αργότερα (5 Ιουλίου 1811) κήρυξε την ανεξαρτησία της Βενεζουέλας και την «Πρώτη Δημοκρατία» της χώρας. Τον Ιούλιο του 1812 όμως, ο ηγέτης της στρατιωτικής ομάδας Φρανσίσκο ντε Μιράντα (Sebastian Francisco de Miranda y Rodriguez, 1750 – 1816, ιδεαλιστής με εναργό συμμετοχή στην Γαλλική Επανάσταση) παραδόθηκε στους Ισπανούς και στάλθηκε σε ένα κάτεργο της Ισπανίας, ενώ ο Μπολιβάρ υποχρεώθηκε να καταφύγει στην Καρθαγένη της Κολομβίας, όπου και συνέταξε το περίφημο «Μανιφέστο της Καρθαγένης», στο οποίο αφού πρώτα ανέλυε τα αίτια της ήττας της «Πρώτης Δημοκρατίας της Βενεζουέλας» καλούσε τους επαναστάτες να συσπειρωθούν ξανά ενάντια στους Ισπανούς. 
Το 1813, ξοδεύοντας μεγάλο τμήμα της ιδιωτικής περιουσίας του για τον εξοπλισμό του στρατού του, άρχισε συνεχείς πολέμους κατά των Ισπανών, αποτέλεσμα των οποίων ήταν η σταδιακή απελευθέρωση της πατρίδας του και η προσάρτηση όλων των εδαφών που σήμερα αποτελούν την επικράτεια του κράτους της Κολομβίας. Στην Βενεζουέλα εισέβαλε με τον απελευθερωτικό του στρατό στις 14 Μαϊου 1813, εναρκτήρια ημέρα αυτού που έμεινε στην Ιστορία με το όνομα «Θαυμαστή Εκστρατεία» («Campana Admirable»). Μετά από 9 ημέρες (στις 23 Μαϊου 1813) εισήλθε νικητής στην πόλη Μέριντα, οι κάτοικοι της οποίας τον ανακήρυξαν «Απελευθερωτή», ενώ στις 9 Ιουνίου παραδόθηκε το Τρουχίγιο. 
Στις 15 Ιουνίου 1813 δημοσίευσε την «Απόφαση για πόλεμο μέχρις εσχάτων» («Decreto de Guerra a Muerte») και στις 6 Αυγούστου κατέλαβε την πρωτεύουσα Καράκας, ανακηρύσσοντας την «Δεύτερη Δημοκρατία της Βενεζουέλας». Η τελευταία καταλύθηκε όμως την αμέσως επόμενη χρονιά από τον Χοσέ Τομάς Μπόβες και ο Μπολιβάρ για μία ακόμη φορά υποχρεώθηκε σε φυγή, βρίσκοντας καταφύγιο στην Νέα Γρανάδα και τελικά, παρ’ όλο που κατέλαβε το 1814 για λίγο την Μπογκοτά, στην Τζαμάϊκα. 
Το 1816 ο Μπολιβάρ έκανε στρατιωτική απόβαση στην Βενεζουέλα με βοήθεια από την Αϊτή και κατέλαβε την Ανγκοστούρα (Angostra, που σήμερα ονομάζεται «Ciudad Bolivar», «Πόλη του Μπολιβάρ»), την άνοιξη του 1819 αιφνιδίασε τους Ισπανούς έχοντας οδηγήσει 2.500 άνδρες του πάνω από χιονισμένες δύσβατες περιοχές και απελευθέρωσε την Νέα Γρανάδα και στις 7 Σεπτεμβρίου 1821, έχοντας ήδη συντρίψει στις 24 Ιουνίου τον ισπανικό στρατό στο Καραμπόμπο (Carabobo) της Βενεζουέλας, ίδρυσε την ομοσπονδία της «Μεγάλης Κολομβίας», μία δημοκρατική ένωση της Βενεζουέλας, της Κολομβίας, του Παναμά και του Εκουαδόρ, της οποίας έγινε πρώτος πρόεδρος με αντιπρόεδρο τον Φρανσίσκο ντε Πάουλα Σαντάντερ. 
Το καλοκαίρι του 1822 ανέλαβε να συνεχίσει το έργο της απελευθέρωσης του Περού, την οποία είχε μερικά υλοποιήσει ο αργεντίνος στρατηγός Χοσέ ντε Σαν Μαρτίν, ενώ στο Quito γνώρισε και ερωτεύτηκε την όμορφη επαναστάτρια Μανουέλα Σάενζ (Dona Manuela Saenz de Thorne, 1797 – 1856), η οποία είχε μόλις εγκαταλείψει τον πλούσιο Άγγλο σύζυγό της και έκτοτε, μέχρι τον θάνατο του Μπολιβάρ, θα του αφιερώσει όλη την ύπαρξή της. Στις 10 Φεβρουαρίου 1824 ανακηρύχθηκε από την περουβιανή εθνοσυνέλευση «δικτάτορας του Περού» (θα θητεύσει στην θέση έως τον Ιανουάριο 1826). Στις 6 Αυγούστου νίκησε μαζί με τον Αντόνιο Χοσέ ντε Σούκρε τους Ισπανούς στην μάχη του Χουνίν και μέχρι το τέλος του 1824 είχε απελευθερώσει όλη την χώρα. Στις 6 Αυγούστου 1825 η εθνοσυνέλευση Άνω Περού ονόμασε προς τιμήν του Μπολιβάρ την επικράτειά της «Βολιβία» («Bolivia») και του πρόσφερε το προεδρικό αξίωμα, στο οποίο θήτευσε κατά το διάστημα 1825 – 1826. Το σύνταγμα της νέας χώρας αντανακλούσε την πολιτική σκέψη του, η οποία με την σειρά της αντανακλούσε τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό και τους Έλληνες και Ρωμαίους κλασικούς συγγραφείς. 
Το 1826 πολλές περιοχές έπεσαν σε αναρχία, ενώ μία ετερόκλητη αντιπολίτευση επιτίθετο συστηματικά ενάντια στο έργο και το πρόσωπό του, υποχρεώνοντάς τον, όμοια με τον Γάλλο επαναστάτη Μαξιμιλιανό Ροβεσπιέρο, να αυταρχικοποιήσει την εξουσία του. Τον Απρίλιο του 1828 ο Μπολίβαρ συγκάλεσε συνταγματική συνέλευση στην Οκάνια της Κολομβίας στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα πιο συγκεντρωτικό μοντέλο κυβέρνησης. Στην συνέλευση πρότεινε ένα σύνταγμα που ο ίδιος είχε συντάξει και προέβλεπε την ισόβια προεδρία του με δυνατότητα ορισμού του διαδόχου του, πράγμα που εξόργισε ακόμα περισσότερο τους πολιτικούς αντιπάλους του. Καθώς οι περισσότεροι αντιπρόσωποι εγκατέλειψαν την συνέλευση, ο Μπολιβάρ απάντησε με αυτοανακήρυξή του σε δικτάτορα στις 27 Αυγούστου 1828, ως προσωρινό μέτρο μέχρι την αποκατάσταση της κυριαρχίας του ώστε να διασώσει την εύθραυστη Δημοκρατία που είχε ιδρύσει. Διαμοίρασε γη στους στρατιώτες του απελευθερωτικού στρατού και κατήργησε την δουλεία, αποκτώντας έτσι την αγάπη του απλού λαού, όχι όμως και των πολιτικών και υψηλόβαθμων αξιωματικών, που δεν μπορούσαν να ανεχθούν την ισοβιότητά του. 
Αποτέλεσμα της πολιτικής του επιλογής να δικτατορεύσει ήταν το να γιγαντωθεί το μίσος των πολιτικών του εχθρών, με αποτέλεσμα στις 25 Σεπτεμβρίου 1828 να δεχθεί δολοφονική απόπειρα κατά της ζωής του (τον έσωσε η ερωμένη του Μανουέλα Σάενς, που έκτοτε ο λαός θα την αποκαλεί «Απελευθερώτρια του Απελευθερωτή», «Libertadora del Libertador»). Παρά την αποτυχία των επίδοξων δολοφόνων του, οι εναντίον του αντιδράσεις συνεχίστηκαν και κατά το διάστημα 1828 – 1830 μεθοδεύτηκαν και ξέσπασαν εξεγέρσεις στη Νέα Γρανάδα, τη Βενεζουέλα και το Εκουαδόρ. Παρ’ όλες τις προσπάθειές του, τελικά δεν μπόρσε να αποφύγει την απόσχιση του Περού και της Κολομβίας. 
Πεπεισμένος πλέον ότι ήταν ανθρωπίνως αδύνατον να διατηρήσει ενωμένα τα εδάφη που είχε απελευθερώσει και ανεξαρτικοποιήσει, ο απογοητευμένος Μπολιβάρ υπέβαλε στις 27 Απριλίου 1830 την παραίτησή του, ονειρευόμενος πλέον μία ήρεμη ιδιωτική ζωή στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στην Γαλλία, όπου είχε ήδη στείλει πολλά κιβώτια με προσωπικά αντικείμενα, βιβλία και χειρόγραφά του). Το όνειρό του όμως δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, καθώς εκδήλωσε φυματίωση, από την οποία πέθανε τελικά στις 17 Δεκεμβρίου 1830 στην Σάντα Μάρθα της Κολομβίας. 
Λίγο πριν πεθάνει, ζήτησε από τον προσωπικό του φίλο και βοηθό στρατηγό Ντανιέλ Φλορένσιο Ο' Λήρυ να κάψει το εκτενές αρχείο του, πράγμα που ευτυχώς δεν έγινε με αποτέλεσμα να διασωθούν σχεδόν όλα τα κείμενα, οι επιστολές και οι ομιλίες του μεγάλου αυτού επαναστάτη. Το 1842 τα λείψανά του μεταφέρθηκαν στο Καράκας και τοποθετήθηκαν μέσα σε μνημείο.

http://www.rassias.gr/7A.html
Βιβλία σχετικά με τον Μπολιβάρ: 
Boyd Bill, «Bolivar, Liberator of a continent», Sterling, Virginia, 1999 
Lynch John, «Simon Bolivar. A Life», New Haven, CT, 2006 
Mijares Augusto, «El Libertador», Caracas, 1987 
Bastardo Salcedo – Luis Jose, «Bolivar: un continente y un destino», Caracas, 1972 
Gonzalez Alfonso Rumazo, «Manuela Saenz - La Libertadora del Libertador», Quito, 1984  
ΩΡΑΙΟΣ ΩΣ ΕΛΛΗΝ !!!



Μπολιβάρ Σιμόν ή  Σιμόν Χοσέ Αντόνιο δε λα Σαντίσιμα Τρινιδάδ Μπολίβαρ υ Παλάσιος (Simon Jose Antonio de la Santisima Trinidad Bolivar y Palacios, Καράκας Βενεζουέλας, 24 Ιουλίου 1783 – Σάντα Μάρθα Κολομβίας 17 Δεκεμβρίου 1830). 
Μεγάλος επαναστάτης της κεντρικής και νοτίου Αμερικής, πρόεδρος 6 κρατών, γνωστός με το προσωνύμιο «Ο Απελευθερωτής» («El Libertador»), ο οποίος στις αρχές του 19ου αιώνα ηγήθηκε των αγώνων για ελευθερία και ανεξαρτησία των χωρών που σήμερα περιλαμβάνονται στην επικράτεια των σημερινών κρατών της Βενεζουέλας, της Κολομβίας, του Εκουαδόρ, του Περού, του Παναμά και της Βολιβίας. 
Με οικογενειακή καταγωγή από το ομώνυμο βασκικό χωριό (Bolibar), ο Μπολιβάρ γεννήθηκε σε μία αριστοκρατική οικογένεια της Βενεζουέλας, οι πρόγονοι της οποίας είχαν έλθει στην αμερικανική ήπειρο τον 16ο αιώνα και τον επόμενο αιώνα απέκτησαν πλούτο από την εκμετάλλευση μεταλλείων χρυσού και χαλκού στον ποταμό Αρόα. Έμεινε ορφανός και από τους δύο γονείς του όταν ήταν ακόμα βρέφος και την κηδεμονία του ανέλαβε ένας θείος του, που έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα και αγάπη προς τον μικρό Σιμόν, που από πολύ μικρός απέκτησε εξαιρετική καλλιέργεια και στα χέρια εξαιρετικών παιδαγωγών, όπως ο Σιμόν Καρένιο Ροντρίγκες, ήλθε σε επαφή με ό,τι καλύτερο κυκλοφορούσε εκείνη την εποχή στον χώρο των ευρωπαϊκών ιδεών, κυρίως δε με τα έργα των διαφωτιστών.    
Αμέσως με την ενηλικίωσή του, βρέθηκε να κατέχει και να μπορεί να διαχειρίζεται μία τεράστια περιουσία. Σε ηλικία μόλις 16 ετών έκανε το πρώτο του ταξίδι στην Ευρώπη, με κύριο σκοπό να συμπληρώσει την ήδη υψηλή μόρφωσή του. Σε ηλικία μόλις 19 μόλις ετών, νυμφεύθηκε το 1802 στην Ισπανία την όμορφη αριστοκράτισσα Μαρία Τερέζα Ροδρίγκες ντελ Τόρο υ Αλάϊσα, η οποία όμως πέθανε μετά από μερικούς μήνες από κίτρινο πυρετό, αμέσως μετά την επιστροφή του ζεύγους στο Καράκας. Η Μαρία Τερέζα έμεινε στην Ιστορία ως η μοναδική σύζυγός του, αφού εκείνος δεν νυμφεύθηκε ποτέ ξανά.  
Ταξιδεύοντας ξανά στην Ευρώπη το 1804, αλλά και στη Βόρειο Αμερική, ήλθε σε επαφή με τις ιδέες τόσο της Γαλλικής Επανάστασης όσο και του ένοπλου αγώνα για ανεξαρτησία. Σε μία επίσκεψή του στην Ρώμη, ο νεαρός Μπολιβάρ ορκίστηκε κρυφά επάνω στον «Ιερό Λόφο» («Monte Sacro») να ελευθερώσει την πατρίδα του από τον ζυγό των Ισπανών. Όταν λοιπόν επέστρεψε στην πατρίδα του το έτος 1807 σε ηλικία μόλις 24 ετών, προσχώρησε σε μία μυστική στρατιωτική ομάδα του Καράκας, η οποία το 1810 στασίασε κατά των Ισπανών και έναν χρόνο αργότερα (5 Ιουλίου 1811) κήρυξε την ανεξαρτησία της Βενεζουέλας και την «Πρώτη Δημοκρατία» της χώρας. Τον Ιούλιο του 1812 όμως, ο ηγέτης της στρατιωτικής ομάδας Φρανσίσκο ντε Μιράντα (Sebastian Francisco de Miranda y Rodriguez, 1750 – 1816, ιδεαλιστής με εναργό συμμετοχή στην Γαλλική Επανάσταση) παραδόθηκε στους Ισπανούς και στάλθηκε σε ένα κάτεργο της Ισπανίας, ενώ ο Μπολιβάρ υποχρεώθηκε να καταφύγει στην Καρθαγένη της Κολομβίας, όπου και συνέταξε το περίφημο «Μανιφέστο της Καρθαγένης», στο οποίο αφού πρώτα ανέλυε τα αίτια της ήττας της «Πρώτης Δημοκρατίας της Βενεζουέλας» καλούσε τους επαναστάτες να συσπειρωθούν ξανά ενάντια στους Ισπανούς. 
Το 1813, ξοδεύοντας μεγάλο τμήμα της ιδιωτικής περιουσίας του για τον εξοπλισμό του στρατού του, άρχισε συνεχείς πολέμους κατά των Ισπανών, αποτέλεσμα των οποίων ήταν η σταδιακή απελευθέρωση της πατρίδας του και η προσάρτηση όλων των εδαφών που σήμερα αποτελούν την επικράτεια του κράτους της Κολομβίας. Στην Βενεζουέλα εισέβαλε με τον απελευθερωτικό του στρατό στις 14 Μαϊου 1813, εναρκτήρια ημέρα αυτού που έμεινε στην Ιστορία με το όνομα «Θαυμαστή Εκστρατεία» («Campana Admirable»). Μετά από 9 ημέρες (στις 23 Μαϊου 1813) εισήλθε νικητής στην πόλη Μέριντα, οι κάτοικοι της οποίας τον ανακήρυξαν «Απελευθερωτή», ενώ στις 9 Ιουνίου παραδόθηκε το Τρουχίγιο. 
Στις 15 Ιουνίου 1813 δημοσίευσε την «Απόφαση για πόλεμο μέχρις εσχάτων» («Decreto de Guerra a Muerte») και στις 6 Αυγούστου κατέλαβε την πρωτεύουσα Καράκας, ανακηρύσσοντας την «Δεύτερη Δημοκρατία της Βενεζουέλας». Η τελευταία καταλύθηκε όμως την αμέσως επόμενη χρονιά από τον Χοσέ Τομάς Μπόβες και ο Μπολιβάρ για μία ακόμη φορά υποχρεώθηκε σε φυγή, βρίσκοντας καταφύγιο στην Νέα Γρανάδα και τελικά, παρ’ όλο που κατέλαβε το 1814 για λίγο την Μπογκοτά, στην Τζαμάϊκα. 
Το 1816 ο Μπολιβάρ έκανε στρατιωτική απόβαση στην Βενεζουέλα με βοήθεια από την Αϊτή και κατέλαβε την Ανγκοστούρα (Angostra, που σήμερα ονομάζεται «Ciudad Bolivar», «Πόλη του Μπολιβάρ»), την άνοιξη του 1819 αιφνιδίασε τους Ισπανούς έχοντας οδηγήσει 2.500 άνδρες του πάνω από χιονισμένες δύσβατες περιοχές και απελευθέρωσε την Νέα Γρανάδα και στις 7 Σεπτεμβρίου 1821, έχοντας ήδη συντρίψει στις 24 Ιουνίου τον ισπανικό στρατό στο Καραμπόμπο (Carabobo) της Βενεζουέλας, ίδρυσε την ομοσπονδία της «Μεγάλης Κολομβίας», μία δημοκρατική ένωση της Βενεζουέλας, της Κολομβίας, του Παναμά και του Εκουαδόρ, της οποίας έγινε πρώτος πρόεδρος με αντιπρόεδρο τον Φρανσίσκο ντε Πάουλα Σαντάντερ. 
Το καλοκαίρι του 1822 ανέλαβε να συνεχίσει το έργο της απελευθέρωσης του Περού, την οποία είχε μερικά υλοποιήσει ο αργεντίνος στρατηγός Χοσέ ντε Σαν Μαρτίν, ενώ στο Quito γνώρισε και ερωτεύτηκε την όμορφη επαναστάτρια Μανουέλα Σάενζ (Dona Manuela Saenz de Thorne, 1797 – 1856), η οποία είχε μόλις εγκαταλείψει τον πλούσιο Άγγλο σύζυγό της και έκτοτε, μέχρι τον θάνατο του Μπολιβάρ, θα του αφιερώσει όλη την ύπαρξή της. Στις 10 Φεβρουαρίου 1824 ανακηρύχθηκε από την περουβιανή εθνοσυνέλευση «δικτάτορας του Περού» (θα θητεύσει στην θέση έως τον Ιανουάριο 1826). Στις 6 Αυγούστου νίκησε μαζί με τον Αντόνιο Χοσέ ντε Σούκρε τους Ισπανούς στην μάχη του Χουνίν και μέχρι το τέλος του 1824 είχε απελευθερώσει όλη την χώρα. Στις 6 Αυγούστου 1825 η εθνοσυνέλευση Άνω Περού ονόμασε προς τιμήν του Μπολιβάρ την επικράτειά της «Βολιβία» («Bolivia») και του πρόσφερε το προεδρικό αξίωμα, στο οποίο θήτευσε κατά το διάστημα 1825 – 1826. Το σύνταγμα της νέας χώρας αντανακλούσε την πολιτική σκέψη του, η οποία με την σειρά της αντανακλούσε τον ευρωπαϊκό Διαφωτισμό και τους Έλληνες και Ρωμαίους κλασικούς συγγραφείς. 
Το 1826 πολλές περιοχές έπεσαν σε αναρχία, ενώ μία ετερόκλητη αντιπολίτευση επιτίθετο συστηματικά ενάντια στο έργο και το πρόσωπό του, υποχρεώνοντάς τον, όμοια με τον Γάλλο επαναστάτη Μαξιμιλιανό Ροβεσπιέρο, να αυταρχικοποιήσει την εξουσία του. Τον Απρίλιο του 1828 ο Μπολίβαρ συγκάλεσε συνταγματική συνέλευση στην Οκάνια της Κολομβίας στην προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα πιο συγκεντρωτικό μοντέλο κυβέρνησης. Στην συνέλευση πρότεινε ένα σύνταγμα που ο ίδιος είχε συντάξει και προέβλεπε την ισόβια προεδρία του με δυνατότητα ορισμού του διαδόχου του, πράγμα που εξόργισε ακόμα περισσότερο τους πολιτικούς αντιπάλους του. Καθώς οι περισσότεροι αντιπρόσωποι εγκατέλειψαν την συνέλευση, ο Μπολιβάρ απάντησε με αυτοανακήρυξή του σε δικτάτορα στις 27 Αυγούστου 1828, ως προσωρινό μέτρο μέχρι την αποκατάσταση της κυριαρχίας του ώστε να διασώσει την εύθραυστη Δημοκρατία που είχε ιδρύσει. Διαμοίρασε γη στους στρατιώτες του απελευθερωτικού στρατού και κατήργησε την δουλεία, αποκτώντας έτσι την αγάπη του απλού λαού, όχι όμως και των πολιτικών και υψηλόβαθμων αξιωματικών, που δεν μπορούσαν να ανεχθούν την ισοβιότητά του. 
Αποτέλεσμα της πολιτικής του επιλογής να δικτατορεύσει ήταν το να γιγαντωθεί το μίσος των πολιτικών του εχθρών, με αποτέλεσμα στις 25 Σεπτεμβρίου 1828 να δεχθεί δολοφονική απόπειρα κατά της ζωής του (τον έσωσε η ερωμένη του Μανουέλα Σάενς, που έκτοτε ο λαός θα την αποκαλεί «Απελευθερώτρια του Απελευθερωτή», «Libertadora del Libertador»). Παρά την αποτυχία των επίδοξων δολοφόνων του, οι εναντίον του αντιδράσεις συνεχίστηκαν και κατά το διάστημα 1828 – 1830 μεθοδεύτηκαν και ξέσπασαν εξεγέρσεις στη Νέα Γρανάδα, τη Βενεζουέλα και το Εκουαδόρ. Παρ’ όλες τις προσπάθειές του, τελικά δεν μπόρσε να αποφύγει την απόσχιση του Περού και της Κολομβίας. 
Πεπεισμένος πλέον ότι ήταν ανθρωπίνως αδύνατον να διατηρήσει ενωμένα τα εδάφη που είχε απελευθερώσει και ανεξαρτικοποιήσει, ο απογοητευμένος Μπολιβάρ υπέβαλε στις 27 Απριλίου 1830 την παραίτησή του, ονειρευόμενος πλέον μία ήρεμη ιδιωτική ζωή στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στην Γαλλία, όπου είχε ήδη στείλει πολλά κιβώτια με προσωπικά αντικείμενα, βιβλία και χειρόγραφά του). Το όνειρό του όμως δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, καθώς εκδήλωσε φυματίωση, από την οποία πέθανε τελικά στις 17 Δεκεμβρίου 1830 στην Σάντα Μάρθα της Κολομβίας. 
Λίγο πριν πεθάνει, ζήτησε από τον προσωπικό του φίλο και βοηθό στρατηγό Ντανιέλ Φλορένσιο Ο' Λήρυ να κάψει το εκτενές αρχείο του, πράγμα που ευτυχώς δεν έγινε με αποτέλεσμα να διασωθούν σχεδόν όλα τα κείμενα, οι επιστολές και οι ομιλίες του μεγάλου αυτού επαναστάτη. Το 1842 τα λείψανά του μεταφέρθηκαν στο Καράκας και τοποθετήθηκαν μέσα σε μνημείο.

http://www.rassias.gr/7A.html
Βιβλία σχετικά με τον Μπολιβάρ: 
Boyd Bill, «Bolivar, Liberator of a continent», Sterling, Virginia, 1999 
Lynch John, «Simon Bolivar. A Life», New Haven, CT, 2006 
Mijares Augusto, «El Libertador», Caracas, 1987 
Bastardo Salcedo – Luis Jose, «Bolivar: un continente y un destino», Caracas, 1972 
Gonzalez Alfonso Rumazo, «Manuela Saenz - La Libertadora del Libertador», Quito, 1984  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου