a.readmore { /* CSS properties go here */ }
Καλώς ορίσατε στην μάχη της Αναζήτησης.

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2011

Ο Κλονιζόμενος Ηγεμόνας

Σύμφωνα με μια έρευνα του Ηeinrich Boell Stiftung (του κόμματος Συμμαχία 90/Οι Πράσινοι), η ειδησεογραφία στον γερμανικό τύπο και την τηλεόραση για την Κίνα είναι άκρως υποτιμητική και βασίζεται στην ερώτηση "ποιος θα βγεί νικητής απο την παγκόσμια αναμέτρηση, η Δύση ή η Κίνα

"Der wankende Hegemon"
Μετάφραση απο τα γερμανικά: Εμμανουήλ Σαρίδης 
Οι γερμανικές ελίτ προετοιμάζονται για μελλοντικά αυξανόμενες συγκρούσεις με την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας στο θέμα της ηγεμονίας. Αυτό επιβεβαιώνει μια έρευνα ανάμεσα σε περισσότερα από 400 ανώτατα στελέχη από τους τομείς πολιτική, οικονομία, επιστήμη και Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης, την οποία δημοσίευσε ένα Ίδρυμα μεγάλης επιρροής του Αμβούργου πρίν μερικές εβδομάδες. 
Σύμφωνα με την έρευνα, περίπου τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων αναμένουν έναν αυξανόμενο ανταγωνισμό για την «παγκόσμια ηγεμονία» μεταξύ της Δύσης και της Ασίας. Θεωρούν δε την Κίνα ως αντίπαλο και την Ιαπωνία, την Ινδία και την Νοτιοανατολική Ασία ως συμμάχους
Η συντριπτική πλειοψηφία τους προβλέπει την σύντομη κάθοδο της Δύσης απο την παγκόσμια πολιτική σκηνή, που κατα τη γνώμη των τριών πέμπτων των γερμανικών ελίτ θα συνοδεύεται απο κλιμακούμενους αγώνες επιρροής ("περισσότερες συγκρούσεις πολιτικής ασφάλειας"). Η γνώμη των ηγετικών αυτών στελεχών ανταποκρίνονται στις προβλέψεις των ξένων εμπειρογνωμόνων εξωτερικής πολιτικής, οι οποίοι δεν αποκλείουν ακόμη και πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ της Δύσης και της Κίνας. Την ίδια στιγμή τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ξεσηκώνουν αντι-κινεζικά αισθήματα. Σύμφωνα με μια εμπειρική ανάλυση ο τύπος και η τηλεόραση της Γερμανίας διαδίδουν μια "εικόνα κλισέ", που πολλές φορές είναι ακόμη και δυσφημιστική για την κινεζική κοινωνία. Αυτό οφείλεται, λένε, στον ανταγωνισμό των συστημάτων μεταξύ της Δύσης και της Κίνας. Η στάση των γερμανικών ελίτ έναντι της Ασίας αποτελεί το αντικείμενο μιας πρόσφατης έρευνας που διενήργησε το Ίδρυμα Körber (Körber-Stiftung) - μια οργάνωση με έδρα το Αμβούργο με μεγάλη επιρροή και δράσεις στο εξωτερικό - και δημοσιεύθηκε πρίν μερικές εβδομάδες. Ρωτήθηκαν τον Απρίλιο και Μάιο του τρέχοντος έτους ανα περίπου 100 στελέχη από την πολιτική (συμπεριλαμβανομένων και 62 βουλευτών της Bundestag), την οικονομία, την επιστήμη και τα ΜΜΕ. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι υπάρχει μια ευρεία συμφωνία σε βασικά ζητήματα. 
Αγορές και εμπορικοί εταίροι ..........................................Το ότι η Ασία, σύμφωνα με την έρευνα, είναι για την Γερμανία ένας άριστος επιχειρηματικός εταίρος και ένας οικονομικά ισχυρός επενδυτής, δεν χωρεί για τις γερμανικές ελίτ σύμφωνα με τη μελέτη καμμιά αμφιβολία. Το 97 τοις εκατό των ερωτηθέντων δίνουν στην Ασία μια "μεγάλη" ή "πολύ μεγάλη σημασία" στο θέμα "αγορά και εμπορικός εταίρος». [1] Η "άνοδος της Ασίας" θεωρείται επομένως από τη μεγάλη πλειοψηφία (87%) ως μια ευκαιρία για τη Γερμανία"», λέει το Ίδρυμα. Η γερμανική ζυγαριά βρίσκει σαν πιο βαρειά την Κίνα. Έτσι το 86 τοις εκατό είναι της άποψης, ότι η Κίνα έχει για τη Γερμανία οικονομικά μια "πολύ μεγάλη σημασία". Σε πολύ μικρότερο βαθμό ισχύει αυτό για την Ινδία (38 τοις εκατό) και την Ιαπωνία (25 τοις εκατό). Συνεπές με αυτό είναι, ότι περισσότερο από το ήμισυ (56 τοις εκατό) του συνόλου των ερωτηθέντων είναι της γνώμης να ληφθούν μέτρα για μια "στενότερη συνεργασία με τις ασιατικές χώρες."

 Αντίπαλος 

 Ταυτόχρονα οι γερμανικές ελίτ κάνουν μια διαφοροποίηση μεταξύ των διαφόρων χωρών της Ασίας. Ο λόγος είναι, ότι η οικονομική άνοδος της Ασίας σχετίζεται με μια σημαντική άνοδο της πολιτικής της επιρροής, ενώ η παλαιά δύση χάνει την ηγεμονία της. Το 93 τοις εκατό των ερωτηθέντων πιστεύουν, ότι οι ΗΠΑ απο την άνοδο της Ασίας θα χάσουν διεθνώς την αξία τους. 76 τοις εκατό βλέπουν και την Ευρώπη να υποβιβάζεται πολιτικά... Πρό πάντων η Κίνα θεωρείται ως αντίπαλος - μια εκτίμηση, που συμμερίζεται το 62 τοις εκατό των ερωτηθέντων. Και εδώ διακρίνονται καθαρά οι μελλοντικές γραμμές της σύγκρουσης στην Ασία: Περίπου τα τρία τέταρτα των γερμανικών ελίτ βλέπουν την Ιαπωνία, την Ινδία και την Ινδονησία, σε αντίθεση με την Κίνα, ως έναν φερέγγυο εταίρο της Δύσεως. [2] Περισσότερα από τα δύο τρίτα (69 τοις εκατό) προβλέπουν έναν επικείμενο "ανταγωνισμό για την παγκόσμια κυριαρχία", το 60 τοις εκατό αναμένει ενδεχομένως ακόμη και μια ανοιχτή κλημακούμενη στρατιωτική σύρραξη" ("Θα υπάρξουν περισσότερες συγγρούσεις στο πεδίο ασφάλεια και πολιτική"). Πάνω από τα τρία τέταρτα (78 τοις εκατό) πιστεύουν, ότι θα πρέπει να υπάρχουν στο μέλλον περισσότερες διπλωματικές παρεμβάσεις της ΕΕ στην Ασία, για να μην χειροτερέψουν οι σχέσεις της μαζί της. Δεν αρκεί να εμφανίζεται μόνο σαν μια "εμπορική δύναμη".

Ένας προληπτικός κύκλος πυρός 

 Η γνώμη αυτή των ηγετικών στελεχών ανταποκρίνονται στις προβλέψεις ξένων πολιτικών εμπειρογνωμόνων. Εκ των οποίων πολλοί είναι της ίδιας γνώμης, ότι δηλαδή η άνοδος της Κίνας θα συνοδεύεται κατά πάσαν πιθανότητα από μια παγκόσμια πολιτική παρακμή της Δύσης. [3] Αυτό οδηγεί συχνά σε σκέψεις, πώς μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να σταματήσει. Την άνοιξη, παραδείγματος χάριν, το περιοδικό Internationale Politik (Διεθνής Πολιτική) έγραφε, ότι κανείς δεν θα μπορούσε να αποκλείσει το ότι οι εσωτερικές διαμάχες στην Κίνα θα μπορούσαν να εξελειχθούν "σε έναν εμφύλιο πόλεμο". [4] Αν θα συνέβαινε αυτό, θα διεκόπτετο απότομα η άνοδος του Πεκίνου. Τον Ιούνιο σε μια διάσκεψη για θέματα πολιτικής στη Bundesakademie für Sicherheitspolitik (Ομοσπονδιακή Ακαδημία για θέματα Εθνικής Ασφάλειας) στο Βερολίνο ελέχθη, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αυξάνουν την στρατιωτική τους παρουσία στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ασία και προετοιμάζονται μαζί με τους συμμάχους τους να δημιουργήσουν ένα "προληπτική δαχτυλίδι φωτιάς» στην Κίνα [5]). Ένοπλες συγκρούσεις - ίσως και συγκρούσεις συμμάχων τους - δεν πρέπει πλέον να αποκλείονται.

 Συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή 

 Τα αποτελέσματα της έρευνας του Ιδρύματος Körber κάνουν επίσης κατανοητό, ότι η πολιτική αντιπαλότητα με την Κίνα υποβοηθεί και τις δυτικές επέμβαση στη Μέση Ανατολή από το 1990 και μετά. Έτσι το 81 τοις εκατό των στελεχών που ερωτήθηκαν θεωρεί, ότι η Κίνα λόγω των "σημαντικών ενεργειακών και οικονομικών συμφερόντων της" στη Μέση Ανατολή θα εμπλακεί περισσότερο στις συγκρούσεις αυτές στο μέλλον. Εκεί αναμένονται, λέει το Ίδρυμα Körber, "αύξημένες συγκρούσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών - της μέχρι σήμερα υπερδύναμης - και της Κίνας". [6] Για να ενισχύσει την θέση της στην περιοχή των ενεργειακών πόρων της Μέσης Ανατολής, η Δύση έχει αυξήσει από το 1990 την ενεργό παρουσία της - και βέβαια και στρατιωτικά. Έχει έτσι ήδη προδιαγράψει πλήρως την μελλοντική περιοχή των συγκρούσεων, σύμφωνα με τα δικά της συμφέροντα. 

 Συλλογική υποτίμηση 

 Ασορτί με τις μελλοντικές συγκρούσεις πάει και η ειδησεογραφία για την Κίνα στα γερμανικό μαζικά μέσα, τα οποία υποδαυλίζουν με κάθε τρόπο αντι-κινεζικά αισθήματα. Το Ηeinrich Boell Stiftung (το Ίδρυμα Ηeinrich της Bündnis 90/Die Grünen - Συμμαχία 90/Οι Πράσινοι) δημοσίευσε μια εμπειρική μελέτη που αναλύει λεπτομερώς την κάλυψη της Κίνας στον Τύπο και την τηλεόραση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Εξετάστηκαν τρείς μεγάλες καθημερινές εφημερίδες (Frankfurter Allgemeine Zeitung, Süddeutsche Zeitung, tageszeitung) και περιοδικά (Spiegel, Focus, Die Zeit) και διάφορες μορφές τηλεοπτικών ειδήσεων (Tagesschau και άλλες) του έτους 2008, που περιείχαν εν συνόλω 8.766 συνεισφορές που σχετίζονταν με την Κίνα. Περισσότερες από τις μισές ειδήσεις αναφέρονταν στην Κίνα "μόνο σε αλληγορική και στεροτυπική μορφή" μεταφέροντας έτσι "φτηνά και άκριτα στερεότυπα για την Λαϊκη Δημοκρατία", λέει η ανάλυση. Διέδιδαν δηλαδή "κανονιστικά υποτιμητικές εικόνες για την Κίνα". Πρέπει λοιπόν σε γενικές γραμμές να συμπεράνουμε, μια πολύ "απερίσκεπτη χρήση συλλογικά υποτιμητικών συνθημάτων" ("κίτρινος κίνδυνος"), ιδιαίτερα σε λεζάντες ή επεξηγήσεις κάτω απο εικόνες που "πρώτα πέρνει το μάτι". Μεταφέρονται έτσι μια δυσφημιστική και γεμάτη κλισέ εικόνα της κινεζικής κοινωνίας". Κάτι που δεν έχει καμμία σχέση με μια κριτική ειδησεογραφία. [7] 

 Ανταγωνισμός Συστημάτων

 Οι συγγραφείς διαπιστώνουν, ότι η ειδησεογραφία είναι επηρεασμένη "σε μεγάλο βαθμό από την γερμανική αυτοπαρουσίαση και τοποθέτηση έναντι της Κίνας" - ακριβέστερα απο μια "σύγκριση των συστημάτων". Τα δημοσιεύματα στον Τύπο και την τηλεόραση για την Κίνα βασίζονται στην ερώτηση "ποιος θα βγεί νικητής απο την αναμέτρηση των στρατηγικών για την παγκόσμια τάξη, η Δύση ή η Κίνα". [8] [1], [2] Das Asienbild deutscher Eliten; www.koerber-stiftung.de [3] s. dazu Europas Abstieg und Europas Abstieg (II) [4] s. dazu Das bekannte Unbekannte [5] s. dazu Ein Feuerring um China [6] Das Asienbild deutscher Eliten; www.koerber-stiftung.de [7], [8] Carola Richter, Sebastian Gebauer: Die China-Berichterstattung in den deutschen Medien. Heinrich Böll Stiftung: Schriftenreihe zu Bildung und Kultur Band 5, Berlin 2010 Πηγή: http://www.german-foreign-policy.com/de/fulltext/58120 berlin-athen 
ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ Ο ΝΙΚΗΤΗΣ ;

Ο Κλονιζόμενος Ηγεμόνας

Σύμφωνα με μια έρευνα του Ηeinrich Boell Stiftung (του κόμματος Συμμαχία 90/Οι Πράσινοι), η ειδησεογραφία στον γερμανικό τύπο και την τηλεόραση για την Κίνα είναι άκρως υποτιμητική και βασίζεται στην ερώτηση "ποιος θα βγεί νικητής απο την παγκόσμια αναμέτρηση, η Δύση ή η Κίνα

"Der wankende Hegemon"
Μετάφραση απο τα γερμανικά: Εμμανουήλ Σαρίδης 
Οι γερμανικές ελίτ προετοιμάζονται για μελλοντικά αυξανόμενες συγκρούσεις με την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας στο θέμα της ηγεμονίας. Αυτό επιβεβαιώνει μια έρευνα ανάμεσα σε περισσότερα από 400 ανώτατα στελέχη από τους τομείς πολιτική, οικονομία, επιστήμη και Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης, την οποία δημοσίευσε ένα Ίδρυμα μεγάλης επιρροής του Αμβούργου πρίν μερικές εβδομάδες. 
Σύμφωνα με την έρευνα, περίπου τα δύο τρίτα των ερωτηθέντων αναμένουν έναν αυξανόμενο ανταγωνισμό για την «παγκόσμια ηγεμονία» μεταξύ της Δύσης και της Ασίας. Θεωρούν δε την Κίνα ως αντίπαλο και την Ιαπωνία, την Ινδία και την Νοτιοανατολική Ασία ως συμμάχους
Η συντριπτική πλειοψηφία τους προβλέπει την σύντομη κάθοδο της Δύσης απο την παγκόσμια πολιτική σκηνή, που κατα τη γνώμη των τριών πέμπτων των γερμανικών ελίτ θα συνοδεύεται απο κλιμακούμενους αγώνες επιρροής ("περισσότερες συγκρούσεις πολιτικής ασφάλειας"). Η γνώμη των ηγετικών αυτών στελεχών ανταποκρίνονται στις προβλέψεις των ξένων εμπειρογνωμόνων εξωτερικής πολιτικής, οι οποίοι δεν αποκλείουν ακόμη και πολεμικές συγκρούσεις μεταξύ της Δύσης και της Κίνας. Την ίδια στιγμή τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ξεσηκώνουν αντι-κινεζικά αισθήματα. Σύμφωνα με μια εμπειρική ανάλυση ο τύπος και η τηλεόραση της Γερμανίας διαδίδουν μια "εικόνα κλισέ", που πολλές φορές είναι ακόμη και δυσφημιστική για την κινεζική κοινωνία. Αυτό οφείλεται, λένε, στον ανταγωνισμό των συστημάτων μεταξύ της Δύσης και της Κίνας. Η στάση των γερμανικών ελίτ έναντι της Ασίας αποτελεί το αντικείμενο μιας πρόσφατης έρευνας που διενήργησε το Ίδρυμα Körber (Körber-Stiftung) - μια οργάνωση με έδρα το Αμβούργο με μεγάλη επιρροή και δράσεις στο εξωτερικό - και δημοσιεύθηκε πρίν μερικές εβδομάδες. Ρωτήθηκαν τον Απρίλιο και Μάιο του τρέχοντος έτους ανα περίπου 100 στελέχη από την πολιτική (συμπεριλαμβανομένων και 62 βουλευτών της Bundestag), την οικονομία, την επιστήμη και τα ΜΜΕ. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι υπάρχει μια ευρεία συμφωνία σε βασικά ζητήματα. 
Αγορές και εμπορικοί εταίροι ..........................................Το ότι η Ασία, σύμφωνα με την έρευνα, είναι για την Γερμανία ένας άριστος επιχειρηματικός εταίρος και ένας οικονομικά ισχυρός επενδυτής, δεν χωρεί για τις γερμανικές ελίτ σύμφωνα με τη μελέτη καμμιά αμφιβολία. Το 97 τοις εκατό των ερωτηθέντων δίνουν στην Ασία μια "μεγάλη" ή "πολύ μεγάλη σημασία" στο θέμα "αγορά και εμπορικός εταίρος». [1] Η "άνοδος της Ασίας" θεωρείται επομένως από τη μεγάλη πλειοψηφία (87%) ως μια ευκαιρία για τη Γερμανία"», λέει το Ίδρυμα. Η γερμανική ζυγαριά βρίσκει σαν πιο βαρειά την Κίνα. Έτσι το 86 τοις εκατό είναι της άποψης, ότι η Κίνα έχει για τη Γερμανία οικονομικά μια "πολύ μεγάλη σημασία". Σε πολύ μικρότερο βαθμό ισχύει αυτό για την Ινδία (38 τοις εκατό) και την Ιαπωνία (25 τοις εκατό). Συνεπές με αυτό είναι, ότι περισσότερο από το ήμισυ (56 τοις εκατό) του συνόλου των ερωτηθέντων είναι της γνώμης να ληφθούν μέτρα για μια "στενότερη συνεργασία με τις ασιατικές χώρες."

 Αντίπαλος 

 Ταυτόχρονα οι γερμανικές ελίτ κάνουν μια διαφοροποίηση μεταξύ των διαφόρων χωρών της Ασίας. Ο λόγος είναι, ότι η οικονομική άνοδος της Ασίας σχετίζεται με μια σημαντική άνοδο της πολιτικής της επιρροής, ενώ η παλαιά δύση χάνει την ηγεμονία της. Το 93 τοις εκατό των ερωτηθέντων πιστεύουν, ότι οι ΗΠΑ απο την άνοδο της Ασίας θα χάσουν διεθνώς την αξία τους. 76 τοις εκατό βλέπουν και την Ευρώπη να υποβιβάζεται πολιτικά... Πρό πάντων η Κίνα θεωρείται ως αντίπαλος - μια εκτίμηση, που συμμερίζεται το 62 τοις εκατό των ερωτηθέντων. Και εδώ διακρίνονται καθαρά οι μελλοντικές γραμμές της σύγκρουσης στην Ασία: Περίπου τα τρία τέταρτα των γερμανικών ελίτ βλέπουν την Ιαπωνία, την Ινδία και την Ινδονησία, σε αντίθεση με την Κίνα, ως έναν φερέγγυο εταίρο της Δύσεως. [2] Περισσότερα από τα δύο τρίτα (69 τοις εκατό) προβλέπουν έναν επικείμενο "ανταγωνισμό για την παγκόσμια κυριαρχία", το 60 τοις εκατό αναμένει ενδεχομένως ακόμη και μια ανοιχτή κλημακούμενη στρατιωτική σύρραξη" ("Θα υπάρξουν περισσότερες συγγρούσεις στο πεδίο ασφάλεια και πολιτική"). Πάνω από τα τρία τέταρτα (78 τοις εκατό) πιστεύουν, ότι θα πρέπει να υπάρχουν στο μέλλον περισσότερες διπλωματικές παρεμβάσεις της ΕΕ στην Ασία, για να μην χειροτερέψουν οι σχέσεις της μαζί της. Δεν αρκεί να εμφανίζεται μόνο σαν μια "εμπορική δύναμη".

Ένας προληπτικός κύκλος πυρός 

 Η γνώμη αυτή των ηγετικών στελεχών ανταποκρίνονται στις προβλέψεις ξένων πολιτικών εμπειρογνωμόνων. Εκ των οποίων πολλοί είναι της ίδιας γνώμης, ότι δηλαδή η άνοδος της Κίνας θα συνοδεύεται κατά πάσαν πιθανότητα από μια παγκόσμια πολιτική παρακμή της Δύσης. [3] Αυτό οδηγεί συχνά σε σκέψεις, πώς μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να σταματήσει. Την άνοιξη, παραδείγματος χάριν, το περιοδικό Internationale Politik (Διεθνής Πολιτική) έγραφε, ότι κανείς δεν θα μπορούσε να αποκλείσει το ότι οι εσωτερικές διαμάχες στην Κίνα θα μπορούσαν να εξελειχθούν "σε έναν εμφύλιο πόλεμο". [4] Αν θα συνέβαινε αυτό, θα διεκόπτετο απότομα η άνοδος του Πεκίνου. Τον Ιούνιο σε μια διάσκεψη για θέματα πολιτικής στη Bundesakademie für Sicherheitspolitik (Ομοσπονδιακή Ακαδημία για θέματα Εθνικής Ασφάλειας) στο Βερολίνο ελέχθη, ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αυξάνουν την στρατιωτική τους παρουσία στην Ανατολική και Νοτιοανατολική Ασία και προετοιμάζονται μαζί με τους συμμάχους τους να δημιουργήσουν ένα "προληπτική δαχτυλίδι φωτιάς» στην Κίνα [5]). Ένοπλες συγκρούσεις - ίσως και συγκρούσεις συμμάχων τους - δεν πρέπει πλέον να αποκλείονται.

 Συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή 

 Τα αποτελέσματα της έρευνας του Ιδρύματος Körber κάνουν επίσης κατανοητό, ότι η πολιτική αντιπαλότητα με την Κίνα υποβοηθεί και τις δυτικές επέμβαση στη Μέση Ανατολή από το 1990 και μετά. Έτσι το 81 τοις εκατό των στελεχών που ερωτήθηκαν θεωρεί, ότι η Κίνα λόγω των "σημαντικών ενεργειακών και οικονομικών συμφερόντων της" στη Μέση Ανατολή θα εμπλακεί περισσότερο στις συγκρούσεις αυτές στο μέλλον. Εκεί αναμένονται, λέει το Ίδρυμα Körber, "αύξημένες συγκρούσεις μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών - της μέχρι σήμερα υπερδύναμης - και της Κίνας". [6] Για να ενισχύσει την θέση της στην περιοχή των ενεργειακών πόρων της Μέσης Ανατολής, η Δύση έχει αυξήσει από το 1990 την ενεργό παρουσία της - και βέβαια και στρατιωτικά. Έχει έτσι ήδη προδιαγράψει πλήρως την μελλοντική περιοχή των συγκρούσεων, σύμφωνα με τα δικά της συμφέροντα. 

 Συλλογική υποτίμηση 

 Ασορτί με τις μελλοντικές συγκρούσεις πάει και η ειδησεογραφία για την Κίνα στα γερμανικό μαζικά μέσα, τα οποία υποδαυλίζουν με κάθε τρόπο αντι-κινεζικά αισθήματα. Το Ηeinrich Boell Stiftung (το Ίδρυμα Ηeinrich της Bündnis 90/Die Grünen - Συμμαχία 90/Οι Πράσινοι) δημοσίευσε μια εμπειρική μελέτη που αναλύει λεπτομερώς την κάλυψη της Κίνας στον Τύπο και την τηλεόραση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Εξετάστηκαν τρείς μεγάλες καθημερινές εφημερίδες (Frankfurter Allgemeine Zeitung, Süddeutsche Zeitung, tageszeitung) και περιοδικά (Spiegel, Focus, Die Zeit) και διάφορες μορφές τηλεοπτικών ειδήσεων (Tagesschau και άλλες) του έτους 2008, που περιείχαν εν συνόλω 8.766 συνεισφορές που σχετίζονταν με την Κίνα. Περισσότερες από τις μισές ειδήσεις αναφέρονταν στην Κίνα "μόνο σε αλληγορική και στεροτυπική μορφή" μεταφέροντας έτσι "φτηνά και άκριτα στερεότυπα για την Λαϊκη Δημοκρατία", λέει η ανάλυση. Διέδιδαν δηλαδή "κανονιστικά υποτιμητικές εικόνες για την Κίνα". Πρέπει λοιπόν σε γενικές γραμμές να συμπεράνουμε, μια πολύ "απερίσκεπτη χρήση συλλογικά υποτιμητικών συνθημάτων" ("κίτρινος κίνδυνος"), ιδιαίτερα σε λεζάντες ή επεξηγήσεις κάτω απο εικόνες που "πρώτα πέρνει το μάτι". Μεταφέρονται έτσι μια δυσφημιστική και γεμάτη κλισέ εικόνα της κινεζικής κοινωνίας". Κάτι που δεν έχει καμμία σχέση με μια κριτική ειδησεογραφία. [7] 

 Ανταγωνισμός Συστημάτων

 Οι συγγραφείς διαπιστώνουν, ότι η ειδησεογραφία είναι επηρεασμένη "σε μεγάλο βαθμό από την γερμανική αυτοπαρουσίαση και τοποθέτηση έναντι της Κίνας" - ακριβέστερα απο μια "σύγκριση των συστημάτων". Τα δημοσιεύματα στον Τύπο και την τηλεόραση για την Κίνα βασίζονται στην ερώτηση "ποιος θα βγεί νικητής απο την αναμέτρηση των στρατηγικών για την παγκόσμια τάξη, η Δύση ή η Κίνα". [8] [1], [2] Das Asienbild deutscher Eliten; www.koerber-stiftung.de [3] s. dazu Europas Abstieg und Europas Abstieg (II) [4] s. dazu Das bekannte Unbekannte [5] s. dazu Ein Feuerring um China [6] Das Asienbild deutscher Eliten; www.koerber-stiftung.de [7], [8] Carola Richter, Sebastian Gebauer: Die China-Berichterstattung in den deutschen Medien. Heinrich Böll Stiftung: Schriftenreihe zu Bildung und Kultur Band 5, Berlin 2010 Πηγή: http://www.german-foreign-policy.com/de/fulltext/58120 berlin-athen 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου