Η Τουρκάνα είναι μια άνυδρη και απομονωμένη περιοχή στη βορειοδυτική
Κένυα, που βρέθηκε στο επίκεντρο κατά τη διάρκεια του πρόσφατου λιμού.
Εδώ ζει μια από τις πιο παραδοσιακές φυλές της χώρας, που έχει πάρει το
όνομά της από τον τόπο που τη φιλοξενεί. Οι Τουρκάνα είναι νομάδες
κτηνοτρόφοι. Επί αιώνες είχαν μάθει να επιβιώνουν σε αυτή τη σκληρή γη,
εξαρτώμενοι από τις περιόδους των βροχών.
Όμως η εντεινόμενη ξηρασία των τελευταίων χρόνων απειλεί πλέον την
ίδια τους την ύπαρξη. Τα ζώα τους πεθαίνουν από την πείνα και τη δίψα,
ενώ όσο σκληρά κι αν δουλεύουν τη γη, αυτή δε μπορεί να παράγει χωρίς
νερό. Η τελευταία περίοδος ξηρασίας που έπληξε το Κέρας της Αφρικής χαρακτηρίστηκε ως η χειρότερη των τελευταίων 60 ετών.
«Εγώ είχα δύο κατσίκες, δύο όχι πέντε, και όλες πέθαναν. Και ήταν
τόσο αδύναμες που δε μπορούσαμε καν να τραφούμε από αυτές, ακόμα κι
όταν πέθαναν», μας εξιστορεί η Έσεκον Λοκογιέν. «Είχα και ένα
μικρό χωράφι, αλλά δεν είχε σημασία, γιατί οι καλλιέργειες που βάζαμε
καίγονταν απ’ τον καυτό ήλιο πριν παράγουν ο,τιδήποτε». Οι
Τουρκάνα έχασαν κάθε μέσο για να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους. Ακόμα
και οι άγριοι καρποί που θα μπορούσαν να τους προσφέρουν μια ελάχιστη
τροφή είχαν γίνει πια εξαιρετικά σπάνιοι.
«Λόγω των αλλεπάλληλων περιόδων ξηρασίας, τα επίπεδα υποσιτισμού
πραγματικά εκτοξεύτηκαν. Όταν το ανώτερο παγκόσμιο όριο υποσιτισμού
είναι 15%, σε κάποιες περιοχές της Τουρκάνα ήταν πάνω από 37%»,
σημειώνει η Ρόουζ Ογκόλα, εκπρόσωπος του Παγκόσμιου Επισιτιστικού
Οργανισμού- WFP στην Κένυα.
ΧΡΟΝΙΚΟ ΠΡΟΑΝΑΓΓΕΛΘΕΝΤΩΝ ΘΑΝΑΤΩΝ
Περίπου 100.000 χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους κατά τη
διάρκεια του λιμού στη Σομαλία, την Κένυα και την Αιθιοπία. 29.000 ήταν
παιδιά κάτω των 5 ετών.
Κι όμως, αυτή η ξηρασία είχε προβλεφθεί και θα είχαν σωθεί ζωές αν το σύστημα λειτουργούσε διαφορετικά.
Μετά το βιβλικό λιμό που έπληξε την Αιθιοπία το '84-'85 με ένα
εκατομμύριο θύματα, η αμερικάνικη κυβέρνηση δημιούργησε ένα σύστημα
πρόγνωσης για επικίνδυνες ξηρασίες, προκειμένου να μην επαναληφθούν ποτέ
πια τέτοιες τραγωδίες στο μέλλον. Το σύστημα αυτό ήδη από το 2010 είχε
προειδοποιήσει για το τι επρόκειτο να συμβεί.
«Το είχαμε προβλέψει και προειδοποιούσαμε μήνες πριν. Οι γνώσεις
μας αυτό τον καιρό είναι τόσο εξελιγμένες που ξέρουμε μήνες μπροστά.
Προειδοποιούσαμε πριν καν υπάρξει η κρίση», αποκαλύπτει η Μπετίνα Λούσερ, εκπρόσωπος του WFP.
«Έχασα την αδερφή μου», μας λέει η κ. Ατιένγκο. «Ήταν ηλικιωμένη και πολύ αδύναμη, έλιωσε από την πείνα και τη δίψα. Δε
μιλούσε καθόλου, κοιμόταν εδώ όλη μέρα και κάποια στιγμή έφυγε. Ήταν
τότε που κρατούσαμε το στομάχι μας με κάτι κουρέλια. Το φαγητό ήρθε
αργά, πέντε μήνες αφότου πέθανε».
Σε κάθε σπίτι έχουν να σου πουν μια παρόμοια ιστορία, για ένα γείτονα, ένα συγγενή. Σε κάθε χωριό υπάρχουν πρόχειροι τάφοι. Οι Τουρκάνα, όπως και τόσοι άλλοι στις γειτονικές χώρες, αφέθηκαν να λιμοκτονήσουν. Έπρεπε πρώτα άνθρωποι να πεθάνουν, και μετά να κινητοποιηθεί η διεθνής κοινότητα.
"Δυστυχώς η διεθνής κοινότητα προσέχει μόνο αν δει παιδιά που πεθαίνουν", λέει η Μπετίνα Λούσερ. "Όταν
το θέμα γίνεται πιο ενδιαφέρον για τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, τότε
τείνεις να έχεις έντονη ανταπόκριση από το κοινό, κάτι που είναι
εξαιρετικά βοηθητικό", εξηγεί ο Μάρκ Μπάουντεν, στέλεχος του ΟΗΕ. "Πιέζουν
τους πολιτικούς σε δράση. Όταν το κοινό ενδιαφέρεται, τότε οι πολιτικοί
γνωρίζουν πως πρέπει να ανταποκριθούν, επειδή η κοινή γνώμη περιμένει
από αυτούς να κάνουν κάτι".
Η ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΑ ΩΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ
Δεν είναι η πρώτη φορά που η φυλή των Τουρκάνα έρχεται σε επαφή με
τους λευκούς των Μ.Κ.Ο και των διεθνών οργανισμών. Η χρόνια πείνα
μαστίζει το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού τους. Λαμβάνουν βοήθεια τα
τελευταία 15 χρόνια. Ανήκουν στους σχεδόν ένα δισεκατομμύριο ανθρώπους
που δεν έχουν πρόσβαση στην καθημερινή τους τροφή. Η χρόνια
πείνα, παρ’ όλο που σπάνια φτάνει στα βραδινά δελτία, είναι θανάσιμη και
αφήνει πίσω της κάθε χρόνο 50 εκατομμύρια νεκρούς.
Για να αντιμετωπίσει την πείνα, η διεθνής κοινότητα έχει επιλέξει ως λύση τη διανομή φαγητού σε όσους το έχουν ανάγκη. Ωστόσο,
από τη γέννησή της το 1954 έως σήμερα, η επισιτιστική βοήθεια δεν ήταν
ποτέ ζήτημα απλώς ανθρωπισμού. Ήταν θέμα οικονομικών και πολιτικών
συσχετισμών, με βασικό πρωταγωνιστή τις Η.Π.Α. «Ο απλός
λόγος για τον οποίο όλοι εστιάζουν στην αμερικάνικη πολιτική για την
επισιτιστική βοήθεια, είναι ότι οι Η.Π.Α παρέχουν το 50-60% της
παγκόσμιας επισιτιστικής βοήθειας κάθε χρόνο», εξηγεί ο Κρις Μπάρετ, Καθηγητής Αγροτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Κορνέλ.
Ο Πρόεδρος Αϊζενχάουερ ήταν αυτός που το 1954 θέσπισε πρώτη φορά την
παροχή επισιτιστικής βοήθειας, με τον περίφημο νόμο 480. Ήταν ένας
πρόσφορος τρόπος να διατεθούν τα αγροτικά πλεονάσματα της χώρας,
αποτελώντας ταυτόχρονα εργαλείο οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής. Το
1961, ο πρόεδρος Κένεντι αναγνώρισε τον νόμο 480 ως θεμελιώδους
σημασίας για τις Η.Π.Α και τον μετονόμασε σε "Φαγητό για την Ειρήνη". Μέσα σε λίγες λέξεις καθόρισε ολόκληρη την αμερικανική πολιτική: «Το
φαγητό είναι δύναμη, το φαγητό είναι ειρήνη, το φαγητό είναι ελευθερία
και το φαγητό είναι μια βοήθεια προς τους λαούς, των οποίων επιθυμούμε
την καλή διάθεση και φιλία».
Έτσι κατά την περίοδο του ψυχρού πολέμου, μεγάλες ποσότητες
βοήθειας σε τρόφιμα κατευθύνθηκαν σε χώρες φιλικά προσκείμενες προς τις
Η.Π.Α, κάτι που συνεχίζεται ως τις μέρες μας.
«Αν μιλάμε για διπλωματία, είναι ένας πολύ συγκεκριμένος τρόπος
προκειμένου να προωθήσεις την εθνική σου ατζέντα προς κάποιο άλλο
κράτος», σημειώνει σκωπτικά ο Τζέιμς Σικουάτι, φιλελεύθερος οικονομολόγος της Κένυας. «Αν
δείτε για παράδειγμα στην εκπαίδευση ζώων, θα δείτε ότι εκπαιδεύουν
τους ελέφαντες και τους χιμπατζήδες χρησιμοποιώντας φαγητό, έτσι δεν
είναι; Του δίνουν ένα μικρό μπισκότο ή κέρασμα. Έτσι κι εδώ, την επόμενη
φορά που οι Αμερικάνοι θα σου πουν «πήδα», εσύ θα πηδήξεις. Καταλάβατε
τι εννοώ;».
ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΟΦΕΛΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ
Ο νόμος 480 προέβλεπε ότι οι ΗΠΑ παρέχουν βοήθεια σε είδος,
με προϊόντα που έχουν καλλιεργηθεί σε αμερικανικό έδαφος, και που το 75%
αυτών υποχρεωτικά πρέπει να μεταφερθεί από αμερικανικές ναυτιλιακές
εταιρείες. Έτσι, πέρα από την εξωτερική πολιτική, η
επισιτιστική βοήθεια είχε και άλλα οφέλη στο εσωτερικό της χώρας, για
τις μεγάλες αμερικάνικες εταιρείες τροφίμων και τις ναυτιλιακές
εταιρείες.
"Και αυτό σημαίνει ότι ο εφοπλιστής έχει μεγάλα συμφέροντα στην πολιτική της βοήθειας φαγητού", επισημαίνει ο Κρις Μπάρετ. "Και
είναι ένα τρομερά αποτελεσματικό λόμπι. Η κυβέρνηση των Ηνωμένων
Πολιτειών είναι η μοναδική κυβέρνηση στον κόσμο που δεν έχει κάνει καμία
ουσιαστική κίνηση στο να προμηθεύεται φαγητό τοπικά με σκοπό να
απαντήσει γρηγορότερα και πιο φθηνά στα επείγοντα φαγητού που
εμφανίζονται".
Το Γραφείο Κυβερνητικής Λογοδοσίας των Η.Π.Α, ο κρατικός οργανισμός
που ελέγχει το πού πηγαίνουν τα χρήματα του αμερικανού φορολογούμενου,
έχει επισημάνει το πρόβλημα: "Μέχρι να φτάσει το φαγητό από τα λιμάνια της Αμερικής στους ανθρώπους που το έχουν ανάγκη περνούν έως και 6 μήνες", λέει ο εκπρόσωπος του οργανισμού κ. Μελίτο. "Από
τα χρήματα που δίνονται, μόνο τα μισά πηγαίνουν για αγορά φαγητού. Τα
υπόλοιπα πηγαίνουν στις ναυτιλιακές εταιρείες και γενικά στη μεταφορά
του".
ΕΞΑΡΤΩΜΕΝΟΙ ΑΠ' ΤΗ ΒΟΗΘΕΙΑ
Η ημέρα που φτάνει το φαγητό στις κοινότητες που λιμοκτονούν είναι
μια μέρα χαράς. Στην Τουρκάνα, οι κάτοικοι υποδέχονται με τραγούδια τους
ανθρώπους των οργανισμών που έχουν αναλάβει τη διανομή. «Δε μου αρέσει να εξαρτώμαι από άλλους για την επιβίωσή μου, αλλά δε μπορώ να κάνω αλλιώς», μας λέει η Έσεκον Λοκογιέν. «Είμαστε
ευγνώμονες που οι άλλες χώρες νοιάζονται για το καλό μας. Η κυβέρνηση
της Κένυας ξέρει για τα προβλήματα που μας δημιουργεί η ξηρασία και τα
αγνοεί. Τους έχουμε πει να μας βάλουν παροχές νερού για τα χωράφια μας,
αλλά είναι σα να μιλάμε σε κουφούς».
Η κυβέρνηση της Κένυας έχει πράγματι εγκαταλείψει αυτή την επαρχία. Δεν υπάρχουν δρόμοι, νερό, ρεύμα, δεν υπάρχει τίποτα. Φαίνεται
πως η κυβέρνηση προτιμά να ζητάει βοήθεια από το εξωτερικό προκειμένου
να ταΐζει τους πεινασμένους της Τουρκάνα, παρά να κάνει έργα υποδομής
και ανάπτυξης στην περιοχή.
"Είναι ευκολότερο να καταχραστείς την επισιτιστική βοήθεια, παρά
να γυρνάς από χωριό σε χωριό και να μαζεύεις το 10% από τη σοδειά των
ανθρώπων", λέει ο Τζέιμς Σικουάτι. "Οι κυβερνητικοί υπάλληλοι
δηλώνουν το λιμό ως καταστροφή και αναθέτουν στις πολιτικές ελίτ την
εισαγωγή τροφίμων στη χώρα και έτσι γίνεται ακόμα ευκολότερο να
κερδίσεις περισσότερα χρήματα από την εισαγωγή τροφίμων, σε βάρος φυσικά
του λιμοκτονούντα πληθυσμού, αντί να επιτρέψεις στους Κενυάτες να
παράγουν μόνοι τους την τροφή τους".
Κι όμως, η Κένυα είναι μια αγροτική χώρα και η γεωργία αποτελεί την
ραχοκοκαλιά της οικονομίας. Μάλιστα, πριν τη δεκαετία του ’80, η χώρα
όχι μόνο παρήγαγε, αλλά και εξήγαγε τρόφιμα. Τότε
όμως, προκειμένου να λάβει βοήθεια λόγω των χρεών της, υποχρεώθηκε από
το Δ.Ν.Τ και την Παγκόσμια Τράπεζα, όχι μόνο να εφαρμόσει ένα αυστηρό
δημοσιονομικό πρόγραμμα, αλλά και να αλλάξει την αγροτική της πολιτική.
«Είναι ένα καθαρό παράδειγμα μίας χώρας που αναγκάζεται από
παγκόσμιες δυνάμεις να παραδώσει τη χάραξη πολιτικής που όφειλε να είναι
στρατηγικής σημασίας για τους ίδιους της τους πολίτες», σημειώνει ο Τζέιμς Σικουάτι.
Έτσι τα πάντα, η παιδεία, η υγεία, η ενέργεια, οι μεταφορές,
ακολούθησαν πλέον τους νόμους της ελεύθερης αγοράς. Η γεωργία δεν
αποτέλεσε εξαίρεση, καθώς αποσύρθηκε η κρατική υποστήριξη προς τους
αγρότες και ταυτόχρονα η δυνατότητα χάραξης στρατηγικής για τη
διατροφική ασφάλεια του πληθυσμού.
«Αυτές είναι οι πολιτικές που προέβλεψαν για τον τόπο αυτό. Έτσι
λοιπόν, αν δεν έχεις αρκετή τροφή για τον κόσμο, κι αφού δεν έχεις
χρήματα για να εισάγεις, τότε δέχεσαι επισιτιστική βοήθεια», εξηγεί ο
Όντουρ Όνγκουεν, αναλυτής διεθνών οικονομικών σχέσεων . «Όμως η
τροφή είναι στρατηγικό θέμα. Συνεπώς, όσο είσαι διατροφικά εξαρτημένος,
όσο δεν έχεις κυριαρχία στα μέσα και τις υποδομές παραγωγής και διανομής
των τροφίμων, δε μπορείς να ισχυριστείς ότι έχεις κυριαρχία, ότι είσαι
ανεξάρτητος».
ΠΑΡΑΧΩΡΩΝΤΑΣ ΤΗ ΓΗ ΣΤΟΥΣ ΞΕΝΟΥΣ
Η Κένυα έχει παραγωγικές εκτάσεις που παραμένουν ακαλλιέργητες. Θα
πίστευε λοιπόν κανείς πως αξιοποιώντας την ίδια της τη γη, θα μπορούσε
να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της διατροφικής ασφάλειας. Ωστόσο αυτό δε
συμβαίνει. Αντίθετα, ξένοι επενδυτές έρχονται για να φέρουν "ανάπτυξη".
«Πρέπει να το συνηθίσουμε. Όπως είναι οι ξένοι που
εκμεταλλεύονται τον ορυκτό μας πλούτο, έτσι θα συμβεί και με τη γη,
πρέπει να το συνηθίσουμε αυτό», δέχεται αδιαμαρτύρητα ο Δρ. Ρομάνο Κιόμε, μόνιμος γραμματέας του Υπ. Γεωργίας. Ο Τζέιμς Σικουάτι απαντά: «Είναι
αυτή η κουλτούρα εξάρτησης που οδηγεί τις πολιτικές ελίτ να πουλάνε και
να ενοικιάζουν αυτές τις εκτάσεις σε ξένους. Είναι η έλλειψη πίστης
στον Αφρικανό».
Το 2002, ο Αμερικάνος Κάλβιν Μπέρτζες και η οικογένειά του
επισκέφτηκαν στην Κένυα την περιοχή της Γιάλα Σουάμπ. Είναι μια
βαλτώδης, αλλά εύφορη περιοχή. «Είχαν λεφτά και πίστεψαν ότι έπρεπε
να τα βάλουν στη φάρμα για να βοηθήσουν στη διατροφική ασφάλεια στην
Αφρική. Ο επενδυτής λοιπόν ήρθε εδώ και νοίκιασε τη φάρμα από τις
τοπικές αρχές για 25 χρόνια», μας εξηγεί ο κ. Κρις Αμπίρ. Είναι ο
διευθυντής της Dominion Farms, την οποία εγκατέστησε ο κ. Μπέρτζες σε
17.000 εκτάρια γης που νοίκιασε πολύ φτηνά. Η εταιρεία του στις Η.Π.Α,
μεταξύ άλλων, χτίζει ιδιωτικές φυλακές, ενώ στη Κένυα παράγει ρύζι που
σχεδόν όλο τυποποιείται και φεύγει για τα μεγάλα σούπερ μάρκετ.
Οι κάτοικοι στην αρχή πίστεψαν πως θα έχουν δουλειές,
ανάπτυξη και περισσότερο φαγητό. Εξάλλου ο επενδυτής τους είχε
προσεγγίσει μέσω της εκκλησίας, για να τους παρουσιάσει τους καλούς του
σκοπούς. Τελικά όμως οι προσδοκίες των κατοίκων διαψεύστηκαν.
Οι επεκτατικές τάσεις της εταιρείας τους απομακρύνουν από τη γη τους,
ενώ το φράγμα που έφτιαξε η Dominion για να ελέγξει τη ροή του ποταμού
ώστε να ποτίζει τις υδροβόρες καλλιέργειες ρυζιού, προκαλεί ανεξέλεγκτες
πλημμύρες στην περιοχή.
Ο Tζορτζ Μουαρό στέκεται μπροστά από τα μαραμένα του καλαμπόκια, που καταστράφηκαν όταν τα σκέπασε το νερό. «Τα έχω χάσει όλα, τις καλλιέργειες, τα ζώα, δεν έχω πια πώς να ζήσω εδώ». Ο Αϊράστο Ντίτου, ένας άλλος κάτοικος συμπληρώνει με θυμό: «Λυπάμαι
που το λέω, αλλά η κυβέρνησή μας ζει ακόμα στις αποικιοκρατικές μέρες.
Κάθεται σε γραφεία στο Ναϊρόμπι, ζητώντας από τον αμερικάνικο λαό να μας
βοηθήσει. Και αυτό είναι που εκμεταλλεύεται η Dominion εδώ. Και αρπάζει ακόμα περισσότερες εκτάσεις, αφήνοντας τους Κενυάτες χωρίς γη».
Οι τοπικές κοινότητες λένε πως έχουν χάσει τη δυνατότητα να
παράγουν μόνοι τους το φαγητό τους. Σύντομα θα χρειαστεί και αυτοί να
λάβουν επισιτιστική βοήθεια, παρ’ ότι ζουν σε μια εύφορη περιοχή.
Έτσι ένας φαύλος κύκλος εξάρτησης θα συνεχιστεί, εγκλωβίζοντας
περαιτέρω τους Αφρικανούς στη φτώχεια και την πείνα. Το τελευταίο
διάστημα, όλο και περισσότερες φωνές εναντιώνονται σε αυτό. Ο Τζέιμς
Σικουάτι, εδώ και πολλά χρόνια, δηλώνει εμφατικά πως πρέπει να
σταματήσει η επισιτιστική βοήθεια στην Αφρική: «Για να
βοηθήσουμε τον Αφρικανό δεν πρέπει να αρκεστούμε στην παροχή μερικών
τσουβαλιών με σιτηρά στους ανθρώπους που βλέπουμε ότι λιμοκτονούν, αλλά
πρέπει να αρχίσουμε να ανακρίνουμε το παγκόσμιο διατροφικό σύστημα και
το πώς καθιστά τους Αφρικανούς που ζουν σε αγροτικά χωριά να καταλήγουν
να μην έχουν καθόλου τροφή».
http://www.exandasdocumentaries.com/gr/documentaries/chronologically/2011-2012/289-filanthropia-diplomatia-kai-business