Γράφει ο Γιώργος Καρελιάς στο ΑΙΧΜΗ
Ο Τύπος συχνά υπερβάλλει. Φουσκώνει δυσανάλογα ένα θέμα είτε για να πουλήσει φύλλα είτε για οποιαδήποτε άλλη σκοπιμότητα. Πρόκειται για αρχαίο και παγκόσμιο φαινόμενο. Δεν θα ανακαλύψουμε εμείς τώρα την πυρίτιδα. Οι πολιτικοί ανακαλύπτουν αυτό το φαινόμενο μόνο όταν τους αγγίξει προσωπικά. Δεν ενοχλούνται όταν την πληρώνουν άλλοι, μπορεί και να το απολαμβάνουν, ειδικά όταν τα θύματα είναι αντίπαλοί τους.
Επίσης, οι πολιτικοί είναι το καλύτερα προστατευόμενο είδος στην Ελλάδα. Σπανίως διώκονται και σπανιότερα κάθονται στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Οι εξαιρέσεις είναι για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Επομένως, οι αντιδράσεις τους, όταν πλήττονται από ένα δημοσίευμα, πρέπει να είναι μετρημένες και, κυρίως, ουσιαστικές.
Μετά από αυτές τις γενικές παρατηρήσεις, ας έρθουμε στο θέμα των ημερών: Την καταγγελία ότι τρεις πρώην υπουργοί, μεταξύ τους και ο νυν πρόεδρος της Βουλής, εμπλέκονται σε ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Αναμφισβήτητα είναι ό,τι χειρότερο για ένα πολιτικό να βλέπει το όνομά του κρεμασμένο στα μανταλάκια και, μάλιστα, με μια τόσο βαριά κατηγορία. Όμως, η πολιτική τα έχει αυτά. Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνουν. Και όσοι επιλέγουν να συμμετέχουν στο πολιτικό παιχνίδι, πρέπει να είναι έτοιμοι για όλα.
Ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης, ένας εκ των τριών καταγγελλομένων, αντέδρασε με δυο τρόπους:
* Πρώτον, αποφάσισε να αναστείλει τα καθήκοντα που απορρέουν από το αξίωμά του. Δεν παραιτείται, αλλά και δεν θα ασκεί πλήρως τα καθήκοντά του. Μεσοβέζικη λύση. Όχι καθαρή. Ο πολιτικός που είναι καθαρός βγαίνει αμέσως και αντικρούει την κατηγορία. Με όσα στοιχεία διαθέτει. Και αν κρίνει ότι, λόγω θέσης, προκαλείται μεγαλύτερη ζημιά, παραιτείται και ρίχνει όλο το βάρος του στην απόδειξη της αθωότητάς του.
* Δεύτερον, τέσσερις μέρες μετά τη δημοσίευση των καταγγελιών από την εφημερίδα Real News, εδέησε να εμφανιστεί ενώπιον των δημοσιογράφων. Όχι για να δώσει πειστικές απαντήσεις γι’ αυτά που γράφτηκαν, αλλά για να εκδηλώσει τον τσαμπουκά του, με εκφράσεις που δεν τιμούν καθόλου το αξίωμα που (ακόμη) κατέχει.
Αν ο κ. Μεϊμαράκης θεωρεί ότι το «κοστούμι του προέδρου» τον εμποδίζει να βγεία στην «αρένα»(δικές του εκφράσεις) και να «καθαρίσει», ας το βγάλει. Τι θα πει «στόχος δεν είμαι εγώ, αλλά ο θεσμός του προέδρου της Βουλής»; Τι θα πει «υπάρχει σχέδιο αποσταθεροποίησης»; Τι θα πει «γνωρίζω ποιοι είναι πίσω από τον Χατζηνικολάου»;
Γνωρίζει ο πρόεδρος της Βουλής ότι συμβαίνουν τέτοια σημεία και τέρατα και σιωπά; Τα είπε στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τον οποίο επισκέφθηκε; Τα είπε στον πρωθυπουργό και στους πολιτικούς αρχηγούς; Κι εκείνοι δεν ανησύχησαν; Πώς κοιμούνται ήσυχοι, όταν κάποιοι εξυφαίνουν σχέδια αποσταθεροποίησης και μάλιστα σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή; Πήραν κανένα μέτρο;
Ή μήπως όλα αυτά είναι ο συνήθης τρόπος αντίδρασης των πολιτικών, όταν στριμώχνονται; Βαριές καταγγελίες για πολιτικούς έχουν γίνει πολλές. Το 1989, εν μέσω ενός υπαρκτού σκανδάλου, κάποιοι βρήκαν ψευδομάρτυρες, που είπαν ότι ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου είχε πάρει εκατομμύρια από τον Κοσκωτά μέσα σε… κούτες (τα περίφημα πάμπερς). Βεβαίως, η κατηγορία
κατέπεσε στο δικαστήριο, προκαλώντας θυμηδία. Όμως, το κόμμα του κ. Μεϊμαράκη την είχε πλήρως υιοθετήσει και δεν θυμόμαστε ο ίδιος να έχει εκφράσει ποτέ κάποια αντίδραση (ήταν τότε πολύ νεότερος).
Μπορεί ο κ. Μεϊμαράκης να έχει χίλια δίκια, να είναι εξοργισμένος. Όμως, ως δημόσιος άνδρας με πολύ υψηλό αξίωμα, έχει υποχρέωση να δίνει απαντήσεις στις κατηγορίες και όχι να καταφεύγει σε κουτσαβακισμούς από τη μια και στη μέθοδο της συνωμοσιολογίας από την άλλη. Αν ξέρει τους συνωμότες, ο πρόεδρος της Βουλής δεν έχει δικαίωμα να σιωπά ή να μιλάει με μισόλογα. Εδώ και τώρα καθαρές κουβέντες. Με στοιχεία και επιχειρήματα και όχι με νταηλίκια.
Ο Τύπος συχνά υπερβάλλει. Φουσκώνει δυσανάλογα ένα θέμα είτε για να πουλήσει φύλλα είτε για οποιαδήποτε άλλη σκοπιμότητα. Πρόκειται για αρχαίο και παγκόσμιο φαινόμενο. Δεν θα ανακαλύψουμε εμείς τώρα την πυρίτιδα. Οι πολιτικοί ανακαλύπτουν αυτό το φαινόμενο μόνο όταν τους αγγίξει προσωπικά. Δεν ενοχλούνται όταν την πληρώνουν άλλοι, μπορεί και να το απολαμβάνουν, ειδικά όταν τα θύματα είναι αντίπαλοί τους.
Επίσης, οι πολιτικοί είναι το καλύτερα προστατευόμενο είδος στην Ελλάδα. Σπανίως διώκονται και σπανιότερα κάθονται στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Οι εξαιρέσεις είναι για να επιβεβαιώνουν τον κανόνα. Επομένως, οι αντιδράσεις τους, όταν πλήττονται από ένα δημοσίευμα, πρέπει να είναι μετρημένες και, κυρίως, ουσιαστικές.
Μετά από αυτές τις γενικές παρατηρήσεις, ας έρθουμε στο θέμα των ημερών: Την καταγγελία ότι τρεις πρώην υπουργοί, μεταξύ τους και ο νυν πρόεδρος της Βουλής, εμπλέκονται σε ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Αναμφισβήτητα είναι ό,τι χειρότερο για ένα πολιτικό να βλέπει το όνομά του κρεμασμένο στα μανταλάκια και, μάλιστα, με μια τόσο βαριά κατηγορία. Όμως, η πολιτική τα έχει αυτά. Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνουν. Και όσοι επιλέγουν να συμμετέχουν στο πολιτικό παιχνίδι, πρέπει να είναι έτοιμοι για όλα.
Ο Ευάγγελος Μεϊμαράκης, ένας εκ των τριών καταγγελλομένων, αντέδρασε με δυο τρόπους:
* Πρώτον, αποφάσισε να αναστείλει τα καθήκοντα που απορρέουν από το αξίωμά του. Δεν παραιτείται, αλλά και δεν θα ασκεί πλήρως τα καθήκοντά του. Μεσοβέζικη λύση. Όχι καθαρή. Ο πολιτικός που είναι καθαρός βγαίνει αμέσως και αντικρούει την κατηγορία. Με όσα στοιχεία διαθέτει. Και αν κρίνει ότι, λόγω θέσης, προκαλείται μεγαλύτερη ζημιά, παραιτείται και ρίχνει όλο το βάρος του στην απόδειξη της αθωότητάς του.
* Δεύτερον, τέσσερις μέρες μετά τη δημοσίευση των καταγγελιών από την εφημερίδα Real News, εδέησε να εμφανιστεί ενώπιον των δημοσιογράφων. Όχι για να δώσει πειστικές απαντήσεις γι’ αυτά που γράφτηκαν, αλλά για να εκδηλώσει τον τσαμπουκά του, με εκφράσεις που δεν τιμούν καθόλου το αξίωμα που (ακόμη) κατέχει.
Αν ο κ. Μεϊμαράκης θεωρεί ότι το «κοστούμι του προέδρου» τον εμποδίζει να βγεία στην «αρένα»(δικές του εκφράσεις) και να «καθαρίσει», ας το βγάλει. Τι θα πει «στόχος δεν είμαι εγώ, αλλά ο θεσμός του προέδρου της Βουλής»; Τι θα πει «υπάρχει σχέδιο αποσταθεροποίησης»; Τι θα πει «γνωρίζω ποιοι είναι πίσω από τον Χατζηνικολάου»;
Γνωρίζει ο πρόεδρος της Βουλής ότι συμβαίνουν τέτοια σημεία και τέρατα και σιωπά; Τα είπε στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τον οποίο επισκέφθηκε; Τα είπε στον πρωθυπουργό και στους πολιτικούς αρχηγούς; Κι εκείνοι δεν ανησύχησαν; Πώς κοιμούνται ήσυχοι, όταν κάποιοι εξυφαίνουν σχέδια αποσταθεροποίησης και μάλιστα σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή; Πήραν κανένα μέτρο;
Ή μήπως όλα αυτά είναι ο συνήθης τρόπος αντίδρασης των πολιτικών, όταν στριμώχνονται; Βαριές καταγγελίες για πολιτικούς έχουν γίνει πολλές. Το 1989, εν μέσω ενός υπαρκτού σκανδάλου, κάποιοι βρήκαν ψευδομάρτυρες, που είπαν ότι ο τότε πρωθυπουργός Ανδρέας Παπανδρέου είχε πάρει εκατομμύρια από τον Κοσκωτά μέσα σε… κούτες (τα περίφημα πάμπερς). Βεβαίως, η κατηγορία
κατέπεσε στο δικαστήριο, προκαλώντας θυμηδία. Όμως, το κόμμα του κ. Μεϊμαράκη την είχε πλήρως υιοθετήσει και δεν θυμόμαστε ο ίδιος να έχει εκφράσει ποτέ κάποια αντίδραση (ήταν τότε πολύ νεότερος).
Μπορεί ο κ. Μεϊμαράκης να έχει χίλια δίκια, να είναι εξοργισμένος. Όμως, ως δημόσιος άνδρας με πολύ υψηλό αξίωμα, έχει υποχρέωση να δίνει απαντήσεις στις κατηγορίες και όχι να καταφεύγει σε κουτσαβακισμούς από τη μια και στη μέθοδο της συνωμοσιολογίας από την άλλη. Αν ξέρει τους συνωμότες, ο πρόεδρος της Βουλής δεν έχει δικαίωμα να σιωπά ή να μιλάει με μισόλογα. Εδώ και τώρα καθαρές κουβέντες. Με στοιχεία και επιχειρήματα και όχι με νταηλίκια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου