a.readmore { /* CSS properties go here */ }
Καλώς ορίσατε στην μάχη της Αναζήτησης.

Τρίτη 8 Μαΐου 2012

Ο γερμανικός ή ο «αληθινός» σοσιαλισμός

Η σοσιαλιστική και κομμουνιστική φιλολογία της Γαλλίας που γεννήθηκε κάτω από την πίεση της κυρίαρχης αστικής τάξης, και που είναι η φιλολογική έκφραση της πάλης ενάντια σ' αυτή την κυριαρχία, μεταφέρθηκε στη Γερμανία σε εποχή όπου η αστική τάξη μόλις άρχιζε τον αγώνα της ενάντια στο φεουδαρχικό απολυταρχισμό.

Γερμανοί φιλόσοφοι, μισοφιλόσοφοι και ωραιολόγοι ρίχτηκαν αχόρταγα σ' αυτή τη φιλολογία και ξέχασαν ακριβώς ότι με την εισαγωγή αυτών των έργων απ' τη Γαλλία στη Γερμανία, δεν είχε γίνει ταυτόχρονα και η εισαγωγή των γαλλικών συνθηκών ζωής. Μέσα στις γερμανικές συνθήκες, η γαλλική φιλολογία έχασε κάθε άμεση πρακτική σημασία και πήρε μια όψη καθαρά φιλολογική. Αναγκάστηκε να παρουσιαστεί σαν αργόσχολη θεωρητικολογία(40) για την πραγματοποίηση της ανθρώπινης φύσης. Έτσι, για τους γερμανούς φιλόσοφους του l8ου αιώνα, οι διεκδικήσεις της πρώτης γαλλικής επανάστασης είχαν μονάχα την έννοια ότι ήταν διεκδικήσεις του «πρακτικού λόγου» γενικά, και οι εκδηλώσεις της θέλησης της επαναστατικής γαλλικής αστικής τάξης σήμαιναν στα μάτια-τους τους νόμους της καθαρής θέλησης, της θέλησης, όπως θα πρέπει να είναι, της αληθινά ανθρώπινης θέλησης.

Η αποκλειστική δουλειά των γερμανών λογίων ήταν να εναρμονίσουν τις νέες γαλλικές ιδέες με την παλιά τους φιλοσοφική συνείδηση ή καλύτερα να αφομοιώσουν τις γαλλικές ιδέες από τη δικιά τους τη φιλοσοφική άποψη.

Η αφομοίωση αυτή έγινε με τον ίδιο τρόπο, με τον οποίο αφομοιώνει κανείς μια ξένη γλώσσα, με τη μετάφραση.

Είναι γνωστό πώς οι καλόγεροι μετέγραφαν με ανούσιες ιστορίες καθολικών αγίων τα χειρόγραφα, όπου ήταν γραμμένα τα κλασικά έργα της αρχαίας ειδωλολατρικής εποχής. Οι γερμανοί λόγιοι ακολούθησαν τον αντίθετο δρόμο με τη βέβηλη γαλλική φιλολογία. Έγραφαν τις φιλοσοφικές τους ανοησίες πίσω από το γαλλικό πρωτότυπο. Για παράδειγμα, πίσω από τη γαλλική κριτική των χρηματικών σχέσεων, έγραψαν: «Αποξένωση της ανθρώπινης φύσης». Πίσω από τη γαλλική κριτική του αστικού κράτους έγραψαν: «Κατάργηση της κυριαρχίας του αφηρημένου γενικού» κλπ.

Την υποκατάσταση αυτής της φιλοσοφικής φρασεολογίας(41) στις γαλλικές εξελίξεις τη βάφτισαν «φιλοσοφία της πράξης», «αληθινό σοσιαλισμό», «γερμανική επιστήμη του σοσιαλισμού», «φιλοσοφική θεμελίωση του σοσιαλισμού» κλπ.

Με τον τρόπο αυτό ευνούχισαν για τα καλά τη γαλλική σοσιαλιστική και κομμουνιστική φιλολογία. Και μια που αυτή η φιλολογία στα χέρια των Γερμανών έπαψε να εκφράζει την πάλη μιας τάξης ενάντια σε μια άλλη, ο Γερμανός πείστηκε ότι ξεπέρασε τη «γαλλική μονομέρεια» και ότι εκπροσωπούσε, αντί τις αληθινές ανάγκες, την ανάγκη της αλήθειας, και αντί τα συμφέροντα του προλεταριάτου, τα συμφέροντα της ανθρώπινης φύσης, του ανθρώπου γενικά, του ανθρώπου που δεν ανήκει σε καμιά τάξη, που δεν ανήκει καθόλου στην πραγματικότητα, που ανήκει μονάχα στον ομιχλώδη ουρανό της φιλοσοφικής φαντασίας.

Αυτός ο γερμανικός σοσιαλισμός, που έπαιρνε τόσο σοβαρά και πανηγυρικά τις αδέξιες μαθητικές του ασκήσεις και τις διαλαλούσε τόσο αγύρτικα, έχασε ωστόσο σιγά-σιγά τη σχολαστική του αθωότητα.

Ο αγώνας της γερμανικής και ιδιαίτερα της πρωσικής αστικής τάξης ενάντια στους φεουδάρχες και την απόλυτη μοναρχία, με μια λέξη, το φιλελεύθερο κίνημα, έγινε πιο σοβαρό.

Έτσι, στον «αληθινό» σοσιαλισμό δόθηκε η τόσο ποθητή ευκαιρία να αντιπαραθέσει τις σοσιαλιστικές διεκδικήσεις στο πολιτικό κίνημα, για να εξαπολύσει τα πατροπαράδοτα αναθέματα ενάντια στο φιλελευθερισμό, ενάντια στο αντιπροσωπευτικό κράτος, ενάντια στον αστικό συναγωνισμό, την αστική ελευθερία του τύπου, το αστικό δίκαιο, την αστική ελευθερία και ισότητα και για να κηρύξει στη λαϊκή μάζα πως δεν έχει να κερδίσει τίποτε απ' αυτό το αστικό κίνημα, αντίθετα θα τα χάσει όλα. Ο γερμανικός σοσιαλισμός ξέχασε έγκαιρα ότι η γαλλική κριτική, που αυτός αποτελούσε τον ανιαρό αντίλαλο της, προϋποθέτει τη σύγχρονη αστική κοινωνία, με τους αντίστοιχους υλικούς όρους ζωής και με την ανάλογη πολιτική συγκρότηση, όλες προϋποθέσεις που στη Γερμανία έπρεπε πρώτα να κατακτηθούν.

Στις γερμανικές απολυταρχικές κυβερνήσεις με την ακολουθία τους από παπάδες, δασκάλους, ευγενείς της υπαίθρου και γραφειοκράτες, ο σοσιαλισμός αυτός χρησίμευε σαν ποθητό σκιάχτρο ενάντια στην αστική τάξη που τραβούσε απειλητικά προς τα πάνω.

Αποτελούσε το γλυκερό συμπλήρωμα στις πικρές βουρδουλιές και τις σφαίρες, με τις οποίες οι ίδιες αυτές κυβερνήσεις αντιμετώπιζαν τις γερμανικές εργατικές εξεγέρσεις.

Αν ο «αληθινός» σοσιαλισμός έγινε έτσι ένα όπλο στα χέρια των κυβερνήσεων ενάντια στη γερμανική αστική τάξη, ταυτόχρονα εκπροσωπούσε άμεσα ένα αντιδραστικό συμφέρον, το συμφέρον του γερμανικού μικροαστισμού.(42) Η μικροαστική τάξη που έχει κληροδοτηθεί από το 16ο αιώνα και που τότε όλο και ξαναεμφανιζόταν καινούργια με διαφορετική μορφή, αποτελεί στη Γερμανία την ουσιαστική κοινωνική βάση της υπάρχουσας κατάστασης.

Η διατήρησή της είναι διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης στη Γερμανία. Η μικροαστική τάξη φοβάται το βέβαιο αφανισμό της από τη βιομηχανική και πολιτική κυριαρχία της αστικής τάξης, από τη μια μεριά εξαιτίας της συγκέντρωσης του κεφαλαίου και από την άλλη με την εμφάνιση ενός επαναστατικού προλεταριάτου. Ο «αληθινός» σοσιαλισμός της φάνηκε ότι χτυπάει μ' ένα σμπάρο δύο τρυγόνια. Εξαπλώθηκε σαν επιδημία.

Η εσθήτα, φτιαγμένη από αραχνοΰφαντες θεωρητικολογίες, κεντημένη με όμορφα ρητορικά λουλούδια, διαποτισμένη από πνιγερή αισθηματική δροσιά, αυτή η απλόχωρη εσθήτα όπου οι γερμανοί σοσιαλιστές τύλιξαν τις λίγες κοκαλιάρικες «αιώνιες αλήθειες» τους, αύξησε μονάχα την κατανάλωση του εμπορεύματος τους από αυτό το κοινό.

Από τη μεριά του, ο γερμανικός σοσιαλισμός αντιλαμβάνεται όλο και πιο πολύ τον προορισμό του να είναι ο πομπώδης εκπρόσωπος αυτής της μικροαστικής τάξης.

Ανακήρυξε το γερμανικό έθνος πρότυπο έθνος και το γερμανό μικροαστό(43) πρότυπο άνθρωπο. Σε κάθε ποταπότητα αυτού του μικροαστού έδινε ένα απόκρυφο, ανώτερο, σοσιαλιστικό νόημα που σήμαινε το αντίθετο της. Τραβούσε ως την τελική συνέπεια, παίρνοντας θέση ενάντια στη «βάναυσα καταστροφική» τάση του κομμουνισμού και διαλαλώντας την αμερόληπτη ανωτερότητά του πάνω απ' όλους τους ταξικούς αγώνες. Με πολύ λίγες εξαιρέσεις, όλα τα δήθεν σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά έργα που κυκλοφορούν στη Γερμανία, ανήκουν στην περιοχή αυτής της βρομερής και εκνευριστικής φιλολογίας.(44)

Ο ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΟΝ "ΑΛΗΘΙΝΟ"

Ο γερμανικός ή ο «αληθινός» σοσιαλισμός

Η σοσιαλιστική και κομμουνιστική φιλολογία της Γαλλίας που γεννήθηκε κάτω από την πίεση της κυρίαρχης αστικής τάξης, και που είναι η φιλολογική έκφραση της πάλης ενάντια σ' αυτή την κυριαρχία, μεταφέρθηκε στη Γερμανία σε εποχή όπου η αστική τάξη μόλις άρχιζε τον αγώνα της ενάντια στο φεουδαρχικό απολυταρχισμό.

Γερμανοί φιλόσοφοι, μισοφιλόσοφοι και ωραιολόγοι ρίχτηκαν αχόρταγα σ' αυτή τη φιλολογία και ξέχασαν ακριβώς ότι με την εισαγωγή αυτών των έργων απ' τη Γαλλία στη Γερμανία, δεν είχε γίνει ταυτόχρονα και η εισαγωγή των γαλλικών συνθηκών ζωής. Μέσα στις γερμανικές συνθήκες, η γαλλική φιλολογία έχασε κάθε άμεση πρακτική σημασία και πήρε μια όψη καθαρά φιλολογική. Αναγκάστηκε να παρουσιαστεί σαν αργόσχολη θεωρητικολογία(40) για την πραγματοποίηση της ανθρώπινης φύσης. Έτσι, για τους γερμανούς φιλόσοφους του l8ου αιώνα, οι διεκδικήσεις της πρώτης γαλλικής επανάστασης είχαν μονάχα την έννοια ότι ήταν διεκδικήσεις του «πρακτικού λόγου» γενικά, και οι εκδηλώσεις της θέλησης της επαναστατικής γαλλικής αστικής τάξης σήμαιναν στα μάτια-τους τους νόμους της καθαρής θέλησης, της θέλησης, όπως θα πρέπει να είναι, της αληθινά ανθρώπινης θέλησης.

Η αποκλειστική δουλειά των γερμανών λογίων ήταν να εναρμονίσουν τις νέες γαλλικές ιδέες με την παλιά τους φιλοσοφική συνείδηση ή καλύτερα να αφομοιώσουν τις γαλλικές ιδέες από τη δικιά τους τη φιλοσοφική άποψη.

Η αφομοίωση αυτή έγινε με τον ίδιο τρόπο, με τον οποίο αφομοιώνει κανείς μια ξένη γλώσσα, με τη μετάφραση.

Είναι γνωστό πώς οι καλόγεροι μετέγραφαν με ανούσιες ιστορίες καθολικών αγίων τα χειρόγραφα, όπου ήταν γραμμένα τα κλασικά έργα της αρχαίας ειδωλολατρικής εποχής. Οι γερμανοί λόγιοι ακολούθησαν τον αντίθετο δρόμο με τη βέβηλη γαλλική φιλολογία. Έγραφαν τις φιλοσοφικές τους ανοησίες πίσω από το γαλλικό πρωτότυπο. Για παράδειγμα, πίσω από τη γαλλική κριτική των χρηματικών σχέσεων, έγραψαν: «Αποξένωση της ανθρώπινης φύσης». Πίσω από τη γαλλική κριτική του αστικού κράτους έγραψαν: «Κατάργηση της κυριαρχίας του αφηρημένου γενικού» κλπ.

Την υποκατάσταση αυτής της φιλοσοφικής φρασεολογίας(41) στις γαλλικές εξελίξεις τη βάφτισαν «φιλοσοφία της πράξης», «αληθινό σοσιαλισμό», «γερμανική επιστήμη του σοσιαλισμού», «φιλοσοφική θεμελίωση του σοσιαλισμού» κλπ.

Με τον τρόπο αυτό ευνούχισαν για τα καλά τη γαλλική σοσιαλιστική και κομμουνιστική φιλολογία. Και μια που αυτή η φιλολογία στα χέρια των Γερμανών έπαψε να εκφράζει την πάλη μιας τάξης ενάντια σε μια άλλη, ο Γερμανός πείστηκε ότι ξεπέρασε τη «γαλλική μονομέρεια» και ότι εκπροσωπούσε, αντί τις αληθινές ανάγκες, την ανάγκη της αλήθειας, και αντί τα συμφέροντα του προλεταριάτου, τα συμφέροντα της ανθρώπινης φύσης, του ανθρώπου γενικά, του ανθρώπου που δεν ανήκει σε καμιά τάξη, που δεν ανήκει καθόλου στην πραγματικότητα, που ανήκει μονάχα στον ομιχλώδη ουρανό της φιλοσοφικής φαντασίας.

Αυτός ο γερμανικός σοσιαλισμός, που έπαιρνε τόσο σοβαρά και πανηγυρικά τις αδέξιες μαθητικές του ασκήσεις και τις διαλαλούσε τόσο αγύρτικα, έχασε ωστόσο σιγά-σιγά τη σχολαστική του αθωότητα.

Ο αγώνας της γερμανικής και ιδιαίτερα της πρωσικής αστικής τάξης ενάντια στους φεουδάρχες και την απόλυτη μοναρχία, με μια λέξη, το φιλελεύθερο κίνημα, έγινε πιο σοβαρό.

Έτσι, στον «αληθινό» σοσιαλισμό δόθηκε η τόσο ποθητή ευκαιρία να αντιπαραθέσει τις σοσιαλιστικές διεκδικήσεις στο πολιτικό κίνημα, για να εξαπολύσει τα πατροπαράδοτα αναθέματα ενάντια στο φιλελευθερισμό, ενάντια στο αντιπροσωπευτικό κράτος, ενάντια στον αστικό συναγωνισμό, την αστική ελευθερία του τύπου, το αστικό δίκαιο, την αστική ελευθερία και ισότητα και για να κηρύξει στη λαϊκή μάζα πως δεν έχει να κερδίσει τίποτε απ' αυτό το αστικό κίνημα, αντίθετα θα τα χάσει όλα. Ο γερμανικός σοσιαλισμός ξέχασε έγκαιρα ότι η γαλλική κριτική, που αυτός αποτελούσε τον ανιαρό αντίλαλο της, προϋποθέτει τη σύγχρονη αστική κοινωνία, με τους αντίστοιχους υλικούς όρους ζωής και με την ανάλογη πολιτική συγκρότηση, όλες προϋποθέσεις που στη Γερμανία έπρεπε πρώτα να κατακτηθούν.

Στις γερμανικές απολυταρχικές κυβερνήσεις με την ακολουθία τους από παπάδες, δασκάλους, ευγενείς της υπαίθρου και γραφειοκράτες, ο σοσιαλισμός αυτός χρησίμευε σαν ποθητό σκιάχτρο ενάντια στην αστική τάξη που τραβούσε απειλητικά προς τα πάνω.

Αποτελούσε το γλυκερό συμπλήρωμα στις πικρές βουρδουλιές και τις σφαίρες, με τις οποίες οι ίδιες αυτές κυβερνήσεις αντιμετώπιζαν τις γερμανικές εργατικές εξεγέρσεις.

Αν ο «αληθινός» σοσιαλισμός έγινε έτσι ένα όπλο στα χέρια των κυβερνήσεων ενάντια στη γερμανική αστική τάξη, ταυτόχρονα εκπροσωπούσε άμεσα ένα αντιδραστικό συμφέρον, το συμφέρον του γερμανικού μικροαστισμού.(42) Η μικροαστική τάξη που έχει κληροδοτηθεί από το 16ο αιώνα και που τότε όλο και ξαναεμφανιζόταν καινούργια με διαφορετική μορφή, αποτελεί στη Γερμανία την ουσιαστική κοινωνική βάση της υπάρχουσας κατάστασης.

Η διατήρησή της είναι διατήρηση της υπάρχουσας κατάστασης στη Γερμανία. Η μικροαστική τάξη φοβάται το βέβαιο αφανισμό της από τη βιομηχανική και πολιτική κυριαρχία της αστικής τάξης, από τη μια μεριά εξαιτίας της συγκέντρωσης του κεφαλαίου και από την άλλη με την εμφάνιση ενός επαναστατικού προλεταριάτου. Ο «αληθινός» σοσιαλισμός της φάνηκε ότι χτυπάει μ' ένα σμπάρο δύο τρυγόνια. Εξαπλώθηκε σαν επιδημία.

Η εσθήτα, φτιαγμένη από αραχνοΰφαντες θεωρητικολογίες, κεντημένη με όμορφα ρητορικά λουλούδια, διαποτισμένη από πνιγερή αισθηματική δροσιά, αυτή η απλόχωρη εσθήτα όπου οι γερμανοί σοσιαλιστές τύλιξαν τις λίγες κοκαλιάρικες «αιώνιες αλήθειες» τους, αύξησε μονάχα την κατανάλωση του εμπορεύματος τους από αυτό το κοινό.

Από τη μεριά του, ο γερμανικός σοσιαλισμός αντιλαμβάνεται όλο και πιο πολύ τον προορισμό του να είναι ο πομπώδης εκπρόσωπος αυτής της μικροαστικής τάξης.

Ανακήρυξε το γερμανικό έθνος πρότυπο έθνος και το γερμανό μικροαστό(43) πρότυπο άνθρωπο. Σε κάθε ποταπότητα αυτού του μικροαστού έδινε ένα απόκρυφο, ανώτερο, σοσιαλιστικό νόημα που σήμαινε το αντίθετο της. Τραβούσε ως την τελική συνέπεια, παίρνοντας θέση ενάντια στη «βάναυσα καταστροφική» τάση του κομμουνισμού και διαλαλώντας την αμερόληπτη ανωτερότητά του πάνω απ' όλους τους ταξικούς αγώνες. Με πολύ λίγες εξαιρέσεις, όλα τα δήθεν σοσιαλιστικά και κομμουνιστικά έργα που κυκλοφορούν στη Γερμανία, ανήκουν στην περιοχή αυτής της βρομερής και εκνευριστικής φιλολογίας.(44)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου