a.readmore { /* CSS properties go here */ }
Καλώς ορίσατε στην μάχη της Αναζήτησης.

Κυριακή 12 Αυγούστου 2012



Γράφει ο Γιάννης Βαρουφάκης
Από το σπουδαίο βιβλίο του Καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Γιάννη Βαρουφάκη, "Παγκόσμιος Μινώταυρος" [έκδοση Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ, έκδοση 2012, σελίδες 162-178.
Μετά το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου οι Ηνωμένες Πολιτείες αρχικά αντιμετώπιζαν με σεβασμό τους αποικιοκρατούμενους λαούς και με ψυχρότητα τους Ευρωπαίους αποικιοκράτες. Οι Αμερικανοί επέκριναν έντονα τη Βρετανία για τη στάση της στην Ινδία και στην Κύπρο, καθώς και για την υποδαύλιση αυτή του ελληνικού Εμφύλιου Πολέμου (ήδη από το 1944). Αλλά και η Γαλλία, η Ολλανδία και το Βέλγιο δέχτηκαν επιπλήξεις για την ξιπασμένη φιλοδοξία τους να παραμείνουν αφεντικά στην Αφρική, στην Ινδοκίνα και στην Ινδονησία, και μάλιστα παρά την οικτρή κατάσταση στην οποία βρίσκονταν οι χώρες τους μετά τον πόλεμο. Γρήγορα, όμως, το Παγκόσμιο Σχέδιο έθεσε σε δοκιμασία τη φιλελεύθερη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι στα απελευθερωτικά κινήματα.
Για να υλοποιηθεί το Παγκόσμιο Σχέδιο η Αμερική θεώρησε ότι έπρεπε να συντηρεί τα δημιουργήματα της στην Ευρώπη και στην ανατολική Ασία για τουλάχιστον δύο δεκαετίες. Η Ευρώπη και η Ιαπωνία δε θα «σταθεροποιούνταν» πολιτικά αν οι New Dealers δε συνεργάζονταν με μερικούς αμφίβολου ήθους χαρακτήρες. [Χαρακτηριστικά παραδείγματα η συμμαχία με ναζί σπ] δημιουργία πυραυλικών πυρηνικών οπλικών συστημάτων, με τους συνεργάτες των ναζί στην Ελλάδα, με τα φασιστικά καθεστώτα της Ισπανίας και της Πορτογαλίας στην Ιβηρική Χερσόνησο, και, βέβαια, η μη άσκηση διώξεων εναντίον των Ιαπώνων εγκληματιών πολέμου]. Επιπλέον, τόσο η διασφάλιση της απρόσκοπτης ροής ενεργειακών πόρων προς την Ευρώπη και την Ιαπωνία όσο και η διασφάλιση ζήτησης για τα βιομηχανικά προϊόντα τους έθεσαν τις Ηνωμένες Πολιτείες σε τροχιά σύγκρουσης με τα διάφορα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, τα οποία διαφορετικά ίσως να τύχαιναν ευνοϊκής αντιμετώπισης από τις Ηνωμένες Πολιτείες (π.χ οι Βιετναμέζοι αντιαποικιοκράτες).
Η απώλεια της Κίνας, η κλιμάκωση της δράσης των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων στη νοτιοανατολική Ασία (την οποία, σε μεγάλο βαθμό, ενέπνευσε η νίκη του Μάο), ο αναβρασμός στην Αφρική που επέτρεψε στη Σοβιετική Ένωση να πατήσει πόδι στη μαύρη ήπειρο, όλες αυτές οι εξελίξεις παρακίνησαν τις Ηνωμένες Πολιτείες να υιοθετήσουν επιθετική στάση απέναντι στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου, τα οποία πολύ σύντομα η Washington ταύτισε με την απειλή της ανόδου των τιμών των πρώτων υλών της δυτικής βιομηχανίας, όχι τόσο των δικών της όσο κυρίως της βιομηχανίας της Ιαπωνίας και της Γερμανίας.
Εν ολίγοις, οι ΗΠΑ αποφάσισαν να υποβαθμίσουν τον Τρίτο Κόσμο στο ρόλο του προμηθευτή πρώτων υλών για την Ιαπωνία και τη δυτική Ευρώπη. Το αποτέλεσμα ήταν μια σειρά από πραξικοπήματα και πολέμους που διεξήχθησαν από τους New Dealers και τους διαδόχους τους στην Washington προκειμε'νου να εδραιωθεί το Παγκόσμιο Σχέδιο. Εκλεγμένες κυβερνήσεις ανατράπηκαν, στρατιωτικές επεμβάσεις εγκρίθηκαν, σκληρές δικτατορίες επιβλήθηκαν ή απλώς υποστηρίχτηκαν και, τέλος, πόλεμοι «βίομηχανικής» κλίμακας έπληξαν την Κορέα και το Βιετνάμ. Εν μέρει λόγω του Ψυχρού Πολέμου και εν μέρει προκειμένου να συνεχιστεί η υλοποίηση του Παγκόσμιου Σχεδίου, οι αντιπαραθέσεις στη γεωπολιτική σκακιέρα γίνονταν καθημερινά ολοένα και πιο πολύπλοκες. Με κάθε νέα εξέλιξη, η διακύβευση μεγάλωνε και ταυτόχρονα πολλαπλασιάζονταν τα οφέλη.
Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας οι αμερικανικές πολυεθνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στον τομέα της ενέργειας και των ορυκτών υπήρξαν ανάμεσα στους μεγάλους ωφελημένους, όπως επίσης και αρκετοί ακόμα τομείς της εγχώριας οικονομίας των ΗΠΑ. Ωστόσο, οι αρχιτέκτονες του Παγκόσμιου Σχεδίου έβλεπαν πολύ πιο μακριά από τον ορίζοντα των στενών συμφερόντων των αμερικανικών εταιρειών. Οι τολμηρές πολιτικές τους, που αποσκοπούσαν στη συσσώρευση κεφαλαίων σε μακρινές χώρες (από την οποία δεν είχαν οι ίδιοι κάποιο προσωπικό πολιτικό συμφέρον), μπορούν να εξηγηθούν υπό το πρίσμα εκείνου που οι αμερικανικές αρχές θεωρούσαν ιστορικό τους καθήκον.
Πράγματι, για να κατανοήσουμε την κλίμακα της ηθικής φιλοδοξίας των New Dealers πρέπει να αναλογιστούμε όσα είχαν βιώσει στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η νοοτροπία τους είχε διαμορφωθεί από την τραγική εμπειρία της Μεγάλης Ύφεσης. Το Παγκόσμιο Σχέδιο δημιουργήθηκε από ανθρώπους που ανήκαν σε μια βασανισμένη γενιά. Μια γενιά που είχε βιώσει τη φτώχεια, τη βαθιά αίσθηση απώλειας, τις αγωνίες που είχαν γεννηθεί από την παραλίγο κατάρρευση του καπιταλισμού και από ένα συνεπακόλουθο πόλεμο απάνθρωπων διαστάσεων.
Επιπρόσθετα, επρόκειτο για μορφωμένους ανθρώπους που κατανοούσαν μέχρι μυελού οστών πόσο επιρρεπείς είναι σε ακαριαίες καταρρεύσεις οι αγορές εργασίας και χρήματος. Οι εμπειρίες τούς είχαν χαλυβδώσει την αποφασιστικότητα τους να μην επιτρέψουν στον καπιταλισμό να διολισθήσει ξανά σε μια Μεγάλη Υφεση όσο εκείνοι ήταν στην εξουσία. Θα έκαναν οτιδήποτε έκριναν αναγκαίο για να αποτρέψουν μια νέα τέτοιου είδους κρίση. Την αίσθηση αυτού του ιστορικού καθήκοντος ενδυνάμωνε παράλληλα ο φόβος ότι μια αποτυχία του Παγκόσμιου Σχεδίου τους θα επέτρεπε στη σοβιετική αρκούδα να σπάσει την αλυσίδα που τη συγκρατούσε και να καταλύσει την αστική δημοκρατία που μόνο οι ΗΠΑ είχαν μείνει ικανές να περιφρουρούν.
Όλοι σχεδόν οι New Dealers είχαν επηρεαστεί από το έργο του John Maynard Keynes και είχαν λάβει σοβαρά υπόψη τους τη ζωτικής σημασίας συμβουλή του ότι δεν μπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη στην ικανότητα των αγορών να οργανώνονται με τρόπο που να συνάδει με τη σταθερότητα και την ευημερία. Όμως, ο Ψυχρός Πόλεμος, τον οποίο οι New Dealers διεξήγαγαν παράλληλα με τη διαχείριση του Παγκόσμιου Σχεδίου, αλλά και η εγγύτητα τους με το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα, τους εμπόδιζαν να αντιληφθούν αυτό που είχε συμπεράνει ο Keynes: ότι είναι επιτακτική ανάγκη να δημιουργηθεί ένας καλά θεσμοθετημένος, αντικειμενικός, διεθνώς διαχειριζόμενος Μηχανισμός Ανακύκλωσης των Πλεονασμάτων.
Πολλοί σχολιαστές έχουν επισημάνει το βαθύ χάσμα που χώριζε τη νοοτροπία των New Dealers από τον ευρωπαϊκό, ή βρετανικό, κεϊνσιανισμό. Πρώτα απ' όλα, ενώ ο Keynes ήταν πεπεισμένος ότι ο παγκόσμιος καπιταλισμός απαιτούσε ένα συνεργατικό μη ιμπεριαλιστικό Παγκόσμιο Μηχανισμό Ανακύκλωσης των Πλεονασμάτων, οι New Dealers επιδίωκαν, αλλά και ήταν υποχρεωμένοι, να προσαρμόσουν το Παγκόσμιο Σχέδιο τους στο πλαίσιο των επιταγών του Ψυχρού Πολέμου και της επίτευξης της αμερικανικής ηγεμονίας. Ακόμα, αντίθετα με τον Keynes, οι New Dealers είχαν από πολύ νωρίς απορρίψει κάθε ιδέα αντιπαράθεσης με τους μεγαλοεπιχειρηματίες.
Όταν ξεκίνησε η σφαγή στα πεδία των μαχών του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, η πολεμική προσπάθεια έφερε κοντά τους New Dealers με τους μεγαλοβιομήχανους. Για να νικήσουν στον πόλεμο, αλλά και για να αποτρέψουν μια νέα Μεγάλη Ύφεση, αισθάνονταν ότι ήταν σημαντικό η κυβέρνηση των ΗΠΑ να κρατά το πηδάλιο τόσο στο εγχώριο όσο και στο διεθνές επίπεδο την ώρα που οι αμερικανικές πολυεθνικές εταιρείες θα δρούσαν ως αποτελεσματικοί πρεσβευτές των αμερικανικών οικονομικών συμφερόντων τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Αυτό, όμως σήμαινε την επιβολή μιας ηγεμονίας η οποία δεν μπορούσε να παραχωρήσει σε κάποιο διεθνή φορέα (όπως η Διεθνής Νομισματική Ένωση, την οποία είχε προτείνει ο Keynes) το δικαίωμα να περιορίζει τα αμερικανικά πλεονάσματα ή τη δυνατότητα της Washington να μεσολαβεί ανάμεσα σε συγκρουόμενα συμφέροντα των συμμάχων της Αμερικής.
Αυτό που καθιστά συναρπαστική την προσπάθεια των New Dealers είναι ότι ο παρεμβατικός κεϊνσιανισμός τους συνδυαζόταν με τολμηρές πρωτοβουλίες και με μια συνεχή διάδραση ανάμεσα στον οικονομικό σχεδιασμό τους και στις απαιτήσεις του Ψυχρού Πολέμου. Υπό αυτή την έννοια, το Παγκόσμιο Σχέδιο συμπεριλάμβανε:
α) τη δημιουργία των ζωνών του μάρκου και του γεν μέσω κεφαλαιακών ενέσεων και πολιτικών παρεμβάσεων προς όφελος της Γερμανίας και της Ιαπωνίας και
β) την προσεκτική διαχείριση της συνολικής ζήτησης στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τα συμφέροντα της Ευρώπης και της Άπω Ανατολής.

Το Παγκόσμιο Σχέδιο και η Εγχώρια Πολιτική των ΗΠΑ

Ο φόβος ότι το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου θα σηματοδούσε την έναρξη μιας νέας περιόδου οικονομικής κάμψης ώθησε τους New Dealers να στραφούν σε δύο λύσεις. Την πρώτη τηνείδαμε πιο πάνω: τη δολαριοποίηση Ευρώπης και Ιαπωνίας προκειμένου να δημιουργηθεί ζήτηση για τις αμερικανικές εξαγωγές. Το δεύτερο σύνολο πολιτικών αφορούσε την εγχώρια οικονομία και συμπεριλάμβανε, υπό την καθοδήγηση της Washington, τρεις επίπλέον πηγές ζήτησης και εσωτερικής σταθερότητας:
•  το πρόγραμμα των Διηπειρωτικών Βαλλιστικών Πυραύλων [ICBM],
•  τούς Πολέμους της Κορέας και του Βιετνάμ,
• το πρόγραμμα των Νέων Συνόρων του προέδρου John Kennedy και, κυρίως, το πρόγραμμα της Μεγάλης Κοινωνίας  του προέδρου Lyndon Johnson.
Το πρόγραμμα ICBM ενίσχυσε ιδιαίτερα τις αμερικανικές εταιρείες σε μια περίοδο που ήταν έτοιμες να παραπονεθούν ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ επένδυε πιο πολύ στο ιαπωνικό και στο γερμανικό κεφάλαιο παρά σε εκείνες. Φυσικά, τα μεγαλύτερα οφέλη αποκόμισαν οι εταιρείες που συνδέονταν με αυτό που ο πρόεδρος D. Eisenhower είχε αποκαλέσει απαξιωτικά το «Στρατιωτικό-Βιομηχανικό Σύμπλεγμα» [Παρόλο που ο ίδιος ο Eisenhower ήταν ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του στρατιωτικού κατεστημένου, έχοντας αναρριχηθεί στη θέση του αρχιστράτηγου των ΗΠΑ κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο].Χάρη στην ιδιαίτερη μεταχείριση του από τις κυβερνήσεις, το Στρατιωτικό-Βιομηχανικό Σύμπλεγμα συνέβαλε καθοριστικά στην ανάπτυξη του συμπλέγματος βιομηχανιών υψηλής τεχνολογίας Αεροναυτικής-Υπολογιστών-Ηλεκτρονικών: έναν παντοδύναμο οικονομικό τομέα που σε μεγάλο βαθμό ήτα αποκομμένος από την υπόλοιπη οικονομία των ΗΠΑ, αλλά διαδραμάτισε, και διαδραματίζει, κεντρικό ρόλο στην αυξανόμενη ισχύ της.
Παρόλο που το Παγκόσμιο Σχέδιο είχε θετικό αντίκτυπο στην εγχώρια αμερικανική οικονομία, η ανάπτυξη της υπήρξε ανισομερής. Αυτή η ανισομέρεια αποδεικνύεται από το γεγονός ότι επιμέρους τομείς της οικονομίας των ΗΠΑ που δε συνδέονταν με το Σύμπλεγμα Αεροναυτικής-Υπολογιστών-Ηλεκτρονικών δεν έφτασαν ποτέ στο ίδιο επίπεδο ανάπτυξης με τις οικονομίες της Γερμανίας και της Ιαπωνίας ή της υπόλοιπης αμερικανικής οικονομίας. Το γεγονός ότι ο βασικός στόχος της Washington δεν ήταν να ενισχύσει το σύνολο των αμερικανικών εταιρειών (παρόλο που ασφαλώς, ήταν ένας από τους δευτερεύοντες στόχους της) καταδεικνύεται από την «αναλγησία» με την οποία η Washington επέβαλλε, όποτε το θεωρούσε χρήσιμο, πολιτικές (π.χ. απελευθέρωση της εισαγωγής γερμανικών και ιαπωνικών αυτοκινήτων, ηλεκτρικών συσκευών) που λειτουργούσαν εις βάρος των αμερικανικών πολυεθνικών εταιρειών και προς όφελος της γερμανικής και της Ιαπωνικής οικονομίας.
Η ανισομερής κατανομή του πλούτου στις Ηνωμένες Πολιτείες για μια περίοδο αυξανόμενων προσδοκιών (που δε σχετίζονταν όλες με το εισόδημα) προκάλεσε σημαντικές κοινωνικές εντάσεις στο εσωτερικό της χώρας, στην επίλυση των οποίων αποσκοπούσαν οι δημόσιες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος της Μεγάλης Κοινωνίας στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Τόσο ο πρόεδρος Kennedy όσο και ο διάδοχος του Lyndon Johnson προώθησαν μια σειρά από κοινωνικά προγράμμματα για να αντιμετωπιστεί το γεγονός ότι τα εγχώρια οφέλη του Παγκόσμιου Σχεδίου κατανέμονταν τόσο άδικα ώστε υπονομευόνταν η κοινωνική συνοχή σε σημαντικά αστικά κέντρα και περιοχές. Προκειμένου αυτές οι φυγόκεντρες δυνάμεις να μη βλάψουν το Παγκόσμιο Σχέδιο, τα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας απέκτησαν δική τους δυναμική.
Για να  κατανοήσουμε τη σημασία των κοινωνικών προγραμμάτων των Kennedy-Johnson, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι το 1955 μέχρι την εκλογική νίκη του Kennedy το 1960 επιβραδύνθηκε η μεγέθυνση της αμερικανικής οικονομίας, επηρεάζοντας έντονα κυρίως τους φτωχούς και τους περιθωριοποιημένους. Ύστερα από οκτώ χρόνια ρεπουμπλικανικής διακυβέρνησης (1952-1960) ο Kennedy κέρδισε τις εκλογές παρουσιάζοντας στον αμερικανικό λαό ένα προεκλογικό πρόγραμμα που είχε έμμεσες αναφορές στο New Deal. Το μανιφέστο των λεγόμενων Νέων Συνόρων υποσχόταν να αναβιώσει το πνεύμα του New Deal μέσω δαπανών για την εκπαίδευση, την υγεία, τις υποδομές, τις μεταφορές, την προστασία του περιβάλλοντος, τα δημόσια ραδιοτηλεοπτικά μέσα, την έρευνα στις ανθρωπιστικές επιστήμες κ.λπ.
Μετά τη δολοφονία του Kennedy, και ιδίως μετά τη σαρωτική εκλογική του νίκη το 1964, ο πρόεδρος Johnson  ενσωμάτωσε πολλές από τις μέχρι τότε μη υλοποιημένες πολιτικές των Νέων Συνόρων στο ακόμα πιο φιλόδοξο πρόγραμμα του το οποίο ονόμασε «Μεγάλη Κοινωνία». Πράγματι, αν ο Johnson δεν είχε κλιμακώσει την αμερικανική εμπλοκή στον Πόλεμο του Βιετνάμ, ίσως να είχε απλώς μείνει στην ιστορία για το εξαιρετικό πρόγραμμα της Μεγάλης Κοινωνίας, το οποίο όχι μόνο υποσχέθηκε αλλά και εφάρμοσε. Στην ουσία, σε μερικά χρόνια καθυπέταξε σε μεγάλο βαθμό τη φτώχεια της λευκής εργατικής τάξης, την ίδια εποχή που, ερχόμενος σε σύγκρουση με τους δικούς του ψηφοφόρους (ιδίως στις νότιες Πολιτείες από όπου και καταγόταν), εξάλειφε το θεσμοθετημένο ρατσισμό.

Η Μεγάλη Κοινωνία [Great Society) του Lyndon Johnson.

Το πρόγραμμα της Μεγάλης Κοινωνίας θα μείνει στην ιστορία ως ταφόπλακα του αμερικάνικου απαρτχάιντ, ιδίως στις νότιες Πολιτείες. Τη διετία 1964-1966 τέσσερις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου υλοποίησαν αυτό το μείζονα μετασχηματισμό της αμερικανικής κοινωνίας. Επιπλέον, το πρόγραμμα της Μεγάλης Κοινωνίας συνδύαζε την έντονη κεϊνσιανική επεκτατική μακροοικονομική πολιτική (κρατούσε την ανεργία σε χαμηλό επίπεδο) με τον άνευ όρων πόλεμο κατά της φτώχειας. Από τα πρώτα μόλις χρόνια δαπανούνταν ετησίως ένα δισ. δολάρια σε διάφορα προγράμματα που προωθούσαν τις ευκαιρίες στην εκπαίδευση και εισήγαγαν την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για τους ηλικιωμένους και άλλες ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού. Σε αριθμούς, όταν ξεκίνησε η υλοποίηση του προγράμματος, περισσότερο από το 22% των Αμερικανών ζούσε κάτω από το επίσημο όριο της φτώχειας. Όταν ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα, το ποσοστό είχε πέσει κάτω από το 13%. Ακόμα πιο σημαντικό ήταν το γεγονός ότι τα αντίστοιχα ποσοστά για τους μαύρους Αμερικάνους μειώθηκαν από 55% το 1960 στο 27% το 1968. Παρόλο που αυτές οι βελτιώσεις δεν μπορούν να αποδοθούν αποκλειστικά στις δημόσιες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος της Μεγάλης Κοινωνίας, το πρόγραμμα διαδραμάτισε μείζονα ρόλο στην άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων που «έβγαζαν μάτι» κατά τη διάρκεια μιας, κατά τα άλλα, περιόδου αυξανόμενης ευημερίας.

Συμπέρασμα: Η Χρυσή Εποχή του Καπιταλισμού.

Ο Gore Vidal είπε κάποτε ότι το πρόβλημα με τις χρυσές εποχές είναι ότι αν ζεις σε μια από αυτές όλα γύρω σου μοιάζουν... κίτρινα. Οι αναρίθμητοι Αμερικανοί που τη δεκαετία του 1960 κατέβαιναν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν εναντίον του αμερικανικου κατεστημένου, το οποίο ήταν κάτι μεγαλύτερο και ισχυρότερο από την κυβέρνηση στην Washington, σε καμιά περίπτωση δε θεωρούσαν την περίοδο που ζούσαν χρυσή. Ωστόσο, έκ των υστέρων και μέσα από το σημερινό πρίσμα είναι εύκολο να τη ζηλέψουμε. Ήταν μια εποχή όπου οι κυβερνώντες πίστευαν πραγματικά ότι μπορούσαν να εξορθολογήσουν τον παγκόσμιο καπιταλισμό, να σχεδιάσουν συνθήκες διηπειρωτικής σταθερότητας και ανάπτυξης. Συγκρίνοντας τους με τη σημερινή γενιά των πολιτικών, οι οποίοι πολιτεύονται βάσει των δημοσκοπήσεων και έχουν ως μοναδικό λόγο ύπαρξης να είναι αρεστοί στους τραπεζίτες, στην Wall Street, στα λογιών λογιών λόμπι και επιχειρηματικά συμφέροντα, δεν είναι δύσκολο να αναπολούμε με νοσταλγία την πρώτη μεταπολεμική περίοδο - την εποχή του Παγκόσμιου Σχεδίου.
Το Παγκόσμιο Σχέδιο, που διήρκεσε από το 1950 έως το 1971, συνοψιζόταν σε μια απλή ιδέα: ένα σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών που συνέδεε μεταξύ τους τις καπιταλιστικές οικονομίες μέσω ενός συγκεκριμένου Παγκόσμιου Μηχανισμού Ανακύκλωσης Πλεονασμάτων, ο οποίος προστάτευε το σύστημα από τις φυγόκεντρες δυνάμεις που απειλούσαν να το διαλύσουν Πώς λειτουργούσε ο συγκεκριμένος Παγκόσμιος Μηχανισμός Ανακύκλωσης Πλεονασμάτων; Η κεντρική ιδέα ήταν πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παρέμεναν πλεονασματικές ως προς τη ροή εμπορευμάτων, αλλά παράλληλα μεγάλο μέρος των κερδών από αυτό το πλεόνασμα θα το επανεξήγαν στην Ευρώπη και στην Ιαπωνία είτε με τη μορφή άμεσων επενδύσεων είτε με τη χορήγηση οικονομικής βοήθειας. Έτσι θα τους επέτρεπαν να συνεχίσουν ν' αγοράζουν αμερικανικά προϊόντα. Παράλληλα, όμως, και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα διασφάλιζαν ότι η Ιαπωνία και η Γερμανία θα διατηρούσαν πλεονάσματα στα ισοζύγια των εμπορικών τους συναλλαγών σε περιφερειακό επίπεδο, ακόμα κι αν αυτό απέβαινε εις βάρος των αμερικανικών εξαγωγών.
Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο του Παγκόσμιου Σχεδίου ήταν η καταπληκτική προσαρμοστικότητα του, ο τρόπος με τον οποίο οι διαδοχικές κυβερνήσεις των ΗΠΑ τροποποιούσαν το Σχέδιο κάθε φορά που κάποια από τις επιμέρους προβλέψεις του έπεφτε έξω λόγω απρόβλεπτων εξελίξεων. Οι αμερικανικές πολιτικές απέναντι στην Ιαπωνία είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα: μετά την αναπάντεχη νίκη του Μάο και την ακύρωση του αρχικού σχεδιασμού να μετατραπεί η ενδοχώρα της Κίνας σε μια τεράστια αγορά για τα ιαπωνικά βιομηχανικά προϊόντα, οι διαμορφωτές της αμερικάνικης πολιτικής αντέδρασαν με μια σειρά εμπνευσμένων απαντήσεων:
•  Μετέτρεψαν τον Πόλεμο της Κορέας σε μια εξαιρετική ευκαιρία να τονώσουν τη ζήτηση για τα προϊόντα του ιαπωνικού βιομηχανικού τομέα.
•  Χρησιμοποίησαν την επιρροή τους στους συμμάχους της Αμερικής για να επιτρέψουν την απρόσκοπτη εισαγωγή των ιαπωνικών αγαθών στις αγορές τους.
•Το πιο παράδοξο, η Washington αποφάσισε να μετατρέψει την εγχώρια αγορά της Αμερικής σε ζωτικό χώρο για την Ιαπωνία.Πράγματι, η διείσδυση των ιαπωνικών εξαγωγών (αυτοκίνητα, ηλεκτρονικές συσκευές, ακόμα και υπηρεσίες) στην αγορά των ΗΠΑ θα ήταν αδύνατη χωρίς τη συγκατάθεση της Washington.
•  O Πόλεμος του Βιετνάμ, που διαδέχτηκε τον Πόλεμο της Κορέας, χρησιμοποιήθηκε επίσης για να δοθεί περαιτέρω ώθηση στην ιαπωνική βιομηχανία. Πράγματι, μια παράπλευρη ευνοϊκή συνέπεια εκείνης της ανθρωποσφαγής ήταν η εκβιομηχάνιση της νοτιοανατολικής Ασίας, η οποία με τη σειρά της ενίσχυσε την Ιαπωνία, προσφέροντας της επιτέλους τον κρίκο που έλειπε: μια ζωτική ζώνη εμπορίου σε κοντινή απόσταση.
Τα παραπάνω δεν υπονοούν ότι τα ψυχροπολεμικά γεράκια στο Πεντάγωνο και σε άλλες κυβερνητικές υπηρεσίες προώθησαν συνειδητά το Παγκόσμιο Σχέδιο των New Dealers. Παρόλο που γνώριζαν πολύ καλά την ύπαρξη του, όπως αποδεικνύεται από την ανάμειξη της στρατιωτικής ηγεσίας στο Σχέδιο Marshal, είχαν τη δική τους γεωπολιτική ατζέντα. Ενώ οι στρατηγοί, το Πεντάγωνο και το Υπουργείο Εξωτερικών κατέστρωναν τα ψυχροπολεμικά στρατηγικά σχέδια τους, οι οικονομικοί σχεδιαστές της Washington προσέγγισαν τους πολέμους της Κορέας και του Βιετνάμ μέσα από ένα εντελώς διαφορετικό πρίσμα.

Σε ένα πρώτο επίπεδο θεωρούσαν ότι οι πόλεμοι αυτοί είχαν καταλυτική σημασία για να συνεχιστεί απρόσκοπτα η προμήθεια της Ευρώπης και της Ιαπωνίας με φτηνές πρώτες ύλες. Ωστόσο, σε ένα δεύτερο επίπεδο συνειδητοποίησαν ότι είχαν μπροστά τους μια μοναδική ευκαιρία για να δημιουργήσουν, μέσω της χρηματοδότησης των δύο πολέμων, το ζωτικό οικονομικό χώρο που ο Μάο είχε στερήσει από την Ιαπωνία «τους». Πράγματι, δεν είναι υπερβολικός ο ισχυρισμός ότι χωρίς αυτούς τους δύο πόλεμους που χρηματοδοτήθηκαν από τις ΗΠΑ οι «οικονομικές τίγρεις» τη νοτιοανατολικής Ασίας (Κορέα, Ταϊλάνδη, Μαλαισία και Σιγκαπούρη, χώρες που σύντομα θα μετατρέπονταν για την Ιαπωνία σε αυτό που ήταν η Γαλλία και η Ισπανία για τη Γερμανία) δε θα είχαν ποτέ αναδυθεί, αφήνοντας τις ΗΠΑ τη μοναδική μεγάλη αγορά για τα ιαπωνικά βιομηχανικά προϊόντα.
Κρίνοντας εκ των υστέρων, αλλά και βάσει της εξαιρετικά μεγάλης κλίμακας του για τα «ανθρώπινα μεγέθη», το Παγκόσμιο Σχέδιο αποδείχτηκε εξαιρετικά επιτυχημένο. Μετά το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, όχι μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι υπόλοιπες χώρες της Δύσης δε βυθίσιηκαν σε μια καινούρια ύφεση (όπως πολλοί φοβούνταν ότι θα συνέβαινε εξαιτίας της αναπόφευκτης μείωσης των δημόσιων δαπανών μετά το τέλος του πόλεμου), αλλά αντίθετα η ανθρωπότητα βίωσε μια περίοδο θρυλικής οικονομικής μεγέθυνσης και σταθερότητας.
Παρατηρούμε πως οι Ευρωπαίοι και οι Ιάπωνες εκκινούσαν, όπως είναι φυσιολογικό, από ένα επίπεδο πολύ πιο χαμηλό από εκείνο των Ηνωμένων Πολιτειών. Όμως, λόγω της ανακύκλωσης πλεονασμάτων προς την Ευρώπη και την Ιαπωνία, οι χώρες αυτές αναπτύχθηκαν με ταχύτερο ρυθμό και κάλυψαν το χαμένο έδαφος. Παράλληλα, η Αμερική συνέχισε να αναπτύσσεται καθώς ο υπόλοιπος δυτικός κόσμος αγόραζε τα προϊόντα της. Η πιο πάνω εικόνα γενικευμένης ανάπτυξης δε δημιουργήθηκε αυθόρμητα, αλλά χάρτη στο Παγκόσμιο Σχέδιο που περιλάμβανε μεγάλης κλίμακας, φιλόδοξες προσπάθειες που απώτερο στόχο είχαν να μην επαναληφθεί η τραγωδία του Μεσοπολέμου στη μεταπολεμική εποχή.
Παρόλο που το Παγκόσμιο Σχέδιο καταρτίστηκε προκειμένου να εδραιωθεί και να επαυξηθεί η αμερικανική ηγεμονία, οι Ηνωμένες Πολιτείες κατανόησαν ότι αυτό μπορεί να γίνει μόνο εφόσον οι ίδιες συστηματικά επενδύουν μέρος των πλεονασμάτων τους στην Ιαπωνία και στη Γερμανία. Για να διατηρηθεί η αμερικανική ευημερία και η οικονομική μεγέθυνση, η Washington πάσχιζε να μοιράζεται την παγκόσμια «πίτα» με τους προστατευόμενους της: ενώ κατά τη διάρκεια του Παγκόσμιου Σχεδίου οι ΗΠΑ έχασαν σχεδόν το 20% από το μερίδιο τους στο παγκόσμιο ΑΕΠ, η Γερμανία είδε το μερίδιο της να αυξάνεται κατά 18% και η Ιαπωνία το δικό της κατά 156,7%! Όμως έτσι η Αμερική κατάφερε να συνεχίσει να αναπτύσσεται, να ευημερεί και να ηγεμονεύει.

Ποσοστιαία αλλαγή του ανά χώρα μεριδίου οτο παγκόσμιο ΑΕΠ
                          ΗΠΑ    Γερμανία    Ιαπωνία    Βρετανία    Γαλλία
1950-1972    -19,3%    + 18%    + 156,7%    -35,4%    +4,9%

Επρόκειτο μήπως για ένα είδος διεθνιστικού αλτρουισμού; Ασφαλώς όχι. Μετά το 1945 στον πυρήνα της σκέψης των New Dealers βρισκόταν η έντονη αγωνία αναφορικά με την εγγενή αστάθεια ενός παγκόσμιου συστήματος που βασιζόταν σε ένα μόνο νόμισμα. Πράγματι, τίποτε άλλο δεν τους προβλημάτιζε τόσο πολύ όσο οι αναμνήσεις του 1929 και της Ύφεσης που ακολούθησε. Αν μια Κρίση παρόμοιας δριμύτητας έπληττε τον παγκόσμιο καπιταλισμό όσο ακόμα στηριζόταν σε ένα μόνο πόδι (το δολάριο), το μέλλον φάνταζε εξαιρετικά δυσοίωνο, ιδίως αν λάβουμε υπόψη τη ραγδαία, την εποχή εκείνη, οικονομική μεγέθυνση της Σοβιετικής Ένωσης (της οποίας η οικονομία μάλιστα δεν κινδύνευε να μολυνθεί από τις καπιταλιστικές κρίσεις). Ως εκ τουτου, οι New Dealers επιδίωξαν να διασφαλίσουν το μέλλον του καπιταλισμού μέσω του σχηματισμού ενός διεθνούς συστήματος που θα αποτελούνταν από τρεις νομισματικές ζώνες (δολάριο, μάρκο, γεν), με τη ζώνη του δολαρίου να δεσπόζει [Αντικατοπτρίζοντας την κεντρική θέση του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού τομέα, αλλά και το γεγονός ότι η πρόσβαση της Γερμανίας και της Ιαπωνίας σε πρώτες ύλες διασφαλιζόταν χάρη στις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις]. Για τους New Dealers, το Παγκόσμιο Σχέδιο αποτελούσε τη μεγάλη ελπίδα για το μεταπολεμικό κόσμο.
Αναπόσπαστο μέρος αυτού του αμερικανικού οράματος ήταν και η ιδέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσηςΣτην Ευρώπη αρεσκόμαστε να λέμε, και να πιστεύουμε, ότι η Ενωμένη Ευρώπη ήταν δική μας ιδέα, και μάλιστα μια ιδέα που απώτερο στόχο είχε να δημιουργήσουμε έναν προμαχώνα εναντίον της αμερικανικής ηγεμονίας. Ψέματα! Ή τουλάχιστον ανακρίβεια (για να μη χρησιμοποιήσω τόσο βαριά κουβέντα). Το παραμύθι αυτό το λέμε στον εαυτό μας για λόγους δικής μας, εσωτερικής κατανάλωσης. Πρόκειται για το «γενεσιουργό μύθο» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με έμφαση στη λέξη «μύθος». Αντίστοιχα, η ιδέα ότι η ιαπωνική οικονομία μεγεθύνθηκε εναντίον των συμφερόντων των Ηνωμένων Πολιτειών δεν μπορεί να αντέξει στη σοβαρή κριτική. Όσο παράδοξο κι αν μας φαίνεται σήμερα, πίσω από τη διαδικασία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και του βιομηχανικού θαύματος της Ιαπωνίας βρίσκονταν οι παρατεταμένες και επίμονες προσπάθειες των διαμορφοτών της αμερικανικής πολιτικής να σχεδιάσουν και να συντηρήσουν αυτές τις δύο διαδικασίες, παρά τις αρνητικές επιπτώσεις που είχαν για πολλές αμερικανικές εταιρείες η άνοδος της Ευρώπης και η ανατολή της Ιαπωνίας.
Αν το Παγκόσμιο Σχέδιο μας προσφέρει σήμερα ένα δίδαγμα, αυτό δεν είναι άλλο από τη σκέψη πως η καλύτερη στιγμή του παγκόσμιου καπιταλισμού ήρθε όταν, στο τέλος του Μεγάλου Πολέμου που ακολούθησε τη Μεγάλη Ύφεση, οι διαμορφωτές της πολιτικής στην ισχυρότερη χώρα του πλανήτη αποφάσισαν να διαδραματίσουν ηγεμονικό ρόλο. Τι ρόλο; Ένα ρόλο που δεν περιοριζόταν στην άσκηση στρατιωτικής και πολιτικής ισχύος, αλλά (που για να είναι πραγματικά ηγεμονικός αντί απλώς αυταρχικός) συνεπαγόταν και τη μαζική αναδιανομή των πλεονασμάτων της χώρας αυτής σε όλο τον πλανήτη. Μια ανακύκλωση την οποία είναι ανίκανος να πραγματοποιήσει ο μηχανισμός των αγορών.

Του Γιάννη Βαρουφάκη "Το Παγκόσμιο σχέδιο των ΗΠΑ" !!



Γράφει ο Γιάννης Βαρουφάκης
Από το σπουδαίο βιβλίο του Καθηγητή Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Γιάννη Βαρουφάκη, "Παγκόσμιος Μινώταυρος" [έκδοση Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ, έκδοση 2012, σελίδες 162-178.
Μετά το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου οι Ηνωμένες Πολιτείες αρχικά αντιμετώπιζαν με σεβασμό τους αποικιοκρατούμενους λαούς και με ψυχρότητα τους Ευρωπαίους αποικιοκράτες. Οι Αμερικανοί επέκριναν έντονα τη Βρετανία για τη στάση της στην Ινδία και στην Κύπρο, καθώς και για την υποδαύλιση αυτή του ελληνικού Εμφύλιου Πολέμου (ήδη από το 1944). Αλλά και η Γαλλία, η Ολλανδία και το Βέλγιο δέχτηκαν επιπλήξεις για την ξιπασμένη φιλοδοξία τους να παραμείνουν αφεντικά στην Αφρική, στην Ινδοκίνα και στην Ινδονησία, και μάλιστα παρά την οικτρή κατάσταση στην οποία βρίσκονταν οι χώρες τους μετά τον πόλεμο. Γρήγορα, όμως, το Παγκόσμιο Σχέδιο έθεσε σε δοκιμασία τη φιλελεύθερη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι στα απελευθερωτικά κινήματα.
Για να υλοποιηθεί το Παγκόσμιο Σχέδιο η Αμερική θεώρησε ότι έπρεπε να συντηρεί τα δημιουργήματα της στην Ευρώπη και στην ανατολική Ασία για τουλάχιστον δύο δεκαετίες. Η Ευρώπη και η Ιαπωνία δε θα «σταθεροποιούνταν» πολιτικά αν οι New Dealers δε συνεργάζονταν με μερικούς αμφίβολου ήθους χαρακτήρες. [Χαρακτηριστικά παραδείγματα η συμμαχία με ναζί σπ] δημιουργία πυραυλικών πυρηνικών οπλικών συστημάτων, με τους συνεργάτες των ναζί στην Ελλάδα, με τα φασιστικά καθεστώτα της Ισπανίας και της Πορτογαλίας στην Ιβηρική Χερσόνησο, και, βέβαια, η μη άσκηση διώξεων εναντίον των Ιαπώνων εγκληματιών πολέμου]. Επιπλέον, τόσο η διασφάλιση της απρόσκοπτης ροής ενεργειακών πόρων προς την Ευρώπη και την Ιαπωνία όσο και η διασφάλιση ζήτησης για τα βιομηχανικά προϊόντα τους έθεσαν τις Ηνωμένες Πολιτείες σε τροχιά σύγκρουσης με τα διάφορα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα, τα οποία διαφορετικά ίσως να τύχαιναν ευνοϊκής αντιμετώπισης από τις Ηνωμένες Πολιτείες (π.χ οι Βιετναμέζοι αντιαποικιοκράτες).
Η απώλεια της Κίνας, η κλιμάκωση της δράσης των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων στη νοτιοανατολική Ασία (την οποία, σε μεγάλο βαθμό, ενέπνευσε η νίκη του Μάο), ο αναβρασμός στην Αφρική που επέτρεψε στη Σοβιετική Ένωση να πατήσει πόδι στη μαύρη ήπειρο, όλες αυτές οι εξελίξεις παρακίνησαν τις Ηνωμένες Πολιτείες να υιοθετήσουν επιθετική στάση απέναντι στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα του Τρίτου Κόσμου, τα οποία πολύ σύντομα η Washington ταύτισε με την απειλή της ανόδου των τιμών των πρώτων υλών της δυτικής βιομηχανίας, όχι τόσο των δικών της όσο κυρίως της βιομηχανίας της Ιαπωνίας και της Γερμανίας.
Εν ολίγοις, οι ΗΠΑ αποφάσισαν να υποβαθμίσουν τον Τρίτο Κόσμο στο ρόλο του προμηθευτή πρώτων υλών για την Ιαπωνία και τη δυτική Ευρώπη. Το αποτέλεσμα ήταν μια σειρά από πραξικοπήματα και πολέμους που διεξήχθησαν από τους New Dealers και τους διαδόχους τους στην Washington προκειμε'νου να εδραιωθεί το Παγκόσμιο Σχέδιο. Εκλεγμένες κυβερνήσεις ανατράπηκαν, στρατιωτικές επεμβάσεις εγκρίθηκαν, σκληρές δικτατορίες επιβλήθηκαν ή απλώς υποστηρίχτηκαν και, τέλος, πόλεμοι «βίομηχανικής» κλίμακας έπληξαν την Κορέα και το Βιετνάμ. Εν μέρει λόγω του Ψυχρού Πολέμου και εν μέρει προκειμένου να συνεχιστεί η υλοποίηση του Παγκόσμιου Σχεδίου, οι αντιπαραθέσεις στη γεωπολιτική σκακιέρα γίνονταν καθημερινά ολοένα και πιο πολύπλοκες. Με κάθε νέα εξέλιξη, η διακύβευση μεγάλωνε και ταυτόχρονα πολλαπλασιάζονταν τα οφέλη.
Στο πλαίσιο αυτής της διαδικασίας οι αμερικανικές πολυεθνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνταν στον τομέα της ενέργειας και των ορυκτών υπήρξαν ανάμεσα στους μεγάλους ωφελημένους, όπως επίσης και αρκετοί ακόμα τομείς της εγχώριας οικονομίας των ΗΠΑ. Ωστόσο, οι αρχιτέκτονες του Παγκόσμιου Σχεδίου έβλεπαν πολύ πιο μακριά από τον ορίζοντα των στενών συμφερόντων των αμερικανικών εταιρειών. Οι τολμηρές πολιτικές τους, που αποσκοπούσαν στη συσσώρευση κεφαλαίων σε μακρινές χώρες (από την οποία δεν είχαν οι ίδιοι κάποιο προσωπικό πολιτικό συμφέρον), μπορούν να εξηγηθούν υπό το πρίσμα εκείνου που οι αμερικανικές αρχές θεωρούσαν ιστορικό τους καθήκον.
Πράγματι, για να κατανοήσουμε την κλίμακα της ηθικής φιλοδοξίας των New Dealers πρέπει να αναλογιστούμε όσα είχαν βιώσει στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η νοοτροπία τους είχε διαμορφωθεί από την τραγική εμπειρία της Μεγάλης Ύφεσης. Το Παγκόσμιο Σχέδιο δημιουργήθηκε από ανθρώπους που ανήκαν σε μια βασανισμένη γενιά. Μια γενιά που είχε βιώσει τη φτώχεια, τη βαθιά αίσθηση απώλειας, τις αγωνίες που είχαν γεννηθεί από την παραλίγο κατάρρευση του καπιταλισμού και από ένα συνεπακόλουθο πόλεμο απάνθρωπων διαστάσεων.
Επιπρόσθετα, επρόκειτο για μορφωμένους ανθρώπους που κατανοούσαν μέχρι μυελού οστών πόσο επιρρεπείς είναι σε ακαριαίες καταρρεύσεις οι αγορές εργασίας και χρήματος. Οι εμπειρίες τούς είχαν χαλυβδώσει την αποφασιστικότητα τους να μην επιτρέψουν στον καπιταλισμό να διολισθήσει ξανά σε μια Μεγάλη Υφεση όσο εκείνοι ήταν στην εξουσία. Θα έκαναν οτιδήποτε έκριναν αναγκαίο για να αποτρέψουν μια νέα τέτοιου είδους κρίση. Την αίσθηση αυτού του ιστορικού καθήκοντος ενδυνάμωνε παράλληλα ο φόβος ότι μια αποτυχία του Παγκόσμιου Σχεδίου τους θα επέτρεπε στη σοβιετική αρκούδα να σπάσει την αλυσίδα που τη συγκρατούσε και να καταλύσει την αστική δημοκρατία που μόνο οι ΗΠΑ είχαν μείνει ικανές να περιφρουρούν.
Όλοι σχεδόν οι New Dealers είχαν επηρεαστεί από το έργο του John Maynard Keynes και είχαν λάβει σοβαρά υπόψη τους τη ζωτικής σημασίας συμβουλή του ότι δεν μπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη στην ικανότητα των αγορών να οργανώνονται με τρόπο που να συνάδει με τη σταθερότητα και την ευημερία. Όμως, ο Ψυχρός Πόλεμος, τον οποίο οι New Dealers διεξήγαγαν παράλληλα με τη διαχείριση του Παγκόσμιου Σχεδίου, αλλά και η εγγύτητα τους με το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα, τους εμπόδιζαν να αντιληφθούν αυτό που είχε συμπεράνει ο Keynes: ότι είναι επιτακτική ανάγκη να δημιουργηθεί ένας καλά θεσμοθετημένος, αντικειμενικός, διεθνώς διαχειριζόμενος Μηχανισμός Ανακύκλωσης των Πλεονασμάτων.
Πολλοί σχολιαστές έχουν επισημάνει το βαθύ χάσμα που χώριζε τη νοοτροπία των New Dealers από τον ευρωπαϊκό, ή βρετανικό, κεϊνσιανισμό. Πρώτα απ' όλα, ενώ ο Keynes ήταν πεπεισμένος ότι ο παγκόσμιος καπιταλισμός απαιτούσε ένα συνεργατικό μη ιμπεριαλιστικό Παγκόσμιο Μηχανισμό Ανακύκλωσης των Πλεονασμάτων, οι New Dealers επιδίωκαν, αλλά και ήταν υποχρεωμένοι, να προσαρμόσουν το Παγκόσμιο Σχέδιο τους στο πλαίσιο των επιταγών του Ψυχρού Πολέμου και της επίτευξης της αμερικανικής ηγεμονίας. Ακόμα, αντίθετα με τον Keynes, οι New Dealers είχαν από πολύ νωρίς απορρίψει κάθε ιδέα αντιπαράθεσης με τους μεγαλοεπιχειρηματίες.
Όταν ξεκίνησε η σφαγή στα πεδία των μαχών του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, η πολεμική προσπάθεια έφερε κοντά τους New Dealers με τους μεγαλοβιομήχανους. Για να νικήσουν στον πόλεμο, αλλά και για να αποτρέψουν μια νέα Μεγάλη Ύφεση, αισθάνονταν ότι ήταν σημαντικό η κυβέρνηση των ΗΠΑ να κρατά το πηδάλιο τόσο στο εγχώριο όσο και στο διεθνές επίπεδο την ώρα που οι αμερικανικές πολυεθνικές εταιρείες θα δρούσαν ως αποτελεσματικοί πρεσβευτές των αμερικανικών οικονομικών συμφερόντων τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό. Αυτό, όμως σήμαινε την επιβολή μιας ηγεμονίας η οποία δεν μπορούσε να παραχωρήσει σε κάποιο διεθνή φορέα (όπως η Διεθνής Νομισματική Ένωση, την οποία είχε προτείνει ο Keynes) το δικαίωμα να περιορίζει τα αμερικανικά πλεονάσματα ή τη δυνατότητα της Washington να μεσολαβεί ανάμεσα σε συγκρουόμενα συμφέροντα των συμμάχων της Αμερικής.
Αυτό που καθιστά συναρπαστική την προσπάθεια των New Dealers είναι ότι ο παρεμβατικός κεϊνσιανισμός τους συνδυαζόταν με τολμηρές πρωτοβουλίες και με μια συνεχή διάδραση ανάμεσα στον οικονομικό σχεδιασμό τους και στις απαιτήσεις του Ψυχρού Πολέμου. Υπό αυτή την έννοια, το Παγκόσμιο Σχέδιο συμπεριλάμβανε:
α) τη δημιουργία των ζωνών του μάρκου και του γεν μέσω κεφαλαιακών ενέσεων και πολιτικών παρεμβάσεων προς όφελος της Γερμανίας και της Ιαπωνίας και
β) την προσεκτική διαχείριση της συνολικής ζήτησης στο εσωτερικό των Ηνωμένων Πολιτειών, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τα συμφέροντα της Ευρώπης και της Άπω Ανατολής.

Το Παγκόσμιο Σχέδιο και η Εγχώρια Πολιτική των ΗΠΑ

Ο φόβος ότι το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου θα σηματοδούσε την έναρξη μιας νέας περιόδου οικονομικής κάμψης ώθησε τους New Dealers να στραφούν σε δύο λύσεις. Την πρώτη τηνείδαμε πιο πάνω: τη δολαριοποίηση Ευρώπης και Ιαπωνίας προκειμένου να δημιουργηθεί ζήτηση για τις αμερικανικές εξαγωγές. Το δεύτερο σύνολο πολιτικών αφορούσε την εγχώρια οικονομία και συμπεριλάμβανε, υπό την καθοδήγηση της Washington, τρεις επίπλέον πηγές ζήτησης και εσωτερικής σταθερότητας:
•  το πρόγραμμα των Διηπειρωτικών Βαλλιστικών Πυραύλων [ICBM],
•  τούς Πολέμους της Κορέας και του Βιετνάμ,
• το πρόγραμμα των Νέων Συνόρων του προέδρου John Kennedy και, κυρίως, το πρόγραμμα της Μεγάλης Κοινωνίας  του προέδρου Lyndon Johnson.
Το πρόγραμμα ICBM ενίσχυσε ιδιαίτερα τις αμερικανικές εταιρείες σε μια περίοδο που ήταν έτοιμες να παραπονεθούν ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ επένδυε πιο πολύ στο ιαπωνικό και στο γερμανικό κεφάλαιο παρά σε εκείνες. Φυσικά, τα μεγαλύτερα οφέλη αποκόμισαν οι εταιρείες που συνδέονταν με αυτό που ο πρόεδρος D. Eisenhower είχε αποκαλέσει απαξιωτικά το «Στρατιωτικό-Βιομηχανικό Σύμπλεγμα» [Παρόλο που ο ίδιος ο Eisenhower ήταν ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του στρατιωτικού κατεστημένου, έχοντας αναρριχηθεί στη θέση του αρχιστράτηγου των ΗΠΑ κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο].Χάρη στην ιδιαίτερη μεταχείριση του από τις κυβερνήσεις, το Στρατιωτικό-Βιομηχανικό Σύμπλεγμα συνέβαλε καθοριστικά στην ανάπτυξη του συμπλέγματος βιομηχανιών υψηλής τεχνολογίας Αεροναυτικής-Υπολογιστών-Ηλεκτρονικών: έναν παντοδύναμο οικονομικό τομέα που σε μεγάλο βαθμό ήτα αποκομμένος από την υπόλοιπη οικονομία των ΗΠΑ, αλλά διαδραμάτισε, και διαδραματίζει, κεντρικό ρόλο στην αυξανόμενη ισχύ της.
Παρόλο που το Παγκόσμιο Σχέδιο είχε θετικό αντίκτυπο στην εγχώρια αμερικανική οικονομία, η ανάπτυξη της υπήρξε ανισομερής. Αυτή η ανισομέρεια αποδεικνύεται από το γεγονός ότι επιμέρους τομείς της οικονομίας των ΗΠΑ που δε συνδέονταν με το Σύμπλεγμα Αεροναυτικής-Υπολογιστών-Ηλεκτρονικών δεν έφτασαν ποτέ στο ίδιο επίπεδο ανάπτυξης με τις οικονομίες της Γερμανίας και της Ιαπωνίας ή της υπόλοιπης αμερικανικής οικονομίας. Το γεγονός ότι ο βασικός στόχος της Washington δεν ήταν να ενισχύσει το σύνολο των αμερικανικών εταιρειών (παρόλο που ασφαλώς, ήταν ένας από τους δευτερεύοντες στόχους της) καταδεικνύεται από την «αναλγησία» με την οποία η Washington επέβαλλε, όποτε το θεωρούσε χρήσιμο, πολιτικές (π.χ. απελευθέρωση της εισαγωγής γερμανικών και ιαπωνικών αυτοκινήτων, ηλεκτρικών συσκευών) που λειτουργούσαν εις βάρος των αμερικανικών πολυεθνικών εταιρειών και προς όφελος της γερμανικής και της Ιαπωνικής οικονομίας.
Η ανισομερής κατανομή του πλούτου στις Ηνωμένες Πολιτείες για μια περίοδο αυξανόμενων προσδοκιών (που δε σχετίζονταν όλες με το εισόδημα) προκάλεσε σημαντικές κοινωνικές εντάσεις στο εσωτερικό της χώρας, στην επίλυση των οποίων αποσκοπούσαν οι δημόσιες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος της Μεγάλης Κοινωνίας στα τέλη της δεκαετίας του 1960. Τόσο ο πρόεδρος Kennedy όσο και ο διάδοχος του Lyndon Johnson προώθησαν μια σειρά από κοινωνικά προγράμμματα για να αντιμετωπιστεί το γεγονός ότι τα εγχώρια οφέλη του Παγκόσμιου Σχεδίου κατανέμονταν τόσο άδικα ώστε υπονομευόνταν η κοινωνική συνοχή σε σημαντικά αστικά κέντρα και περιοχές. Προκειμένου αυτές οι φυγόκεντρες δυνάμεις να μη βλάψουν το Παγκόσμιο Σχέδιο, τα προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας απέκτησαν δική τους δυναμική.
Για να  κατανοήσουμε τη σημασία των κοινωνικών προγραμμάτων των Kennedy-Johnson, πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι το 1955 μέχρι την εκλογική νίκη του Kennedy το 1960 επιβραδύνθηκε η μεγέθυνση της αμερικανικής οικονομίας, επηρεάζοντας έντονα κυρίως τους φτωχούς και τους περιθωριοποιημένους. Ύστερα από οκτώ χρόνια ρεπουμπλικανικής διακυβέρνησης (1952-1960) ο Kennedy κέρδισε τις εκλογές παρουσιάζοντας στον αμερικανικό λαό ένα προεκλογικό πρόγραμμα που είχε έμμεσες αναφορές στο New Deal. Το μανιφέστο των λεγόμενων Νέων Συνόρων υποσχόταν να αναβιώσει το πνεύμα του New Deal μέσω δαπανών για την εκπαίδευση, την υγεία, τις υποδομές, τις μεταφορές, την προστασία του περιβάλλοντος, τα δημόσια ραδιοτηλεοπτικά μέσα, την έρευνα στις ανθρωπιστικές επιστήμες κ.λπ.
Μετά τη δολοφονία του Kennedy, και ιδίως μετά τη σαρωτική εκλογική του νίκη το 1964, ο πρόεδρος Johnson  ενσωμάτωσε πολλές από τις μέχρι τότε μη υλοποιημένες πολιτικές των Νέων Συνόρων στο ακόμα πιο φιλόδοξο πρόγραμμα του το οποίο ονόμασε «Μεγάλη Κοινωνία». Πράγματι, αν ο Johnson δεν είχε κλιμακώσει την αμερικανική εμπλοκή στον Πόλεμο του Βιετνάμ, ίσως να είχε απλώς μείνει στην ιστορία για το εξαιρετικό πρόγραμμα της Μεγάλης Κοινωνίας, το οποίο όχι μόνο υποσχέθηκε αλλά και εφάρμοσε. Στην ουσία, σε μερικά χρόνια καθυπέταξε σε μεγάλο βαθμό τη φτώχεια της λευκής εργατικής τάξης, την ίδια εποχή που, ερχόμενος σε σύγκρουση με τους δικούς του ψηφοφόρους (ιδίως στις νότιες Πολιτείες από όπου και καταγόταν), εξάλειφε το θεσμοθετημένο ρατσισμό.

Η Μεγάλη Κοινωνία [Great Society) του Lyndon Johnson.

Το πρόγραμμα της Μεγάλης Κοινωνίας θα μείνει στην ιστορία ως ταφόπλακα του αμερικάνικου απαρτχάιντ, ιδίως στις νότιες Πολιτείες. Τη διετία 1964-1966 τέσσερις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου υλοποίησαν αυτό το μείζονα μετασχηματισμό της αμερικανικής κοινωνίας. Επιπλέον, το πρόγραμμα της Μεγάλης Κοινωνίας συνδύαζε την έντονη κεϊνσιανική επεκτατική μακροοικονομική πολιτική (κρατούσε την ανεργία σε χαμηλό επίπεδο) με τον άνευ όρων πόλεμο κατά της φτώχειας. Από τα πρώτα μόλις χρόνια δαπανούνταν ετησίως ένα δισ. δολάρια σε διάφορα προγράμματα που προωθούσαν τις ευκαιρίες στην εκπαίδευση και εισήγαγαν την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη για τους ηλικιωμένους και άλλες ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού. Σε αριθμούς, όταν ξεκίνησε η υλοποίηση του προγράμματος, περισσότερο από το 22% των Αμερικανών ζούσε κάτω από το επίσημο όριο της φτώχειας. Όταν ολοκληρώθηκε το πρόγραμμα, το ποσοστό είχε πέσει κάτω από το 13%. Ακόμα πιο σημαντικό ήταν το γεγονός ότι τα αντίστοιχα ποσοστά για τους μαύρους Αμερικάνους μειώθηκαν από 55% το 1960 στο 27% το 1968. Παρόλο που αυτές οι βελτιώσεις δεν μπορούν να αποδοθούν αποκλειστικά στις δημόσιες δαπάνες που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος της Μεγάλης Κοινωνίας, το πρόγραμμα διαδραμάτισε μείζονα ρόλο στην άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων που «έβγαζαν μάτι» κατά τη διάρκεια μιας, κατά τα άλλα, περιόδου αυξανόμενης ευημερίας.

Συμπέρασμα: Η Χρυσή Εποχή του Καπιταλισμού.

Ο Gore Vidal είπε κάποτε ότι το πρόβλημα με τις χρυσές εποχές είναι ότι αν ζεις σε μια από αυτές όλα γύρω σου μοιάζουν... κίτρινα. Οι αναρίθμητοι Αμερικανοί που τη δεκαετία του 1960 κατέβαιναν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν εναντίον του αμερικανικου κατεστημένου, το οποίο ήταν κάτι μεγαλύτερο και ισχυρότερο από την κυβέρνηση στην Washington, σε καμιά περίπτωση δε θεωρούσαν την περίοδο που ζούσαν χρυσή. Ωστόσο, έκ των υστέρων και μέσα από το σημερινό πρίσμα είναι εύκολο να τη ζηλέψουμε. Ήταν μια εποχή όπου οι κυβερνώντες πίστευαν πραγματικά ότι μπορούσαν να εξορθολογήσουν τον παγκόσμιο καπιταλισμό, να σχεδιάσουν συνθήκες διηπειρωτικής σταθερότητας και ανάπτυξης. Συγκρίνοντας τους με τη σημερινή γενιά των πολιτικών, οι οποίοι πολιτεύονται βάσει των δημοσκοπήσεων και έχουν ως μοναδικό λόγο ύπαρξης να είναι αρεστοί στους τραπεζίτες, στην Wall Street, στα λογιών λογιών λόμπι και επιχειρηματικά συμφέροντα, δεν είναι δύσκολο να αναπολούμε με νοσταλγία την πρώτη μεταπολεμική περίοδο - την εποχή του Παγκόσμιου Σχεδίου.
Το Παγκόσμιο Σχέδιο, που διήρκεσε από το 1950 έως το 1971, συνοψιζόταν σε μια απλή ιδέα: ένα σύστημα σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών που συνέδεε μεταξύ τους τις καπιταλιστικές οικονομίες μέσω ενός συγκεκριμένου Παγκόσμιου Μηχανισμού Ανακύκλωσης Πλεονασμάτων, ο οποίος προστάτευε το σύστημα από τις φυγόκεντρες δυνάμεις που απειλούσαν να το διαλύσουν Πώς λειτουργούσε ο συγκεκριμένος Παγκόσμιος Μηχανισμός Ανακύκλωσης Πλεονασμάτων; Η κεντρική ιδέα ήταν πως οι Ηνωμένες Πολιτείες θα παρέμεναν πλεονασματικές ως προς τη ροή εμπορευμάτων, αλλά παράλληλα μεγάλο μέρος των κερδών από αυτό το πλεόνασμα θα το επανεξήγαν στην Ευρώπη και στην Ιαπωνία είτε με τη μορφή άμεσων επενδύσεων είτε με τη χορήγηση οικονομικής βοήθειας. Έτσι θα τους επέτρεπαν να συνεχίσουν ν' αγοράζουν αμερικανικά προϊόντα. Παράλληλα, όμως, και αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για την Ελλάδα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα διασφάλιζαν ότι η Ιαπωνία και η Γερμανία θα διατηρούσαν πλεονάσματα στα ισοζύγια των εμπορικών τους συναλλαγών σε περιφερειακό επίπεδο, ακόμα κι αν αυτό απέβαινε εις βάρος των αμερικανικών εξαγωγών.
Το πιο εντυπωσιακό στοιχείο του Παγκόσμιου Σχεδίου ήταν η καταπληκτική προσαρμοστικότητα του, ο τρόπος με τον οποίο οι διαδοχικές κυβερνήσεις των ΗΠΑ τροποποιούσαν το Σχέδιο κάθε φορά που κάποια από τις επιμέρους προβλέψεις του έπεφτε έξω λόγω απρόβλεπτων εξελίξεων. Οι αμερικανικές πολιτικές απέναντι στην Ιαπωνία είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα: μετά την αναπάντεχη νίκη του Μάο και την ακύρωση του αρχικού σχεδιασμού να μετατραπεί η ενδοχώρα της Κίνας σε μια τεράστια αγορά για τα ιαπωνικά βιομηχανικά προϊόντα, οι διαμορφωτές της αμερικάνικης πολιτικής αντέδρασαν με μια σειρά εμπνευσμένων απαντήσεων:
•  Μετέτρεψαν τον Πόλεμο της Κορέας σε μια εξαιρετική ευκαιρία να τονώσουν τη ζήτηση για τα προϊόντα του ιαπωνικού βιομηχανικού τομέα.
•  Χρησιμοποίησαν την επιρροή τους στους συμμάχους της Αμερικής για να επιτρέψουν την απρόσκοπτη εισαγωγή των ιαπωνικών αγαθών στις αγορές τους.
•Το πιο παράδοξο, η Washington αποφάσισε να μετατρέψει την εγχώρια αγορά της Αμερικής σε ζωτικό χώρο για την Ιαπωνία.Πράγματι, η διείσδυση των ιαπωνικών εξαγωγών (αυτοκίνητα, ηλεκτρονικές συσκευές, ακόμα και υπηρεσίες) στην αγορά των ΗΠΑ θα ήταν αδύνατη χωρίς τη συγκατάθεση της Washington.
•  O Πόλεμος του Βιετνάμ, που διαδέχτηκε τον Πόλεμο της Κορέας, χρησιμοποιήθηκε επίσης για να δοθεί περαιτέρω ώθηση στην ιαπωνική βιομηχανία. Πράγματι, μια παράπλευρη ευνοϊκή συνέπεια εκείνης της ανθρωποσφαγής ήταν η εκβιομηχάνιση της νοτιοανατολικής Ασίας, η οποία με τη σειρά της ενίσχυσε την Ιαπωνία, προσφέροντας της επιτέλους τον κρίκο που έλειπε: μια ζωτική ζώνη εμπορίου σε κοντινή απόσταση.
Τα παραπάνω δεν υπονοούν ότι τα ψυχροπολεμικά γεράκια στο Πεντάγωνο και σε άλλες κυβερνητικές υπηρεσίες προώθησαν συνειδητά το Παγκόσμιο Σχέδιο των New Dealers. Παρόλο που γνώριζαν πολύ καλά την ύπαρξη του, όπως αποδεικνύεται από την ανάμειξη της στρατιωτικής ηγεσίας στο Σχέδιο Marshal, είχαν τη δική τους γεωπολιτική ατζέντα. Ενώ οι στρατηγοί, το Πεντάγωνο και το Υπουργείο Εξωτερικών κατέστρωναν τα ψυχροπολεμικά στρατηγικά σχέδια τους, οι οικονομικοί σχεδιαστές της Washington προσέγγισαν τους πολέμους της Κορέας και του Βιετνάμ μέσα από ένα εντελώς διαφορετικό πρίσμα.

Σε ένα πρώτο επίπεδο θεωρούσαν ότι οι πόλεμοι αυτοί είχαν καταλυτική σημασία για να συνεχιστεί απρόσκοπτα η προμήθεια της Ευρώπης και της Ιαπωνίας με φτηνές πρώτες ύλες. Ωστόσο, σε ένα δεύτερο επίπεδο συνειδητοποίησαν ότι είχαν μπροστά τους μια μοναδική ευκαιρία για να δημιουργήσουν, μέσω της χρηματοδότησης των δύο πολέμων, το ζωτικό οικονομικό χώρο που ο Μάο είχε στερήσει από την Ιαπωνία «τους». Πράγματι, δεν είναι υπερβολικός ο ισχυρισμός ότι χωρίς αυτούς τους δύο πόλεμους που χρηματοδοτήθηκαν από τις ΗΠΑ οι «οικονομικές τίγρεις» τη νοτιοανατολικής Ασίας (Κορέα, Ταϊλάνδη, Μαλαισία και Σιγκαπούρη, χώρες που σύντομα θα μετατρέπονταν για την Ιαπωνία σε αυτό που ήταν η Γαλλία και η Ισπανία για τη Γερμανία) δε θα είχαν ποτέ αναδυθεί, αφήνοντας τις ΗΠΑ τη μοναδική μεγάλη αγορά για τα ιαπωνικά βιομηχανικά προϊόντα.
Κρίνοντας εκ των υστέρων, αλλά και βάσει της εξαιρετικά μεγάλης κλίμακας του για τα «ανθρώπινα μεγέθη», το Παγκόσμιο Σχέδιο αποδείχτηκε εξαιρετικά επιτυχημένο. Μετά το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, όχι μόνο οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι υπόλοιπες χώρες της Δύσης δε βυθίσιηκαν σε μια καινούρια ύφεση (όπως πολλοί φοβούνταν ότι θα συνέβαινε εξαιτίας της αναπόφευκτης μείωσης των δημόσιων δαπανών μετά το τέλος του πόλεμου), αλλά αντίθετα η ανθρωπότητα βίωσε μια περίοδο θρυλικής οικονομικής μεγέθυνσης και σταθερότητας.
Παρατηρούμε πως οι Ευρωπαίοι και οι Ιάπωνες εκκινούσαν, όπως είναι φυσιολογικό, από ένα επίπεδο πολύ πιο χαμηλό από εκείνο των Ηνωμένων Πολιτειών. Όμως, λόγω της ανακύκλωσης πλεονασμάτων προς την Ευρώπη και την Ιαπωνία, οι χώρες αυτές αναπτύχθηκαν με ταχύτερο ρυθμό και κάλυψαν το χαμένο έδαφος. Παράλληλα, η Αμερική συνέχισε να αναπτύσσεται καθώς ο υπόλοιπος δυτικός κόσμος αγόραζε τα προϊόντα της. Η πιο πάνω εικόνα γενικευμένης ανάπτυξης δε δημιουργήθηκε αυθόρμητα, αλλά χάρτη στο Παγκόσμιο Σχέδιο που περιλάμβανε μεγάλης κλίμακας, φιλόδοξες προσπάθειες που απώτερο στόχο είχαν να μην επαναληφθεί η τραγωδία του Μεσοπολέμου στη μεταπολεμική εποχή.
Παρόλο που το Παγκόσμιο Σχέδιο καταρτίστηκε προκειμένου να εδραιωθεί και να επαυξηθεί η αμερικανική ηγεμονία, οι Ηνωμένες Πολιτείες κατανόησαν ότι αυτό μπορεί να γίνει μόνο εφόσον οι ίδιες συστηματικά επενδύουν μέρος των πλεονασμάτων τους στην Ιαπωνία και στη Γερμανία. Για να διατηρηθεί η αμερικανική ευημερία και η οικονομική μεγέθυνση, η Washington πάσχιζε να μοιράζεται την παγκόσμια «πίτα» με τους προστατευόμενους της: ενώ κατά τη διάρκεια του Παγκόσμιου Σχεδίου οι ΗΠΑ έχασαν σχεδόν το 20% από το μερίδιο τους στο παγκόσμιο ΑΕΠ, η Γερμανία είδε το μερίδιο της να αυξάνεται κατά 18% και η Ιαπωνία το δικό της κατά 156,7%! Όμως έτσι η Αμερική κατάφερε να συνεχίσει να αναπτύσσεται, να ευημερεί και να ηγεμονεύει.

Ποσοστιαία αλλαγή του ανά χώρα μεριδίου οτο παγκόσμιο ΑΕΠ
                          ΗΠΑ    Γερμανία    Ιαπωνία    Βρετανία    Γαλλία
1950-1972    -19,3%    + 18%    + 156,7%    -35,4%    +4,9%

Επρόκειτο μήπως για ένα είδος διεθνιστικού αλτρουισμού; Ασφαλώς όχι. Μετά το 1945 στον πυρήνα της σκέψης των New Dealers βρισκόταν η έντονη αγωνία αναφορικά με την εγγενή αστάθεια ενός παγκόσμιου συστήματος που βασιζόταν σε ένα μόνο νόμισμα. Πράγματι, τίποτε άλλο δεν τους προβλημάτιζε τόσο πολύ όσο οι αναμνήσεις του 1929 και της Ύφεσης που ακολούθησε. Αν μια Κρίση παρόμοιας δριμύτητας έπληττε τον παγκόσμιο καπιταλισμό όσο ακόμα στηριζόταν σε ένα μόνο πόδι (το δολάριο), το μέλλον φάνταζε εξαιρετικά δυσοίωνο, ιδίως αν λάβουμε υπόψη τη ραγδαία, την εποχή εκείνη, οικονομική μεγέθυνση της Σοβιετικής Ένωσης (της οποίας η οικονομία μάλιστα δεν κινδύνευε να μολυνθεί από τις καπιταλιστικές κρίσεις). Ως εκ τουτου, οι New Dealers επιδίωξαν να διασφαλίσουν το μέλλον του καπιταλισμού μέσω του σχηματισμού ενός διεθνούς συστήματος που θα αποτελούνταν από τρεις νομισματικές ζώνες (δολάριο, μάρκο, γεν), με τη ζώνη του δολαρίου να δεσπόζει [Αντικατοπτρίζοντας την κεντρική θέση του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού τομέα, αλλά και το γεγονός ότι η πρόσβαση της Γερμανίας και της Ιαπωνίας σε πρώτες ύλες διασφαλιζόταν χάρη στις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις]. Για τους New Dealers, το Παγκόσμιο Σχέδιο αποτελούσε τη μεγάλη ελπίδα για το μεταπολεμικό κόσμο.
Αναπόσπαστο μέρος αυτού του αμερικανικού οράματος ήταν και η ιδέα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσηςΣτην Ευρώπη αρεσκόμαστε να λέμε, και να πιστεύουμε, ότι η Ενωμένη Ευρώπη ήταν δική μας ιδέα, και μάλιστα μια ιδέα που απώτερο στόχο είχε να δημιουργήσουμε έναν προμαχώνα εναντίον της αμερικανικής ηγεμονίας. Ψέματα! Ή τουλάχιστον ανακρίβεια (για να μη χρησιμοποιήσω τόσο βαριά κουβέντα). Το παραμύθι αυτό το λέμε στον εαυτό μας για λόγους δικής μας, εσωτερικής κατανάλωσης. Πρόκειται για το «γενεσιουργό μύθο» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με έμφαση στη λέξη «μύθος». Αντίστοιχα, η ιδέα ότι η ιαπωνική οικονομία μεγεθύνθηκε εναντίον των συμφερόντων των Ηνωμένων Πολιτειών δεν μπορεί να αντέξει στη σοβαρή κριτική. Όσο παράδοξο κι αν μας φαίνεται σήμερα, πίσω από τη διαδικασία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και του βιομηχανικού θαύματος της Ιαπωνίας βρίσκονταν οι παρατεταμένες και επίμονες προσπάθειες των διαμορφοτών της αμερικανικής πολιτικής να σχεδιάσουν και να συντηρήσουν αυτές τις δύο διαδικασίες, παρά τις αρνητικές επιπτώσεις που είχαν για πολλές αμερικανικές εταιρείες η άνοδος της Ευρώπης και η ανατολή της Ιαπωνίας.
Αν το Παγκόσμιο Σχέδιο μας προσφέρει σήμερα ένα δίδαγμα, αυτό δεν είναι άλλο από τη σκέψη πως η καλύτερη στιγμή του παγκόσμιου καπιταλισμού ήρθε όταν, στο τέλος του Μεγάλου Πολέμου που ακολούθησε τη Μεγάλη Ύφεση, οι διαμορφωτές της πολιτικής στην ισχυρότερη χώρα του πλανήτη αποφάσισαν να διαδραματίσουν ηγεμονικό ρόλο. Τι ρόλο; Ένα ρόλο που δεν περιοριζόταν στην άσκηση στρατιωτικής και πολιτικής ισχύος, αλλά (που για να είναι πραγματικά ηγεμονικός αντί απλώς αυταρχικός) συνεπαγόταν και τη μαζική αναδιανομή των πλεονασμάτων της χώρας αυτής σε όλο τον πλανήτη. Μια ανακύκλωση την οποία είναι ανίκανος να πραγματοποιήσει ο μηχανισμός των αγορών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου