a.readmore { /* CSS properties go here */ }
Καλώς ορίσατε στην μάχη της Αναζήτησης.

Σάββατο 4 Φεβρουαρίου 2012

Διακόσια και πλέον χρόνια το ναυάγιο του πλοίου «Μέντωρ» δίνει τροφή στις ελπίδες των αρχαιολόγων ότι κάπου εκεί, στα σκεπασμένα από την άμμο συντρίμμια του, βρίσκονται θραύσματα των Γλυπτών του Παρθενώνα. Οι υποβρύχιες έρευνες - η πιο πρόσφατη έγινε πριν από έναν μήνα - δεν το επιβεβαιώνουν.

Οι ελπίδες ωστόσο προέρχονται από το γεγονός ότι πρόκειται για το δικάταρτο μπρίκι στο οποίο ο λόρδος Ελγιν φόρτωσε τον Σεπτέμβριο του 1802 τα Γλυπτά που αφαίρεσε από τον Παρθενώνα, με σκοπό να τα μεταφέρει στη Βρετανία. Οι θησαυροί αυτοί του ελληνικού πολιτισμού πριν φτάσουν στο Βρετανικό Μουσείο, έμειναν για δυόμισι χρόνια στον βυθό των Κυθήρων.


Η περιπέτειά τους ξεκίνησε όταν το «Μέντωρ» απέπλευσε από τον Πειραιά για τη Μάλτα. Εκεί, το πολύτιμο φορτίο θα μεταφερόταν σε άλλο πλοίο με τελικό προορισμό τη Βρετανία. Στα αμπάρια του υπήρχαν 17 κιβώτια που περιείχαν τμήματα της ζωφόρου του Παρθενώνα, ανάγλυφα του Ναού της Απτέρου Νίκης, μεμονωμένα τμήματα αγαλμάτων και σφονδύλους από κολόνες.

Οι δυνατοί άνεμοι παρέσυραν το πλοίο στα βράχια με αποτέλεσμα να βρεθεί στον βυθό νοτιοανατολικά των Κυθήρων, στην είσοδο του λιμανιού του Αβλέμονα, χωρίς να υπάρξουν θύματα.
Μαζί του «ναυάγησαν», τουλάχιστον προσωρινά, και τα σχέδια του Ελγιν για την άμεση μεταφορά των κιβωτίων. Ετσι, με τη βοήθεια του καπετάνιου αναζήτησε σφουγγαράδες για την ανέλκυση του πολύτιμου φορτίου.

(φώτο: Περισυλλογή ευρημάτων από την πρύμνη του πλοίου «Μέντωρ»)

Τα επόμενα δυόμισι χρόνια οι σφουγγαράδες έπεφταν στα βαθιά κρατώντας την ανάσα τους ώστε να ανασύρουν τη λεία του λόρδου Ελγιν. Τα κιβώτια φορτώθηκαν σε άλλα πλοία και μεταφέρθηκαν σε αποθήκες του Λονδίνου καθώς ο λόρδος Ελγιν είχε χάσει την περιουσία του εξαιτίας των τεράστιων ποσών που δαπάνησε για τη μεταφορά των Γλυπτών και τις δωροδοκίες στους τούρκους αξιωματούχους και ήταν αδύνατο να τα στεγάσει σε δικό του χώρο. Τα Γλυπτά μεταφέρθηκαν εντέλει το 1816 στο Βρετανικό Μουσείο, όπου εκτίθενται μέχρι σήμερα.


Σε αναζήτηση του μυθικού ναυαγίου πραγματοποιήθηκαν ουκ ολίγες έρευνες στην περιοχή (που κηρύχθηκε προστατευόμενη το 2005). Από το... παζάρι δεν έλειψε ούτε η αλεπού που λεγόταν Ζακ-Ιβ Κουστό (1975). Ωστόσο ο διάσημος γάλλος ωκεανογράφος δεν κατάφερε να εντοπίσει το ναυάγιο. Το κατάφερε το 1980 μια ομάδα αρχαιολόγων του Ινστιτούτου Ενάλιων Αρχαιολογικών Ερευνών, που το εντόπισε σε βάθος 22 μέτρων. Η ομάδα ήλπιζε πως θα ανασύρει όσα οι δύτες δεν είχαν καταφέρει καθώς ο χρόνος παραμονής τους στον βυθό ήταν ελάχιστος. Οπως για παράδειγμα παπύρους με ιερογλυφική γραφή, που πιστεύεται ότι επίσης μετέφερε το πλοίο.


Ο αρχαιολόγος δρ Δημήτρης Κουρκουμέλης έκανε την πρώτη του βουτιά στο ιστορικό ναυάγιο το 2009, με κλιμάκιο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, για να φωτογραφίσει την περιοχή και να διαπιστώσει την κατάσταση του πλοίου. Ανέσυρε πιατικά, γυαλικά, βόλια καθώς και έναν σχιστόλιθο με αποτυπωμένο το απολίθωμα ενός ψαριού που ενδεχομένως ανήκει σε συλλογή του Ελγιν.


Φέτος επανήλθε στο ναυάγιο για να κάνει ακόμη μία έρευνα με τη μέθοδο του αναρροφητήρα, από 6 έως 15 Ιουλίου, από κοινού με κλιμάκιο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και με χρηματοδότηση από το αυστραλιανό Ιδρυμα Kytherian Research Group.


Η έρευνα επικεντρώθηκε στην πρύμνη του ναυαγίου όπου είχε εντοπιστεί το απολίθωμα του ψαριού, με την ελπίδα να βρεθούν και άλλα αντικείμενα των συλλογών του Ελγιν. Ανάμεσα στις πέτρες του έρματος βρέθηκαν και δύο αργυρά νομίσματα του 4ου ή 5ου αι. π.Χ. - το ένα προέρχεται από τη Χαλκίδα - και ένα χάλκινο των ρωμαϊκών χρόνων.


«Το πλοίο δεν καταστράφηκε αμέσως μετά το ναυάγιο γι' αυτό και δεν ήταν δύσκολο για τους συνεργάτες του Ελγιν να εντοπίσουν και να ανασύρουν ολόκληρο το φορτίο. Γι' αυτό και δεν ελπίζουμε ότι θα βρεθούν Γλυπτά», λέει στα «ΝΕΑ» ο αρχαιολόγος δύτης Δημήτρης Κουρκουμέλης.

Ανελκύστηκαν ακόμη σκεύη διαφόρων τύπων (γυάλινα, πήλινα ή πορσελάνινα), αλλά και οπλισμός όπως δύο πιστόλες, η διακόσμηση του κοντακίου ενός τουφεκιού, βόλια τριών διαφορετικών διαμετρημάτων, λίθινα τσακμάκια για τα όπλα, μία οβίδα μικρού κανονιού. Βρέθηκαν επίσης όργανα ναυσιπλοΐας, μια μικρή πυξίδα χειρός με χρυσή αλυσίδα και η πυξίδα του πλοίου.

«Το ναυάγιο είναι μέγιστης σημασίας για τον ελληνικό πολιτισμό, ενώ τα αντικείμενά του παρέχουν πληροφορίες για το εμπόριο και τη ναυσιπλοΐα σε μια ταραγμένη ιστορική περίοδο για την Ανατολική Μεσόγειο», σχολιάζει ο επικεφαλής της υποβρύχιας αρχαιολογικής έρευνας.


πηγη: τα νέα
ΥΠΟΒΡΥΧΙΑ ΤΟΜΗ ΣΤΟ ΝΑΥΑΓΙΟ ΤΟΥ ΕΛΓΙΝ

Διακόσια και πλέον χρόνια το ναυάγιο του πλοίου «Μέντωρ» δίνει τροφή στις ελπίδες των αρχαιολόγων ότι κάπου εκεί, στα σκεπασμένα από την άμμο συντρίμμια του, βρίσκονται θραύσματα των Γλυπτών του Παρθενώνα. Οι υποβρύχιες έρευνες - η πιο πρόσφατη έγινε πριν από έναν μήνα - δεν το επιβεβαιώνουν.

Οι ελπίδες ωστόσο προέρχονται από το γεγονός ότι πρόκειται για το δικάταρτο μπρίκι στο οποίο ο λόρδος Ελγιν φόρτωσε τον Σεπτέμβριο του 1802 τα Γλυπτά που αφαίρεσε από τον Παρθενώνα, με σκοπό να τα μεταφέρει στη Βρετανία. Οι θησαυροί αυτοί του ελληνικού πολιτισμού πριν φτάσουν στο Βρετανικό Μουσείο, έμειναν για δυόμισι χρόνια στον βυθό των Κυθήρων.


Η περιπέτειά τους ξεκίνησε όταν το «Μέντωρ» απέπλευσε από τον Πειραιά για τη Μάλτα. Εκεί, το πολύτιμο φορτίο θα μεταφερόταν σε άλλο πλοίο με τελικό προορισμό τη Βρετανία. Στα αμπάρια του υπήρχαν 17 κιβώτια που περιείχαν τμήματα της ζωφόρου του Παρθενώνα, ανάγλυφα του Ναού της Απτέρου Νίκης, μεμονωμένα τμήματα αγαλμάτων και σφονδύλους από κολόνες.

Οι δυνατοί άνεμοι παρέσυραν το πλοίο στα βράχια με αποτέλεσμα να βρεθεί στον βυθό νοτιοανατολικά των Κυθήρων, στην είσοδο του λιμανιού του Αβλέμονα, χωρίς να υπάρξουν θύματα.
Μαζί του «ναυάγησαν», τουλάχιστον προσωρινά, και τα σχέδια του Ελγιν για την άμεση μεταφορά των κιβωτίων. Ετσι, με τη βοήθεια του καπετάνιου αναζήτησε σφουγγαράδες για την ανέλκυση του πολύτιμου φορτίου.

(φώτο: Περισυλλογή ευρημάτων από την πρύμνη του πλοίου «Μέντωρ»)

Τα επόμενα δυόμισι χρόνια οι σφουγγαράδες έπεφταν στα βαθιά κρατώντας την ανάσα τους ώστε να ανασύρουν τη λεία του λόρδου Ελγιν. Τα κιβώτια φορτώθηκαν σε άλλα πλοία και μεταφέρθηκαν σε αποθήκες του Λονδίνου καθώς ο λόρδος Ελγιν είχε χάσει την περιουσία του εξαιτίας των τεράστιων ποσών που δαπάνησε για τη μεταφορά των Γλυπτών και τις δωροδοκίες στους τούρκους αξιωματούχους και ήταν αδύνατο να τα στεγάσει σε δικό του χώρο. Τα Γλυπτά μεταφέρθηκαν εντέλει το 1816 στο Βρετανικό Μουσείο, όπου εκτίθενται μέχρι σήμερα.


Σε αναζήτηση του μυθικού ναυαγίου πραγματοποιήθηκαν ουκ ολίγες έρευνες στην περιοχή (που κηρύχθηκε προστατευόμενη το 2005). Από το... παζάρι δεν έλειψε ούτε η αλεπού που λεγόταν Ζακ-Ιβ Κουστό (1975). Ωστόσο ο διάσημος γάλλος ωκεανογράφος δεν κατάφερε να εντοπίσει το ναυάγιο. Το κατάφερε το 1980 μια ομάδα αρχαιολόγων του Ινστιτούτου Ενάλιων Αρχαιολογικών Ερευνών, που το εντόπισε σε βάθος 22 μέτρων. Η ομάδα ήλπιζε πως θα ανασύρει όσα οι δύτες δεν είχαν καταφέρει καθώς ο χρόνος παραμονής τους στον βυθό ήταν ελάχιστος. Οπως για παράδειγμα παπύρους με ιερογλυφική γραφή, που πιστεύεται ότι επίσης μετέφερε το πλοίο.


Ο αρχαιολόγος δρ Δημήτρης Κουρκουμέλης έκανε την πρώτη του βουτιά στο ιστορικό ναυάγιο το 2009, με κλιμάκιο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων, για να φωτογραφίσει την περιοχή και να διαπιστώσει την κατάσταση του πλοίου. Ανέσυρε πιατικά, γυαλικά, βόλια καθώς και έναν σχιστόλιθο με αποτυπωμένο το απολίθωμα ενός ψαριού που ενδεχομένως ανήκει σε συλλογή του Ελγιν.


Φέτος επανήλθε στο ναυάγιο για να κάνει ακόμη μία έρευνα με τη μέθοδο του αναρροφητήρα, από 6 έως 15 Ιουλίου, από κοινού με κλιμάκιο της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και με χρηματοδότηση από το αυστραλιανό Ιδρυμα Kytherian Research Group.


Η έρευνα επικεντρώθηκε στην πρύμνη του ναυαγίου όπου είχε εντοπιστεί το απολίθωμα του ψαριού, με την ελπίδα να βρεθούν και άλλα αντικείμενα των συλλογών του Ελγιν. Ανάμεσα στις πέτρες του έρματος βρέθηκαν και δύο αργυρά νομίσματα του 4ου ή 5ου αι. π.Χ. - το ένα προέρχεται από τη Χαλκίδα - και ένα χάλκινο των ρωμαϊκών χρόνων.


«Το πλοίο δεν καταστράφηκε αμέσως μετά το ναυάγιο γι' αυτό και δεν ήταν δύσκολο για τους συνεργάτες του Ελγιν να εντοπίσουν και να ανασύρουν ολόκληρο το φορτίο. Γι' αυτό και δεν ελπίζουμε ότι θα βρεθούν Γλυπτά», λέει στα «ΝΕΑ» ο αρχαιολόγος δύτης Δημήτρης Κουρκουμέλης.

Ανελκύστηκαν ακόμη σκεύη διαφόρων τύπων (γυάλινα, πήλινα ή πορσελάνινα), αλλά και οπλισμός όπως δύο πιστόλες, η διακόσμηση του κοντακίου ενός τουφεκιού, βόλια τριών διαφορετικών διαμετρημάτων, λίθινα τσακμάκια για τα όπλα, μία οβίδα μικρού κανονιού. Βρέθηκαν επίσης όργανα ναυσιπλοΐας, μια μικρή πυξίδα χειρός με χρυσή αλυσίδα και η πυξίδα του πλοίου.

«Το ναυάγιο είναι μέγιστης σημασίας για τον ελληνικό πολιτισμό, ενώ τα αντικείμενά του παρέχουν πληροφορίες για το εμπόριο και τη ναυσιπλοΐα σε μια ταραγμένη ιστορική περίοδο για την Ανατολική Μεσόγειο», σχολιάζει ο επικεφαλής της υποβρύχιας αρχαιολογικής έρευνας.


πηγη: τα νέα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου