a.readmore { /* CSS properties go here */ }
Καλώς ορίσατε στην μάχη της Αναζήτησης.

Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2014

Ο επανεξοπλισμός της Ρωσίας, επανήλθε στο προσκήνιο μετά την Ουκρανική κρίση, κατά την οποία αντέδρασε δυναμικά προσαρτώντας την Κριμαία και υποστηρίζοντας το αποσχιστικό κίνημα στις ανατολικές επαρχίες της χώρας. Η αντίδραση αυτή εξέπληξε πολλούς στη Δύση, οι οποίοι περίμεναν μεν ότι η Ρωσία θα αντιδρούσε στην προσπάθεια της Ουκρανίας να ενταχθεί στις ευρωατλαντικές δομές, δεν υπολόγιζαν όμως το εύρος και την ένταση που πήρε αυτή η αντίδραση. Έκτοτε, είμαστε μάρτυρες της αναβίωσης ενός ψυχροπολεμικού κλίματος στις σχέσεις Δύσης – Ρωσίας με την επιβολή οικονομικών κυρώσεων εκατέρωθεν.

Για να κατανοήσουμε τη ρωσική αντίδραση θα πρέπει να ανατρέξουμε στην ιστορία για να κατανοήσουμε τόσο το πως έχει διαμορφωθεί η ρωσική ψυχοσύνθεση. όσο και το τι διακυβεύεται για τους Ρώσους στην Ουκρανία. Η Ρωσία υπήρξε επανειλημμένα στόχος εισβολής από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις ήδη από τα πρώτα χρόνια της ύπαρξής της. Το κινηματογραφικό αριστούργημα του Σεργκέι Αιζενστάιν «Αλέξανδρος Νιέφσκι», αναφέρεται ακριβώς στην απόκρουση της εισβολής των Τευτόνων ιπποτών στην ίδια περίπου περιοχή που εξελίσσεται η Ουκρανική κρίση. Στα νεώτερα χρόνια, τον 19ο αιώνα η Γαλλία του Ναπολέοντα και τον 20ο η Γερμανία του Χίτλερ, εισέβαλαν και προσπάθησαν να κατακτήσουν την Ρωσία. Χωρίς κανένα φυσικό εμπόδιο (μεγάλους ποταμούς, οροσειρές ή θαλάσσιες μάζες), μεταξύ της χώρας και των δυνητικά εχθρών της, η Ρωσία πάντοτε προσπαθούσε να μεγαλώσει το στρατηγικό της βάθος χρησιμοποιώντας για αυτό τα κράτη της ανατολικής Ευρώπης, που επεδίωκε πάντοτε να βρίσκονται στην δική της σφαίρα επιρροής. Οι εισβολείς αντιμέτωποι με τη τεράστια έκταση της χώρας και τις αντίξοες συνθήκες της, γρήγορα αιμορραγούσαν μέχρι θανάτου. Επίσης πέραν του γεγονότος ότι ο Ρωσικός στόλος της Μαύρης θάλασσας βρίσκεται στη ναυτική βάση της Σεβαστούπολης στην Κριμαία, καθώς και ότι το 90% των κατοίκων της Κριμαίας είναι Ρώσοι, θα πρέπει να αναφέρουμε και μια άλλη διάσταση της Ουκρανικής κρίσης. Η Ουκρανία αποτελεί το λίκνο του ρωσικού έθνους. Η κοιτίδα του έθνους που δημιούργησε την ρωσική αυτοκρατορία, βρίσκεται στην Ουκρανία και το πρώτο ρωσικό κράτος δημιουργήθηκε από τους Ρώς του Κιέβου. Με βάση τα παραπάνω είναι μάλλον απίθανο να δεχθούν οι Ρώσοι ότι η Ουκρανία δεν θα ανήκει στην δική τους σφαίρα επιρροής.

Η αδυναμία πρόβλεψης από τη Δύση, μιας τόσο δυναμικής αντίδρασης ίσως οφείλεται στα καταστροφικά για την Ρωσία χρόνια που ακολούθησαν τη Σοβιετική κατάρρευση. Μια διεθνώς απαξιωμένη, αδύναμη, καταβεβλημένη και εξαθλιωμένη Ρωσία είδε το ΝΑΤΟ να επεκτείνεται στην ανατολική Ευρώπη χωρίς να μπορεί να αντιδράσει. Η επέκταση αυτή έγινε πάρα τις περί του αντιθέτου υποσχέσεις που είχαν δοθεί στο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ από τον πρόεδρο Μπους το 1989, πρoκειμένου αυτός να συναινέσει στην ενοποίηση της Γερμανίας και την ένταξή της στις ευρωατλαντικές δομές. Σταδιακά ωστόσο, η Ρωσία ανέκαμψε οικονομικά και η ασφάλεια της χώρας απέκτησε εκ νέου πρωταρχική σημασία. Ο διορισμός το 2007, του Anatoly Serdyukov, στενού συνεργάτη του τότε πρωθυπουργού Πούτιν, ως υπουργού Αμυνας σηματοδότησε την έναρξη της προσπάθειας αναδιοργάνωσης και εκσυγχρονισμού των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, η οποία απέκτησε επιπλέον δυναμική μετά τον πόλεμο στην Γεωργία , όπου παρά τη νίκη των Ρώσων, η απόδοση των ενόπλων δυνάμεων κρίθηκε ως μη ικανοποιητική. Εκεί για πρώτη φορά μετά την Σοβιετική κατάρρευση, η Ρωσία αντέδρασε δυναμικά για την προστασία των συμφερόντων της και εισέβαλλε στη Γεωργία, καταρχάς για την προστασία των ρωσικών πληθυσμών στις επαρχίες της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας, ταυτόχρονα όμως ακυρώνοντας de facto και την προσπάθεια της Γεωργίας να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ. Ωστόσο η στρατιωτική επιχείρηση αποκάλυψε και τις τρομερές ελλείψεις και αδυναμίες της ρωσικής πολεμικής μηχανής μετά από δύο δεκαετίες εγκατάλειψης και παραμέλησης. Η Ρωσία επέτυχε τους στόχους της αλλά με μεγάλη δυσκολία απέναντι σε ένα μικροσκοπικό αντίπαλο. Ιδιαίτερα σχολιάστηκαν οι απώλειες των ρωσικών τεθωρακισμένων από τα εκσυγχρονισμένα από το Ισραήλ άρματα του Γεωργιανού στρατού, καθώς και η δυσκολία των αεροπορικών επιχειρήσεων από αεροσκάφη της Σοβιετικής εποχής, χωρίς σύγχρονα συστήματα αυτοάμυνας, πρόσκτησης και προσβολής στόχων

Η ρωσική ηγεσία αποφάσισε τότε την έναρξη ενός εκσυγχρονιστικού προγράμματος που αφορούσε τόσο τη διοικητική αναδιοργάνωση όσο και την προμήθεια νέου πολεμικού υλικού ώστε οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις να μπορούν να ανταποκριθούν επιτυχώς στις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Έτσι μεταξύ των ετών 2008 και 2013, οι στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 31%. Το 2010 ανακοινώθηκε ένα δεκαετές πρόγραμμα επανεξοπλισμού, σύμφωνα με το οποίο η Ρωσία θα δαπανήσει περίπου 723 δις δολάρια . `Ετσι, ως ποσοστό του ΑΕΠ, οι στρατιωτικές δαπάνες από 2,50% το 2007 ανήλθαν στο 2,91% το 2012 και υπολογίζεται ότι το 2016 θα αποτελούν το 3,9%. Σε απόλυτα νούμερα από 1276 δις ρούβλια το 2010 αναμένεται να αυξηθούν σε 3377 δις ρούβλια το 2016 (95.6 δις δολάρια). Το πρόγραμμα δίνει έμφαση στον εκσυγχρονισμό των στρατηγικών πυρηνικών όπλων, της απόκτησης σύγχρονων μαχητικών αεροσκαφών και υποβρυχίων καθώς και την επαύξηση των επικοινωνιακών και πληροφοριακών δυνατοτήτων. Ο Serdyukov συγκρούστηκε με την στρατιωτική ηγεσία και επέβαλλε την μείωση του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων από 1,2 εκατομμύρια σε 1 εκατομμύριο, την μείωση των θέσεων των αξιωματικών, με την παράλληλη δημιουργία ενός επαγγελματικού σώματος υπαξιωματικών και στρατευσίμων και την διοικητική τους αναδιοργάνωση.

Τον Anatoly Serdiukov διαδέχθηκε το 2012 ο Sergei Shoigu, ο οποίος αν και ανέτρεψε ορισμένες αποφάσεις του προκατόχου του που αφορούσαν κυρίως στον αριθμό των αξιωματικών που θα παρέμειναν στην ενεργή υπηρεσία, αποκαθιστώντας έτσι την εμπιστοσύνη μεταξύ της στρατιωτικής και της πολιτικής ηγεσίας των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων, συνέχισε σε όλα τα υπόλοιπα θέματα την μεταρρυθμιστική προσπάθειά του. Συγκεκριμένα έδωσε ιδιαίτερο βάρος στην επιχειρησιακή ικανότητα και την ετοιμότητα των Ενόπλων Δυνάμεων. Χαρακτηριστικά τον τελευταίο ενάμισι χρόνο, διεξήχθησαν πάνω από 750 στρατιωτικές ασκήσεις και το σημαντικότερο είναι ότι μερικές από αυτές υπήρξαν οι μεγαλύτερες που έχουν πραγματοποιηθεί από τη δεκαετία του 1980 και μετά. Οι ασκήσεις πραγματοποιήθηκαν για να δοκιμαστεί η νέα δομή διοίκησης και για να εντοπιστούν αδυναμίες, σφάλματα και ελλείψεις ώστε να αντιμετωπιστούν και να διορθωθούν. Οι αυξημένες επιχειρησιακές δυνατότητες των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων επιδείχθηκαν κατά την επιχείρηση ενσωμάτωσης της Κριμαίας που κατά κοινή ομολογία σχεδιάσθηκε και εκτελέσθηκε εξαιρετικά επιτυχημένα. Πέρα από το καθαρά στρατιωτικό κομμάτι, μέρος της προσπάθειας αποτελεί και η αναζωογόνηση, η αναδιοργάνωση και ο εκσυγχρονισμός της ρωσικής πολεμικής βιομηχανίας, ώστε να μπορεί αφενός να ανταποκριθεί έγκαιρα στις απαιτήσεις των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων και αφετέρου να μπορέσει να δημιουργήσει ανταγωνιστικά εξαγώγιμα προϊόντα που θα συμβάλλουν στη τόνωση της ρωσικής οικονομίας.

Η σημασία που αποδίδει η ρωσική ηγεσία στον εκσυγχρονισμό αναδύεται ξεκάθαρα και από το άρθρο που δημοσίευσε ο Βλαντιμίρ Πούτιν στο περιοδικό «Foreign Policy» πρίν αναλάβει για τρίτη φορά τη ρωσική προεδρία το 2012, εκεί συγκεκριμένα αναφέρει : «Η Ρωσία δεν μπορεί να βασιστεί μόνο σε διπλωματικές και οικονομικές μεθόδους για την επίλυση συγκρούσεων. Η χώρα μας αντιμετωπίζει το έργο της επαρκούς ανάπτυξης των στρατιωτικών δυνατοτήτων της, ως μέρος της συνολικής αποτρεπτικής στρατηγικής της. Αυτό αποτελεί απαραίτητη συνθήκη ώστε τόσο η Ρωσία να αισθάνεται ασφαλής, όσο και να διασφαλίζεται ότι οι εταίροι μας θα μας λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους». Τόσο το ΝΑΤΟ λοιπόν όσο και η Ε.Ε. θα έπρεπε να είχαν δει όλες αυτές τις ενδείξεις της σταδιακής ανάκαμψης της Ρωσίας και της εκ νέου ανάδυσής της ως περιφερειακής δύναμης που ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την ασφάλειά της και να αναμένουν μια δυναμική αντίδραση στο θέμα της Ουκρανίας.
Παραταύτα, θα πρέπει να θέσουμε το θέμα του επανεξοπλισμού και της ανάκαμψης της Ρωσίας στις σωστές του διαστάσεις. Παρότι πλέον η Ρωσία κατατάσσεται τρίτη στις εξοπλιστικές δαπάνες μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα, έχει προηγηθεί όπως ήδη είπαμε μια μεγάλη περίοδος απραξίας και απαξίωσης του στρατιωτικού της υλικού. Επιπλέον αν συγκρίνουμε τις δαπάνες σε απόλυτες τιμές παρατηρούμε ότι η απόσταση μεταξύ των 640 δις δολαρίων που ξόδεψαν οι ΗΠΑ, των 188 δις δολαρίων που ξόδεψε η Κίνα και των 90 δις που ξόδεψε η Ρωσία το 2013 είναι τεράστια. Ως εκ τούτου για να προσεγγίσει η Κίνα τα επίπεδα εξοπλισμού και ικανότητας όχι μόνο των ΗΠΑ αλλά και της Κίνας πλέον, θα χρειαστούν αρκετά ακόμα χρόνια επίπονης και δαπανηρής προσπάθειας.

Επίσης όλη αυτή η προσπάθεια στηρίχθηκε κυρίως στις αυξημένες τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου κατά την τελευταία δεκαετία, καθώς πάνω από τα μισά έσοδα του ρωσικού κρατικού προϋπολογισμού προέρχονται από τις εξαγωγές αυτών των προϊόντων. Για να ισοσκελιστεί ο ρωσικός προϋπολογισμός χρειάζεται μια τιμή πετρελαίου της τάξης των 100 περίπου δολαρίων το βαρέλι, ενώ αυτή την στιγμή η τιμή κυμαίνεται περίπου στα 60 δολάρια το βαρέλι. Μπορεί δηλαδή σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις όχι μόνο να μην αυξηθεί η στρατιωτική ικανότητα της Ρωσίας, αλλά να επαναληφθεί το φαινόμενο της δεκαετίας του 1980 ,όπου οι μειωμένες τιμές του πετρελαίου συνέβαλαν καθοριστικά στην πτώση της ΕΣΣΔ.

Παράλληλα, η στρατιωτική επιτυχία στην Κριμαία και την Ανατολική Ουκρανία, επέσυρε σειρά δυτικών κυρώσεων που επιδεινώνουν δραματικά μια ήδη κακή οικονομική κατάσταση. Η ισοτιμία του ρωσικού νομίσματος έχει κατρακυλήσει, χάνοντας συνολικά το 45% της αξίας του τις τελευταίες εβδομάδες, ενώ η ρωσική κεντρική τράπεζα σε μια προσπάθεια συγκράτησής της ανέβασε το κεντρικό επιτόκιό της σε 17%, την μεγαλύτερη άνοδο μετά την καταστροφική χρεωκοπία του 1998. Από την άλλη βέβαια, η δημοτικότητα του Βλαντιμίρ Πούτιν παραμένει σε υψηλά επίπεδα, πάντοτε ο ρωσικός λαός συντασσόταν με την ηγεσία του όταν ένοιωθε ότι απειλείται η εθνική του ανεξαρτησία και ασφάλεια, ενώ υπέμεινε με καρτερικότητα δυσκολίες και στερήσεις.

Συμπερασματικά, η κρίση στην Ουκρανία και οι οικονομικές κυρώσεις που την ακολούθησαν μπορεί να καθυστερήσουν τον επανεξοπλισμό των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά δεν πρόκειται να τον σταματήσουν. Η σταθερή θέληση της ρωσικής ηγεσίας να διασφαλίσει τον χώρο επιρροής και ασφάλειάς της, η υποστήριξη μεγάλου μέρους του ρωσικού λαού προς την ακολουθούμενη πολιτική σε συνδυασμό με την αίσθηση ότι η Δύση εποφθαλμιά αυτόν ακριβώς το χώρο, φαίνεται ότι οδηγεί σε σε περαιτέρω επιδείνωση των σχέσεων και σε δυνητικά επικίνδυνες ψυχροπολεμικές καταστάσεις .
http://www.globalview.gr/ 
Κώστας Νιζάμης – Η Ρωσία επανεξοπλίζεται

Ο επανεξοπλισμός της Ρωσίας, επανήλθε στο προσκήνιο μετά την Ουκρανική κρίση, κατά την οποία αντέδρασε δυναμικά προσαρτώντας την Κριμαία και υποστηρίζοντας το αποσχιστικό κίνημα στις ανατολικές επαρχίες της χώρας. Η αντίδραση αυτή εξέπληξε πολλούς στη Δύση, οι οποίοι περίμεναν μεν ότι η Ρωσία θα αντιδρούσε στην προσπάθεια της Ουκρανίας να ενταχθεί στις ευρωατλαντικές δομές, δεν υπολόγιζαν όμως το εύρος και την ένταση που πήρε αυτή η αντίδραση. Έκτοτε, είμαστε μάρτυρες της αναβίωσης ενός ψυχροπολεμικού κλίματος στις σχέσεις Δύσης – Ρωσίας με την επιβολή οικονομικών κυρώσεων εκατέρωθεν.

Για να κατανοήσουμε τη ρωσική αντίδραση θα πρέπει να ανατρέξουμε στην ιστορία για να κατανοήσουμε τόσο το πως έχει διαμορφωθεί η ρωσική ψυχοσύνθεση. όσο και το τι διακυβεύεται για τους Ρώσους στην Ουκρανία. Η Ρωσία υπήρξε επανειλημμένα στόχος εισβολής από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις ήδη από τα πρώτα χρόνια της ύπαρξής της. Το κινηματογραφικό αριστούργημα του Σεργκέι Αιζενστάιν «Αλέξανδρος Νιέφσκι», αναφέρεται ακριβώς στην απόκρουση της εισβολής των Τευτόνων ιπποτών στην ίδια περίπου περιοχή που εξελίσσεται η Ουκρανική κρίση. Στα νεώτερα χρόνια, τον 19ο αιώνα η Γαλλία του Ναπολέοντα και τον 20ο η Γερμανία του Χίτλερ, εισέβαλαν και προσπάθησαν να κατακτήσουν την Ρωσία. Χωρίς κανένα φυσικό εμπόδιο (μεγάλους ποταμούς, οροσειρές ή θαλάσσιες μάζες), μεταξύ της χώρας και των δυνητικά εχθρών της, η Ρωσία πάντοτε προσπαθούσε να μεγαλώσει το στρατηγικό της βάθος χρησιμοποιώντας για αυτό τα κράτη της ανατολικής Ευρώπης, που επεδίωκε πάντοτε να βρίσκονται στην δική της σφαίρα επιρροής. Οι εισβολείς αντιμέτωποι με τη τεράστια έκταση της χώρας και τις αντίξοες συνθήκες της, γρήγορα αιμορραγούσαν μέχρι θανάτου. Επίσης πέραν του γεγονότος ότι ο Ρωσικός στόλος της Μαύρης θάλασσας βρίσκεται στη ναυτική βάση της Σεβαστούπολης στην Κριμαία, καθώς και ότι το 90% των κατοίκων της Κριμαίας είναι Ρώσοι, θα πρέπει να αναφέρουμε και μια άλλη διάσταση της Ουκρανικής κρίσης. Η Ουκρανία αποτελεί το λίκνο του ρωσικού έθνους. Η κοιτίδα του έθνους που δημιούργησε την ρωσική αυτοκρατορία, βρίσκεται στην Ουκρανία και το πρώτο ρωσικό κράτος δημιουργήθηκε από τους Ρώς του Κιέβου. Με βάση τα παραπάνω είναι μάλλον απίθανο να δεχθούν οι Ρώσοι ότι η Ουκρανία δεν θα ανήκει στην δική τους σφαίρα επιρροής.

Η αδυναμία πρόβλεψης από τη Δύση, μιας τόσο δυναμικής αντίδρασης ίσως οφείλεται στα καταστροφικά για την Ρωσία χρόνια που ακολούθησαν τη Σοβιετική κατάρρευση. Μια διεθνώς απαξιωμένη, αδύναμη, καταβεβλημένη και εξαθλιωμένη Ρωσία είδε το ΝΑΤΟ να επεκτείνεται στην ανατολική Ευρώπη χωρίς να μπορεί να αντιδράσει. Η επέκταση αυτή έγινε πάρα τις περί του αντιθέτου υποσχέσεις που είχαν δοθεί στο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ από τον πρόεδρο Μπους το 1989, πρoκειμένου αυτός να συναινέσει στην ενοποίηση της Γερμανίας και την ένταξή της στις ευρωατλαντικές δομές. Σταδιακά ωστόσο, η Ρωσία ανέκαμψε οικονομικά και η ασφάλεια της χώρας απέκτησε εκ νέου πρωταρχική σημασία. Ο διορισμός το 2007, του Anatoly Serdyukov, στενού συνεργάτη του τότε πρωθυπουργού Πούτιν, ως υπουργού Αμυνας σηματοδότησε την έναρξη της προσπάθειας αναδιοργάνωσης και εκσυγχρονισμού των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, η οποία απέκτησε επιπλέον δυναμική μετά τον πόλεμο στην Γεωργία , όπου παρά τη νίκη των Ρώσων, η απόδοση των ενόπλων δυνάμεων κρίθηκε ως μη ικανοποιητική. Εκεί για πρώτη φορά μετά την Σοβιετική κατάρρευση, η Ρωσία αντέδρασε δυναμικά για την προστασία των συμφερόντων της και εισέβαλλε στη Γεωργία, καταρχάς για την προστασία των ρωσικών πληθυσμών στις επαρχίες της Αμπχαζίας και της Νότιας Οσετίας, ταυτόχρονα όμως ακυρώνοντας de facto και την προσπάθεια της Γεωργίας να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ. Ωστόσο η στρατιωτική επιχείρηση αποκάλυψε και τις τρομερές ελλείψεις και αδυναμίες της ρωσικής πολεμικής μηχανής μετά από δύο δεκαετίες εγκατάλειψης και παραμέλησης. Η Ρωσία επέτυχε τους στόχους της αλλά με μεγάλη δυσκολία απέναντι σε ένα μικροσκοπικό αντίπαλο. Ιδιαίτερα σχολιάστηκαν οι απώλειες των ρωσικών τεθωρακισμένων από τα εκσυγχρονισμένα από το Ισραήλ άρματα του Γεωργιανού στρατού, καθώς και η δυσκολία των αεροπορικών επιχειρήσεων από αεροσκάφη της Σοβιετικής εποχής, χωρίς σύγχρονα συστήματα αυτοάμυνας, πρόσκτησης και προσβολής στόχων

Η ρωσική ηγεσία αποφάσισε τότε την έναρξη ενός εκσυγχρονιστικού προγράμματος που αφορούσε τόσο τη διοικητική αναδιοργάνωση όσο και την προμήθεια νέου πολεμικού υλικού ώστε οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις να μπορούν να ανταποκριθούν επιτυχώς στις προκλήσεις του 21ου αιώνα. Έτσι μεταξύ των ετών 2008 και 2013, οι στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν κατά 31%. Το 2010 ανακοινώθηκε ένα δεκαετές πρόγραμμα επανεξοπλισμού, σύμφωνα με το οποίο η Ρωσία θα δαπανήσει περίπου 723 δις δολάρια . `Ετσι, ως ποσοστό του ΑΕΠ, οι στρατιωτικές δαπάνες από 2,50% το 2007 ανήλθαν στο 2,91% το 2012 και υπολογίζεται ότι το 2016 θα αποτελούν το 3,9%. Σε απόλυτα νούμερα από 1276 δις ρούβλια το 2010 αναμένεται να αυξηθούν σε 3377 δις ρούβλια το 2016 (95.6 δις δολάρια). Το πρόγραμμα δίνει έμφαση στον εκσυγχρονισμό των στρατηγικών πυρηνικών όπλων, της απόκτησης σύγχρονων μαχητικών αεροσκαφών και υποβρυχίων καθώς και την επαύξηση των επικοινωνιακών και πληροφοριακών δυνατοτήτων. Ο Serdyukov συγκρούστηκε με την στρατιωτική ηγεσία και επέβαλλε την μείωση του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων από 1,2 εκατομμύρια σε 1 εκατομμύριο, την μείωση των θέσεων των αξιωματικών, με την παράλληλη δημιουργία ενός επαγγελματικού σώματος υπαξιωματικών και στρατευσίμων και την διοικητική τους αναδιοργάνωση.

Τον Anatoly Serdiukov διαδέχθηκε το 2012 ο Sergei Shoigu, ο οποίος αν και ανέτρεψε ορισμένες αποφάσεις του προκατόχου του που αφορούσαν κυρίως στον αριθμό των αξιωματικών που θα παρέμειναν στην ενεργή υπηρεσία, αποκαθιστώντας έτσι την εμπιστοσύνη μεταξύ της στρατιωτικής και της πολιτικής ηγεσίας των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων, συνέχισε σε όλα τα υπόλοιπα θέματα την μεταρρυθμιστική προσπάθειά του. Συγκεκριμένα έδωσε ιδιαίτερο βάρος στην επιχειρησιακή ικανότητα και την ετοιμότητα των Ενόπλων Δυνάμεων. Χαρακτηριστικά τον τελευταίο ενάμισι χρόνο, διεξήχθησαν πάνω από 750 στρατιωτικές ασκήσεις και το σημαντικότερο είναι ότι μερικές από αυτές υπήρξαν οι μεγαλύτερες που έχουν πραγματοποιηθεί από τη δεκαετία του 1980 και μετά. Οι ασκήσεις πραγματοποιήθηκαν για να δοκιμαστεί η νέα δομή διοίκησης και για να εντοπιστούν αδυναμίες, σφάλματα και ελλείψεις ώστε να αντιμετωπιστούν και να διορθωθούν. Οι αυξημένες επιχειρησιακές δυνατότητες των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων επιδείχθηκαν κατά την επιχείρηση ενσωμάτωσης της Κριμαίας που κατά κοινή ομολογία σχεδιάσθηκε και εκτελέσθηκε εξαιρετικά επιτυχημένα. Πέρα από το καθαρά στρατιωτικό κομμάτι, μέρος της προσπάθειας αποτελεί και η αναζωογόνηση, η αναδιοργάνωση και ο εκσυγχρονισμός της ρωσικής πολεμικής βιομηχανίας, ώστε να μπορεί αφενός να ανταποκριθεί έγκαιρα στις απαιτήσεις των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων και αφετέρου να μπορέσει να δημιουργήσει ανταγωνιστικά εξαγώγιμα προϊόντα που θα συμβάλλουν στη τόνωση της ρωσικής οικονομίας.

Η σημασία που αποδίδει η ρωσική ηγεσία στον εκσυγχρονισμό αναδύεται ξεκάθαρα και από το άρθρο που δημοσίευσε ο Βλαντιμίρ Πούτιν στο περιοδικό «Foreign Policy» πρίν αναλάβει για τρίτη φορά τη ρωσική προεδρία το 2012, εκεί συγκεκριμένα αναφέρει : «Η Ρωσία δεν μπορεί να βασιστεί μόνο σε διπλωματικές και οικονομικές μεθόδους για την επίλυση συγκρούσεων. Η χώρα μας αντιμετωπίζει το έργο της επαρκούς ανάπτυξης των στρατιωτικών δυνατοτήτων της, ως μέρος της συνολικής αποτρεπτικής στρατηγικής της. Αυτό αποτελεί απαραίτητη συνθήκη ώστε τόσο η Ρωσία να αισθάνεται ασφαλής, όσο και να διασφαλίζεται ότι οι εταίροι μας θα μας λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους». Τόσο το ΝΑΤΟ λοιπόν όσο και η Ε.Ε. θα έπρεπε να είχαν δει όλες αυτές τις ενδείξεις της σταδιακής ανάκαμψης της Ρωσίας και της εκ νέου ανάδυσής της ως περιφερειακής δύναμης που ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την ασφάλειά της και να αναμένουν μια δυναμική αντίδραση στο θέμα της Ουκρανίας.
Παραταύτα, θα πρέπει να θέσουμε το θέμα του επανεξοπλισμού και της ανάκαμψης της Ρωσίας στις σωστές του διαστάσεις. Παρότι πλέον η Ρωσία κατατάσσεται τρίτη στις εξοπλιστικές δαπάνες μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα, έχει προηγηθεί όπως ήδη είπαμε μια μεγάλη περίοδος απραξίας και απαξίωσης του στρατιωτικού της υλικού. Επιπλέον αν συγκρίνουμε τις δαπάνες σε απόλυτες τιμές παρατηρούμε ότι η απόσταση μεταξύ των 640 δις δολαρίων που ξόδεψαν οι ΗΠΑ, των 188 δις δολαρίων που ξόδεψε η Κίνα και των 90 δις που ξόδεψε η Ρωσία το 2013 είναι τεράστια. Ως εκ τούτου για να προσεγγίσει η Κίνα τα επίπεδα εξοπλισμού και ικανότητας όχι μόνο των ΗΠΑ αλλά και της Κίνας πλέον, θα χρειαστούν αρκετά ακόμα χρόνια επίπονης και δαπανηρής προσπάθειας.

Επίσης όλη αυτή η προσπάθεια στηρίχθηκε κυρίως στις αυξημένες τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου κατά την τελευταία δεκαετία, καθώς πάνω από τα μισά έσοδα του ρωσικού κρατικού προϋπολογισμού προέρχονται από τις εξαγωγές αυτών των προϊόντων. Για να ισοσκελιστεί ο ρωσικός προϋπολογισμός χρειάζεται μια τιμή πετρελαίου της τάξης των 100 περίπου δολαρίων το βαρέλι, ενώ αυτή την στιγμή η τιμή κυμαίνεται περίπου στα 60 δολάρια το βαρέλι. Μπορεί δηλαδή σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις όχι μόνο να μην αυξηθεί η στρατιωτική ικανότητα της Ρωσίας, αλλά να επαναληφθεί το φαινόμενο της δεκαετίας του 1980 ,όπου οι μειωμένες τιμές του πετρελαίου συνέβαλαν καθοριστικά στην πτώση της ΕΣΣΔ.

Παράλληλα, η στρατιωτική επιτυχία στην Κριμαία και την Ανατολική Ουκρανία, επέσυρε σειρά δυτικών κυρώσεων που επιδεινώνουν δραματικά μια ήδη κακή οικονομική κατάσταση. Η ισοτιμία του ρωσικού νομίσματος έχει κατρακυλήσει, χάνοντας συνολικά το 45% της αξίας του τις τελευταίες εβδομάδες, ενώ η ρωσική κεντρική τράπεζα σε μια προσπάθεια συγκράτησής της ανέβασε το κεντρικό επιτόκιό της σε 17%, την μεγαλύτερη άνοδο μετά την καταστροφική χρεωκοπία του 1998. Από την άλλη βέβαια, η δημοτικότητα του Βλαντιμίρ Πούτιν παραμένει σε υψηλά επίπεδα, πάντοτε ο ρωσικός λαός συντασσόταν με την ηγεσία του όταν ένοιωθε ότι απειλείται η εθνική του ανεξαρτησία και ασφάλεια, ενώ υπέμεινε με καρτερικότητα δυσκολίες και στερήσεις.

Συμπερασματικά, η κρίση στην Ουκρανία και οι οικονομικές κυρώσεις που την ακολούθησαν μπορεί να καθυστερήσουν τον επανεξοπλισμό των Ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων, αλλά δεν πρόκειται να τον σταματήσουν. Η σταθερή θέληση της ρωσικής ηγεσίας να διασφαλίσει τον χώρο επιρροής και ασφάλειάς της, η υποστήριξη μεγάλου μέρους του ρωσικού λαού προς την ακολουθούμενη πολιτική σε συνδυασμό με την αίσθηση ότι η Δύση εποφθαλμιά αυτόν ακριβώς το χώρο, φαίνεται ότι οδηγεί σε σε περαιτέρω επιδείνωση των σχέσεων και σε δυνητικά επικίνδυνες ψυχροπολεμικές καταστάσεις .
http://www.globalview.gr/ 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου