Το διεθνές σύστημα αντιμέτωπο με νομικά, πολιτικά και οικονομικά ερωτήματα χωρίς προηγούμενο
Από τον Κώστα Ράπτη,
Μεγιστάνες ανά τον κόσμο υπάρχουν πολλοί. Μόνο, όμως, ο Πολ Σίνγκερ μπορεί να επαίρεται ότι βγήκε νικητής σε προσωπική μονομαχία με ένα κράτος.
Η Αργεντινή έχει προθεσμία μέχρι τις 30 Ιουλίου για να αποφύγει τη δεύτερη χρεοκοπία σε 12 χρόνια, καθώς το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ απέφυγε να ασχοληθεί με την απόφαση του δικαστηρίου του Μανχάταν που παρεμπόδιζε την τακτική εξόφληση των ομολογιούχων της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της Λατινικής Αμερικής, μέχρι να αποπληρωθεί στο ακέραιο το 7% των πιστωτών, με επικεφαλής τον Σίνγκερ, οι οποίοι, στην αναδιάρθρωση του 2005, αρνήθηκαν να ανταλλάξουν τα παλαιά ομόλογά τους. Παρά τις αντιρρήσεις του ΔΝΤ ότι δημιουργούνται σοβαροί συστημικοί κίνδυνοι (κοινώς τινάζεται στον αέρα η προοπτική μελλοντικών αναδιαρθρώσεων, π.χ., στην Ελλάδα), ο 70χρονος Αμερικανός και τα λοιπά «όρνεα», έχουν φέρει το διεθνές σύστημα αντιμέτωπο με νομικά, πολιτικά και οικονομικά ερωτήματα χωρίς προηγούμενο.
Γόνος μιας μικρομεσαίας εβραϊκής οικογένειας του Νιου Τζέρσι, ο Πολ Έλιοτ Σίγνκερ σπούδασε Ψυχολογία και κατόπιν Νομικά στο Χάρβαρντ. Εργάστηκε αρχικά ως δικηγόρος στο τμήμα real estate της επενδυτικής τράπεζας Donaldson, Lufkin & Jenrette και το 1977 ίδρυσε το hedge fund Elliott Associates, με αρχικό κεφάλαιο 1,3 εκατ. δολάρια που συγκέντρωσε από φίλους και συγγενείς. Ο όμιλος Elliott Management διαχειρίζεται πλέον στοιχεία ενεργητικού ύψους 21 δισ. δολαρίων.
Σύμφωνα με προσωπογραφία του που παρουσίασε το CNN το 2012, ο Σίγνκερ γνώρισε στην αρχή της καριέρας του ατυχίες τέτοιες, που τον οδήγησαν σε μια πολύ επιφυλακτική επενδυτική στρατηγική - με συστηματική αποφυγή της μόχλευσης. Το αποτέλεσμα ήταν να γνωρίσει ζημίες μόνο δύο από τα τελευταία 27 χρόνια (7% το 1998 και 3% το 2008) και να καταφέρει να έχει άνοδο κατά 4,2% ακόμα και το 2011, που ήταν κακή χρονιά για όλα τα άλλα hedge funds. Όλη αυτήν την περίοδο, οι ετήσιες αποδόσεις του ανέρχονται μεσοσταθμικά στο 14%, όταν ο μέσος όρος αποδόσεων για τις εταιρείες του δείκτη S&P 500 είναι 10,8%.
Η Elliott Management αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των λεγόμενων vulture funds («ορνέων»), καθώς από πολύ νωρίς ο Σίνγκερ εστίασε στην απόκτηση τίτλων χρεοκοπημένων επιχειρήσεων, διεκδικώντας την εξόφλησή τους δικαστικά - γεγονός που παραπέμπει στη βαθύτερη κλίση του ως δικηγόρου.
Ενίοτε, οι προβληματικοί ισολογισμοί χρησιμοποιούνται ως κερκόπορτα για την απόκτηση κρίσιμου μετοχικού μεριδίου, όπως συνέβη με τις Novell και Iron Mountain και (ανεπιτυχώς) με τη Relativity Media του Χόλιγουντ. Το ταμείο του Σίνγκερ αναμείχθηκε σε όλες τις μεγάλες εταιρικές αναδιαρθρώσεις μετά την κρίση του 2008, λ.χ. της Chrysler και της Delphi.
Η εμπλοκή του με το δημόσιο χρέος ξεκίνησε το 1996, όταν αγόρασε ομόλογα του χρεοκοπημένου Περού έναντι 11,4 εκατ. δολαρίων. Δύο χρόνια αργότερα, αμερικανικό δικαστήριο έκρινε αθέμιτη την απόκτηση ομολόγων μόνο και μόνο με την πρόθεση της δίωξης του εκδότη τους, ωστόσο η απόφαση ανατράπηκε σε δεύτερο βαθμό το 2000 και ο Σίνγκερ βρέθηκε με 58 εκατ. δολάρια. Η υπομονή είναι το μυστικό του.
Η τακτική αυτή καταγγέλθηκε δημόσια, από τον υπουργό Εξωτερικών της Αργεντινής, Έκτορ Τίμερμαν, με άρθρο του στο «Huffington Post» το 2012, όπου σημειωνόταν ότι ο Σίνγκερ απέκτησε έναντι 10 εκατ. δολαρίων ομόλογα της Δημοκρατίας του Κονγκό ονομαστικής αξίας 400 εκατ., για να καταλήξει να εισπράττει κατόπιν συμβιβασμού 127 εκατ., τα οποία «θα όφειλαν να διοχετευθούν στην κατασκευή δρόμων ή σχολείων και σε προγράμματα καταπολέμησης της φτώχειας».
Η μαραθώνια διαμάχη του Σίνγκερ με την Αργεντινή βρισκόταν ήδη τότε σε εξέλιξη. Ωστόσο, στις βολές του Μπουένος Άιρες περί «δικαστικής αποικιοκρατίας», ο Σίνγκερ απαντά επισημαίνοντας απλώς ότι ήταν η ίδια η Αργεντινή που δέχτηκε να εκδώσει το 1994 τα επίμαχα ομόλογα υπό το Αμερικανικό Δίκαιο.
Φιλανθρωπία και πολιτική
Όπως κάθε μεγιστάνας που σέβεται τη φήμη του, ο Σίνγκερ έχει ιδρύσει οικογενειακό φιλανθρωπικό ίδρυμα, το οποίο προσφέρει χορηγίες σε πανεπιστήμια και κοινωφελείς σκοπούς. Τουλάχιστον 14 εκατ. έχουν διοχετευθεί σε πρωτοβουλίες υπέρ του στρατού και των βετεράνων.
Συμμετέχει, δε, στα διοικητικά συμβούλια του Manhattan Institute for Policy Research, της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ και του νεοσυντηρητικού αμερικανοεβραϊκού περιοδικού «Commentary».
Το αφεντικό της Elliott Management είναι συστηματικός χρηματοδότης του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και, άρα, ενεργός διαμορφωτής των συσχετισμών στο εσωτερικό του -προς όφελος όσων υποψηφίων υποστηρίζουν την απορρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Υπήρξε χορηγός της καμπάνιας του Τζορτζ Μπους Τζούνιορ για την προεδρία και του Ρούντι Τζουλιάνι, του οποίου υπήρξε και σύμβουλος, για τη δημαρχία της Νέας Υόρκης. Το 2012 διέθεσε τουλάχιστον 1 εκατομμύριο δολάρια υπέρ του αντιπάλου του Μπαράκ Ομπάμα, Μιτ Ρόμνι, ο οποίος, με τη σειρά του, έχει επενδύσει στην Elliot ένα από τα 200 εκατ. του προσωπικού του χαρτοφυλακίου. Σχεδόν 2 εκατ. δολάρια έχει διαθέσει ο Σίνγκερ την προηγούμενη τριετία σε τοπικές αναμετρήσεις σε πολιτείες όπως η Φλόριντα, το Τέξας, η Καλιφόρνια και το Μίσιγκαν.
Μολονότι οι χρηματοπιστωτικοί κύκλοι τον περιγράφουν χιουμοριστικά ως «λίγο δεξιότερο του Αττίλα του Ούνου», ο συντηρητισμός του δεν επεκτείνεται σε ζητήματα κοινωνικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Σίνγκερ έχει αθόρυβα χορηγήσει από το 2001 περίπου 8,6 εκατ. δολάρια σε μη κερδοσκοπικές οργανώσεις που υπερασπίζονται τα γκέι δικαιώματα και άλλο 1 εκατ. ειδικά για την προώθηση του πολιτειακού νόμου της Νέας Υόρκης που επέτρεψε τον γάμο σε άτομα του ίδιου φύλου. Η ευαισθησία αυτή προφανώς εξηγείται από το γεγονός ότι ο ένας από τους δύο γιους του, ιατρός το επάγγελμα, έχει παντρευτεί τον αγαπημένο του στη Μασαχουσέτη.
Ο ίδιος ο Σίνγκερ είναι διαζευγμένος και περνά τον χρόνο του μεταξύ του πολυτελούς διαμερίσματος του στο Central Park West και του εξοχικού του στο Άσπεν του Κολοράντο. Με τη λευκή γενειάδα και τα γυαλιά του, θα μπορούσε να περάσει για πανεπιστημιακός δάσκαλος - και οι οικείοι του υποστηρίζουν ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο χαμηλών τόνων, που διακρίνεται για την αίσθηση του χιούμορ. Αποφεύγει τις συνεντεύξεις: ο κατεξοχήν χώρος του είναι οι περίπλοκες διαβουλεύσεις σε κλειστά γραφεία.
Ο ελεύθερος χρόνος του αφιερώνεται στη μουσική: άρχισε να σπουδάζει κλασικό πιάνο από την ηλικία των 10 ετών - πριν ανακαλύψει το πάθος του για τους Led Zeppelin...
* Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Κεφάλαιο" της 5ης Ιουλίου
http://www.capital.gr/weekend_articles.asp?id=2061985&ppg=1
Από τον Κώστα Ράπτη,
Μεγιστάνες ανά τον κόσμο υπάρχουν πολλοί. Μόνο, όμως, ο Πολ Σίνγκερ μπορεί να επαίρεται ότι βγήκε νικητής σε προσωπική μονομαχία με ένα κράτος.
Η Αργεντινή έχει προθεσμία μέχρι τις 30 Ιουλίου για να αποφύγει τη δεύτερη χρεοκοπία σε 12 χρόνια, καθώς το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ απέφυγε να ασχοληθεί με την απόφαση του δικαστηρίου του Μανχάταν που παρεμπόδιζε την τακτική εξόφληση των ομολογιούχων της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας της Λατινικής Αμερικής, μέχρι να αποπληρωθεί στο ακέραιο το 7% των πιστωτών, με επικεφαλής τον Σίνγκερ, οι οποίοι, στην αναδιάρθρωση του 2005, αρνήθηκαν να ανταλλάξουν τα παλαιά ομόλογά τους. Παρά τις αντιρρήσεις του ΔΝΤ ότι δημιουργούνται σοβαροί συστημικοί κίνδυνοι (κοινώς τινάζεται στον αέρα η προοπτική μελλοντικών αναδιαρθρώσεων, π.χ., στην Ελλάδα), ο 70χρονος Αμερικανός και τα λοιπά «όρνεα», έχουν φέρει το διεθνές σύστημα αντιμέτωπο με νομικά, πολιτικά και οικονομικά ερωτήματα χωρίς προηγούμενο.
Γόνος μιας μικρομεσαίας εβραϊκής οικογένειας του Νιου Τζέρσι, ο Πολ Έλιοτ Σίγνκερ σπούδασε Ψυχολογία και κατόπιν Νομικά στο Χάρβαρντ. Εργάστηκε αρχικά ως δικηγόρος στο τμήμα real estate της επενδυτικής τράπεζας Donaldson, Lufkin & Jenrette και το 1977 ίδρυσε το hedge fund Elliott Associates, με αρχικό κεφάλαιο 1,3 εκατ. δολάρια που συγκέντρωσε από φίλους και συγγενείς. Ο όμιλος Elliott Management διαχειρίζεται πλέον στοιχεία ενεργητικού ύψους 21 δισ. δολαρίων.
Σύμφωνα με προσωπογραφία του που παρουσίασε το CNN το 2012, ο Σίγνκερ γνώρισε στην αρχή της καριέρας του ατυχίες τέτοιες, που τον οδήγησαν σε μια πολύ επιφυλακτική επενδυτική στρατηγική - με συστηματική αποφυγή της μόχλευσης. Το αποτέλεσμα ήταν να γνωρίσει ζημίες μόνο δύο από τα τελευταία 27 χρόνια (7% το 1998 και 3% το 2008) και να καταφέρει να έχει άνοδο κατά 4,2% ακόμα και το 2011, που ήταν κακή χρονιά για όλα τα άλλα hedge funds. Όλη αυτήν την περίοδο, οι ετήσιες αποδόσεις του ανέρχονται μεσοσταθμικά στο 14%, όταν ο μέσος όρος αποδόσεων για τις εταιρείες του δείκτη S&P 500 είναι 10,8%.
Η Elliott Management αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα των λεγόμενων vulture funds («ορνέων»), καθώς από πολύ νωρίς ο Σίνγκερ εστίασε στην απόκτηση τίτλων χρεοκοπημένων επιχειρήσεων, διεκδικώντας την εξόφλησή τους δικαστικά - γεγονός που παραπέμπει στη βαθύτερη κλίση του ως δικηγόρου.
Ενίοτε, οι προβληματικοί ισολογισμοί χρησιμοποιούνται ως κερκόπορτα για την απόκτηση κρίσιμου μετοχικού μεριδίου, όπως συνέβη με τις Novell και Iron Mountain και (ανεπιτυχώς) με τη Relativity Media του Χόλιγουντ. Το ταμείο του Σίνγκερ αναμείχθηκε σε όλες τις μεγάλες εταιρικές αναδιαρθρώσεις μετά την κρίση του 2008, λ.χ. της Chrysler και της Delphi.
Η εμπλοκή του με το δημόσιο χρέος ξεκίνησε το 1996, όταν αγόρασε ομόλογα του χρεοκοπημένου Περού έναντι 11,4 εκατ. δολαρίων. Δύο χρόνια αργότερα, αμερικανικό δικαστήριο έκρινε αθέμιτη την απόκτηση ομολόγων μόνο και μόνο με την πρόθεση της δίωξης του εκδότη τους, ωστόσο η απόφαση ανατράπηκε σε δεύτερο βαθμό το 2000 και ο Σίνγκερ βρέθηκε με 58 εκατ. δολάρια. Η υπομονή είναι το μυστικό του.
Η τακτική αυτή καταγγέλθηκε δημόσια, από τον υπουργό Εξωτερικών της Αργεντινής, Έκτορ Τίμερμαν, με άρθρο του στο «Huffington Post» το 2012, όπου σημειωνόταν ότι ο Σίνγκερ απέκτησε έναντι 10 εκατ. δολαρίων ομόλογα της Δημοκρατίας του Κονγκό ονομαστικής αξίας 400 εκατ., για να καταλήξει να εισπράττει κατόπιν συμβιβασμού 127 εκατ., τα οποία «θα όφειλαν να διοχετευθούν στην κατασκευή δρόμων ή σχολείων και σε προγράμματα καταπολέμησης της φτώχειας».
Η μαραθώνια διαμάχη του Σίνγκερ με την Αργεντινή βρισκόταν ήδη τότε σε εξέλιξη. Ωστόσο, στις βολές του Μπουένος Άιρες περί «δικαστικής αποικιοκρατίας», ο Σίνγκερ απαντά επισημαίνοντας απλώς ότι ήταν η ίδια η Αργεντινή που δέχτηκε να εκδώσει το 1994 τα επίμαχα ομόλογα υπό το Αμερικανικό Δίκαιο.
Φιλανθρωπία και πολιτική
Όπως κάθε μεγιστάνας που σέβεται τη φήμη του, ο Σίνγκερ έχει ιδρύσει οικογενειακό φιλανθρωπικό ίδρυμα, το οποίο προσφέρει χορηγίες σε πανεπιστήμια και κοινωφελείς σκοπούς. Τουλάχιστον 14 εκατ. έχουν διοχετευθεί σε πρωτοβουλίες υπέρ του στρατού και των βετεράνων.
Συμμετέχει, δε, στα διοικητικά συμβούλια του Manhattan Institute for Policy Research, της Ιατρικής Σχολής του Χάρβαρντ και του νεοσυντηρητικού αμερικανοεβραϊκού περιοδικού «Commentary».
Το αφεντικό της Elliott Management είναι συστηματικός χρηματοδότης του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος και, άρα, ενεργός διαμορφωτής των συσχετισμών στο εσωτερικό του -προς όφελος όσων υποψηφίων υποστηρίζουν την απορρύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Υπήρξε χορηγός της καμπάνιας του Τζορτζ Μπους Τζούνιορ για την προεδρία και του Ρούντι Τζουλιάνι, του οποίου υπήρξε και σύμβουλος, για τη δημαρχία της Νέας Υόρκης. Το 2012 διέθεσε τουλάχιστον 1 εκατομμύριο δολάρια υπέρ του αντιπάλου του Μπαράκ Ομπάμα, Μιτ Ρόμνι, ο οποίος, με τη σειρά του, έχει επενδύσει στην Elliot ένα από τα 200 εκατ. του προσωπικού του χαρτοφυλακίου. Σχεδόν 2 εκατ. δολάρια έχει διαθέσει ο Σίνγκερ την προηγούμενη τριετία σε τοπικές αναμετρήσεις σε πολιτείες όπως η Φλόριντα, το Τέξας, η Καλιφόρνια και το Μίσιγκαν.
Μολονότι οι χρηματοπιστωτικοί κύκλοι τον περιγράφουν χιουμοριστικά ως «λίγο δεξιότερο του Αττίλα του Ούνου», ο συντηρητισμός του δεν επεκτείνεται σε ζητήματα κοινωνικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Σίνγκερ έχει αθόρυβα χορηγήσει από το 2001 περίπου 8,6 εκατ. δολάρια σε μη κερδοσκοπικές οργανώσεις που υπερασπίζονται τα γκέι δικαιώματα και άλλο 1 εκατ. ειδικά για την προώθηση του πολιτειακού νόμου της Νέας Υόρκης που επέτρεψε τον γάμο σε άτομα του ίδιου φύλου. Η ευαισθησία αυτή προφανώς εξηγείται από το γεγονός ότι ο ένας από τους δύο γιους του, ιατρός το επάγγελμα, έχει παντρευτεί τον αγαπημένο του στη Μασαχουσέτη.
Ο ίδιος ο Σίνγκερ είναι διαζευγμένος και περνά τον χρόνο του μεταξύ του πολυτελούς διαμερίσματος του στο Central Park West και του εξοχικού του στο Άσπεν του Κολοράντο. Με τη λευκή γενειάδα και τα γυαλιά του, θα μπορούσε να περάσει για πανεπιστημιακός δάσκαλος - και οι οικείοι του υποστηρίζουν ότι πρόκειται για έναν άνθρωπο χαμηλών τόνων, που διακρίνεται για την αίσθηση του χιούμορ. Αποφεύγει τις συνεντεύξεις: ο κατεξοχήν χώρος του είναι οι περίπλοκες διαβουλεύσεις σε κλειστά γραφεία.
Ο ελεύθερος χρόνος του αφιερώνεται στη μουσική: άρχισε να σπουδάζει κλασικό πιάνο από την ηλικία των 10 ετών - πριν ανακαλύψει το πάθος του για τους Led Zeppelin...
* Αναδημοσίευση από την εφημερίδα "Κεφάλαιο" της 5ης Ιουλίου
http://www.capital.gr/weekend_articles.asp?id=2061985&ppg=1
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου