Oι
πληροφορίες για τα σημερινά γεγονότα στη Συρία - απίστευτα πολλές. Το
τοπίο παραμένει θολό. Για να κατανοήσουμε μια τέτοια περίπλοκη κατάσταση
σε μια χώρα όπου δεν υπάρχουν δύο, αλλά τουλάχιστον μια ντουζίνα
συμφερόντων που επιδιώκουν μια ποικιλία στόχων, θέλοντας και μη πρέπει
να ρίξουμε μια ματιά στην ιστορία αυτής της χώρας. Μια νοητή ευθεία 1000
χρόνων μέσα από την ιστορία.
Δούκες, βασιλείς και πάπες έχουν ξεχάσει τα προβλήματά τους στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Αγγλία, και στρέφουν το βλέμμα τους στην Παλαιστίνη και τη Συρία. Εκεί βρίσκονται οι κακοί Άραβες Σουλτάνοι, που παραβιάζουν τα δικαιώματα του πληθυσμού των Χριστιανών, καταπιέζουν και δολοφονούν αμάχους. Οι Χριστιανοί στην περιοχή βλέπουν τη σωτηρία τους μόνο στη Δύση. Ο Πάπας επιβεβαίωσε ότι «η περσική φυλή των Τούρκων» άρπαξε τα ιερά λείψανα των χριστιανών μετατρέποντας τους ναούς σε στάβλους για τα ζώα. Αυτή η βλασφημία δεν μπορεί να γίνει ανεχτή και οι Χριστιανοί πρέπει να στρατευθούν για να πολεμήσουν τους απίστους. Κάθε στρατιώτης έχει να ράψει πάνω στα ρούχα του από ένα σταυρό - από κόκκινο πανί.
Η διαφορά εκείνης της εποχής με το 2012 μ.Χ. έγκειται στο γεγονός ότι στη Συρία και την Παλαιστίνη, δεν υπήρχε εμφύλιος πόλεμος, εκτός από τις κατά καιρούς μικρές διαφορές μεταξύ των Μουσουλμάνων ηγεμόνων. Η πλειοψηφεία του πληθυσμού της Συρίας και της Παλαιστίνης ήταν Χριστιανοί. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, κάτω από τους Άραβες, ζούσαν λίγο χειρότερα σε σχέση με τους Βυζαντινούς Αυτοκράτορες. Παρ 'όλα αυτά, οι Χριστιανοί δεν δέχονται επιθέσεις, κανείς δεν αγγίζει τους ναούς του, κανείς δεν παρεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις τους.
Οι εγκληματίες της Δύσης μεταμορφώνονται σε ιππότες
Δεκάδες χιλιάδες από τους Σταυροφόρους μετακόμισαν -και όχι απλά μετακινήθηκαν- νότια για να «ελευθερώσουν τους Ιερούς Τόπους.» Το πρώτο από τα θύματά τους ήταν Χριστιανοί - της Κεντρικής και Νότιας Ευρώπης. Στην πορεία τους, οι ιππότες έκαψαν, λεηλάτησαν, βίασαν. Ο βασιλιάς της Ουγγαρίας συμφώνησε να αφήσει τους Σταυροφόρους να περάσουν. Στο Βυζάντιο, οι Σταυροφόροι έγινε πολύ γρήγορα διάσημοι για την ανεξέλεγκτη λεηλασία. Οι ηγέτες της εκστρατείας των ιπποτών δεν στράφηκαν κατά της καρδιάς της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας - ακόμη ήταν αρκετά ισχυρή, και έτσι συμφωνήθηκε η χρήση του πορθμείου για να μεταφέρει τους Σταυροφόρους στην Ασία. Ο ιστορικός Τζόν Νόργουιτς, έγραψε σχετικά με τη συμπεριφορά των Σταυροφόρων στο Βυζάντιο: «κατέστρεψαν τη χώρα, βίασαν γυναίκες, λεηλάτησαν τα χωριά και τις πόλεις και την ίδια στιγμή, φαίνεται, εξακολουθούν να πιστεύουν ότι έχουν το δικαίωμα στην προσδοκία ότι θα γίνουν αποδεκτοί ως ήρωες και απελευθερωτές και όχι ως εγκληματίες, που πραγματικά ήταν. Η αναχώρησή τους έχει προκαλέσει μικρή χαρά, ακόμη μεγαλύτερη παρηγοριά έγκειται στην γνώση όταν (και αν) θα επιστρέψουν, ο αριθμός τους θα είναι σημαντικά μειωμένος.»
Το 1099 μ.Χ. οι Σταυροφόροι κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ. Όλος ο Μουσουλμανικός πληθυσμός της πόλης, περίπου 70 χιλιάδες άνθρωποι, θανατώθηκαν, είτε ήταν παιδιά ή γυναίκες. Με τα ξίφη τους οι «απελευθερωτές» οδήγησαν τους Εβραίους σε μια συναγωγή και τους έκαψαν. Ο Ορθόδοξος πληθυσμός της Συρίας και της Παλαιστίνης έχει μετατραπεί σε δουλοπάροικους. Έτσι, η «απελευθέρωση» μετατράπηκε σε μια τρομερή ταλαιπωρία για τους Ορθοδόξους, που παρόμοια δεν υπήρξε ποτέ στα χρόνια της βασιλείας των Μουσουλμάνων. Από το 1100 μ.Χ. έως 1300 μ.Χ. ο αριθμός των Χριστιανών στη Συρία και την Παλαιστίνη, πριν από την άφιξη των Σταυροφόρων αντιπροσώπευε περίπου το ήμισυ του συνολικού πληθυσμού, μειώθηκε αρκετές φορές. Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Δοσίθεος Β΄ (1669-1707), ανέφερε για τις Σταυροφορίες: «Αυτός ο πόλεμος μπορεί να ονομαστεί ιερός, όπως η λέπρα - μια ιερή νόσος.» Οι Άραβες άρχισαν να αποκρούουν τους εισβολείς. Η Ευρώπη στέλνει χρήματα, και δεκάδες χιλιάδες των ιπποτών συνεχώς οδεύνουν προς τα ανατολικά. Το 1190 μ.Χ. ο Άγγλος βασιλιάς Ριχάρδος με την «καρδιά λιονταριού» πέρασε από τη Σικελία. Είδε την πόλη της Μεσσήνης, την πολιόρκησε, την λεηλάτησε και την έκαψε. Όσοι κάτοικοι επιβιώνουν, διατάσσει να θανατωθούν αποκλειστικά για ανθρωπιστικούς λόγους - επειδή δεν έχουν τίποτα και πουθενά για να ζήσουν. Για να το γιορτάσει αυτό το γεγονός, ο Ριχάρδος ξεχειμωνιάζει στη Σικελία, με παιδομάζωμα κοριτσιών.
Την άνοιξη του 1191 μ.Χ. ο βασιλιάς μετακόμισε στην Παλαιστίνη. Περνώντας από την Κύπρο, που ανήκει στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και πάλι «δεν μπορεί να αντισταθεί». Σε πολλές μάχες ο «Λεοντόκαρδος» νίκησε τον Βυζαντινό στρατό και λεηλάτησε το νησί. Ο βασιλιάς ήταν σε καλή διάθεση, και συμφώνησε να αφήσει το μισό νησί σε κυπριακή ιδιοκτησία. Στη συνέχεια, πώλησε το υπόλοιπο στους Ιππότες του Παναγίου Τάφου. Κατά τη διάρκεια της τέταρτης σταυροφορίας, οι Σταυροφόροι πέρασαν από την πλούσια εμπορική πόλη της Ζαρά. Οι περισσότεροι από τον πληθυσμό της - καθολικοί. Δεν υπάρχουν άπιστοι εδώ, αλλά η πόλη πολιορκήθηκε και λεηλατήθηκε. Η όρεξη των ιπποτών μεγάλωσε. Γιατί να πάνε στην Παλαιστίνη, όπου έχει πολύ ζέστη και δεν υπάρχει νερό; Στις 12 Απριλίου του 1204 μ.Χ. οι Σταυροφόροι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη. Τρεις ημέρες και τρεις νύχτες οι βάρβαροι λεηλάτησαν την πόλη και ατίμωσαν τον πληθυσμό της. Η εμπoρική ναυτιλία στην Μαύρη Θάλασσα κατέρρευσε και η Κωνσταντινούπολη καταστράφηκε.
Από τα συντρίμμια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας...
Το 1517 μ.Χ., η Συρία και ο Λίβανος αποτελούν μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η μοίρα των περιοχών αυτών επηρεάστηκε σημαντικά από τα γεγονότα της Χετζάζης - η δυτική περιοχή της Αραβικής Χερσονήσου. Επισήμως, την Χετζάζη διοικούσε ένας Πασάς της Κωνσταντινούπολης. Στην πραγματικότητα οι τοπικοί άρχοντες, οι σερίφηδες της Μέκκας, η δυναστεία των Χασεμιτών, που θεωρούσαν τους εαυτούς τους συγγενείς του Προφήτη Μωάμεθ. Με την διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις αρχές του 1916 ο σερίφης Χουσεΐν ιμπν Αλί συνάπτει μια συμφωνία με τους Βρετανούς πράκτορες, και συμφώνησε να γίνει η Χετζάζη βρετανικό προτεκτοράτο. Στις 5 Ιουνίου 1916 ο Χουσεΐν διακήρυξε την ανεξαρτησία της Χετζάζης, και ο ίδιος - ο βασιλιάς, άρχισε να αγωνίζεται εναντίον των τουρκικών στρατευμάτων. Τον Ιούλιο του 1917 κατέλαβε το λιμάνι, και στις 30 Σεπτεμβρίου 1918 τη Δαμασκό. Η πόλη κηρύχθηκε ως η έδρα μιας ανεξάρτητης κυβέρνησης σε όλη τη Συρία, και στην Βηρυτό οι Άραβες δημιούργησαν μια δική τους διοίκηση. Όλες οι υπεύθυνες θέσεις και στις δύο πόλεις κατείχαν άτομα από τη Συρία, τα οποία είχαν εμπειρία σε διοικητικές θέσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Αίγυπτο.
Αποικιοκρατία: Σύνορα με τον χάρακα
Τον Ιανουάριο του 1916 ένα σχέδιο συμφωνίας μεταξύ των Βρετανών και των Γάλλων ήταν έτοιμο. Στη βρετανική ζώνη περιλαμβάνονται η Μεσοποταμία με τη Βαγδάτη και τη Βασόρα, αλλά χωρίς τη Μοσούλη. Επιπλέον, η Βρετανία έλαβε τα Παλαιστινιακά λιμάνια Χάιφα και Άκκα. Στη γαλλική ζώνη του Λιβάνου, συμπεριλαμβάνεται το παράκτιο τμήμα της Συρίας (Χαλέπι, δυτικά της γραμμής Χομς), μέρος της Ανατολικής Ανατολίας, την Μικρή Αρμενία και το Κουρδιστάν. Η Παλαιστίνη (εκτός της Άκρας και Χάιφα) ήταν να είναι μια διεθνής ζώνη. Στη Μέση Ανατολή η συμφωνία «Sykes-Picot» αναφέρεται για πρώτη φορά στα τέλη Νοεμβρίου του 1917 από τις εφημερίδες της Πετρούπολης. Ο Λένιν έδωσε στη δημοσιότητα όλες τις μυστικές συνθήκες της Αντάντ. Φυσικά, αυτό οδήγησε σε βίαιες διαμαρτυρίες στη Συρία και το Λίβανο. Στις 30 Σεπτεμβρίου 1918 στη Δαμασκό ήταν μια κυβέρνηση πιστή στο βασιλιά Χουσεΐν. Ο Πρίγκιπας Φάισαλ, γιος του Χουσεΐν, πήγε στις αρχές του 1919 στο συνέδριο των Βερσαλλιών.
Τον Ιούνιο του 1919 συγκλήθηκε στη Δαμασκό το «Σύριο Οικουμενικό Κογκρέσο», το οποίο διαμαρτυρήθηκε ενεργά για την επιβολή της Εντολής στην Διάσκεψη της Ειρήνης του Παρισιού. Τον Νοέμβριο, το Κογκρέσο κάλεσε τους ανθρώπους να «προστατεύσουν τη χώρα από την κυριαρχία των Γάλλων.» Τότε ιδρύθηκε το «Συμβούλιο της Λαϊκής Εθνικής Άμυνας,» στο οποίο συμμετείχαν εκπρόσωποι από πολλές πόλεις και περιφέρειες, καθώς και διάφορα πολιτικά κινήματα. Στις 8 Μαρτίου 1920, το «Εθνικό Κογκρέσο της Συρίας» διακήρυξε την ανεξαρτησία της Συρίας και τον πρίγκιπα Φαϊζάλ - βασιλιά. Στο νέο κράτος της Συρίας, συμπεριλήφθησαν μέρη της Παλαιστίνης, του Λιβάνου και της Μεσοποταμίας. Νωρίτερα, στις 10 Ιουνίου 1919 ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Γούντροου Ουίλσον έστειλε μια επιτροπή στην ιστορική επικράτεια της Συρίας. Αυτή η λεγόμενη «King-Crane-Kommission» πρέπει να ταξιδέψει μέσω της περιοχής και να ανακαλύψει τη μορφή διακυβέρνησης που θα προτιμούσε ο πληθυσμός μετά από 400 χρόνια τουρκικής κατοχής. Στο πλαίσιο αυτού του ταξιδιού επινοήθηκε ο όρος: «Το μυστήριο της Συρίας.» Οι άνθρωποι στη Συρία ανταποκρίθηκαν με ενθουσιασμό. Η απρόσμενη ευκαιρία αδράχτηκε από όλες τις ομάδες πληθυσμού, υποβάλλοντας προτάσεις που εκφράστηκαν στους εκπροσώπους της επιτροπής. Το πιο σημαντικό έμμεσο αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας ήταν η δημιουργία του «Εθνικού Κογκρέσου της Συρίας».
Σε αυτό το περιορισμένο χρονικό παράθυρο αμέσως μετά την κατάρρευση της οθωμανικής κυριαρχίας ήταν ίσως δυνατό οι διαφορές εθνοτικές και θρησκευτικές ομάδες να ενωθούν κάτω από μια ηγεσία Σουνιτών. Αλλά μόλις ο Φαϊζάλ βρέθηκε σην ειρηνευτική διάσκεψη στο Παρίσι, οι εντάσεις μεταξύ του πληθυσμού της περιοχής κλιμακώθηκαν. Οι εθνικιστές στη Συρία οραματίζονται μια ενωμένη Συρία από την οροσειρά του Ταύρου στα βόρεια έως το Σινά στο νότο. Η απάντηση στο ερώτημα, πώς θα μπορούσαν ότι αυτοί οι άνθρωποι να ενωθούν στην πραγματικότητα, ήταν τότε, όπως και τώρα, η ίδια: Δεν θα μπορούσαν πραγματικά. Οι Βρετανοί και Γάλλοι είχαν διαφορετικά σχέδια από αυτά των εθνικιστών της Συρίας. Το διάστημα 19 έως 26 Απριλίου 1920 στην ιταλική πόλη του Σαν Ρέμο, πραγματοποιήθηκε συνέδριο για την κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Παρέστησαν ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόιντ Τζορτζ, ο Γάλλος πρωθυπουργό Μιλλεράν, καθώς και ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Φρνατσέσκο Νίτι. Η Ιαπωνία εκπροσωπήθηκε από τον πρέσβη Ματσούι. Από τις Ηνωμένες Πολιτείες ως παρατηρητής ήταν παρών ο πρέσβης στην Ιταλία Τζόνσον. Η διάσκεψη υιοθέτησε την Εντολή της Αγγλίας στη Μεσοποταμία και την Παλαιστίνη. Στο επίμαχο θέμα της κατοχής της Συρίας, η Βρετανία συμφώνησε να περάσει ο έλεγχος στη Γαλλία.
Τον Ιούλιο του 1920, ένας Γαλλικός στρατός από 20.000 άτομα βαδίζει κατά της Δαμασκού. Μετά από μια στρατιωτική ήττα έξω από την πόλη, ο βασιλιάς Φαϊζάλ παραδόθηκε στους Γάλλους στρατιώτες, αφόπλισε το στρατό του και παρέδωσε τη Δαμασκό αμαχητί. Αλλά την πράξη του αυτή, οι Γάλλοι δεν εκτίμησαν, και μετά την κατάληψη της Δαμασκού, ο Φαϊζάλ εξορίσθηκε από τη χώρα. Οι Γάλλοι δεν χρειάζονται τον Άραβα βασιλιά, άλλωστε, συνδέονταν στενά με τους Βρετανούς αντιπάλους τους. Οι γαλλικές αρχές στη Συρία προσπάθησε να καταστείλουν το αραβικό εθνικό κίνημα, χρησιμοποιώντας την αρχή του «διαίρει και βασίλευε». Ενίσχυσαν ενεργά τη θέση των θρησκευτικών μειονοτήτων και την προώθηση της σεκταριστικής βίας. Η επικράτεια των Μαρωνιτών στο Λίβανο, επεκτάθηκε με την προσχώρησή της κοιλάδας Μπεκάα, η οποία κατοικείται κυρίως από μουσουλμάνους, καθώς και τις πόλεις Τρίπολη, Βηρυτό, και Τύρο. Το υπόλοιπο της Συρίας χωρίστηκε σε πέντε ημι-αυτόνομες επαρχίες: Δαμασκός, Χαλέπι, Λατάκια (περιοχή Αλαουιτών), η περιοχή των Δρούζων και η Αλεξανδρέττα. Για τις πολιτικές υποθέσεις των εδαφών αυτών υπεύθυνος ήταν ο Ύπατος Αρμοστής στη Δαμασκό, ο οποίος διόριζε όλους τους υπαλλήλους της κυβέρνησης.
Οι γαλλικές αρχές στην καταπολέμηση των Αράβων εθνικιστών προσπάθησαν να βασίζονται στις εθνικές ή θρησκευτικές μειονότητες, που ζουν στη Συρία. Η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού της Συρίας, περίπου 85%, είναι πιστοί του Ισλάμ. Μεταξύ των Μουσουλμάνων, το 60% Σουνίτες. Οι Σουνίτες είδαν στους Γάλλους έναν εχθρό του Ισλάμ. Οι Σιίτες ήταν της ίδιας γνώμης, και επιπλέον, ήταν κατά της ένταξης των περιοχών που κατοικούνταν από Σιίτες στο Λίβανο. Οι Δρούζοι, μια Μουσουλμανική αίρεση, κοντά στους Ισμαηλίτες, ήταν επίσης εναντίον των Γάλλων αποικιοκρατών. Ο πιο αξιόπιστος πυλώνας των Γάλλων στη Συρία ήταν οι Χριστιανοί - Καθολικοί και Ουνίτες, και ιδιαίτερα οι Μαρωνίτες. Οι Μαρωνίτες - ακολουθούν τον μοναχό Μάρωνα τον Ερημίτη, που έζησε στο Λίβανο κατά τον 5ο αιώνα μετά Χριστού. Η λέξη «Μαρωνίτης» ορίζει τη θρησκευτική καταγωγή των Μαρωνιτών και όχι το έθνος ή την εθνική τους καταγωγή. Στο τέλος του 7ου αιώνα μετά Χριστού, ήρθαν σε ανοιχτή σύγκρουση με τον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης. Μετά την άφιξη των Σταυροφόρων το 1182, οι Μαρωνίτες δήλωσαν την «ενότητα» με τον Καθολικισμό. Και σήμερα, πολλοί Μαρωνίτες πιστεύουν ότι ποτέ δεν διεκόπηκαν οι δεσμοί τους με τη Ρώμη.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η γαλλική στάση απέναντι στο Ορθόδοξο Πατριαρχείο της Αντιοχείας. Από την ίδρυσή του, οι Πατριάρχες ήταν Έλληνες. Τον 15ο και 16ο αιώνα αραβικής καταγωγής και από τις αρχές του 18ου αιώνα πάλι Έλληνες. Ωστόσο, το 1898 οι Ρώσοι ήταν σε θέση να εκλέξουν στον Πατριαρχικό θρόνο έναν Άραβα, ένας ντόπιος της Συρίας. Από το 1908 έως το 1914, το Πατριαρχείο Αντιοχείας λαμβάνει κάθε έτος 30 χιλιάδες ρούβλια από τα προσωπικά κεφάλαια του Ρώσου αυτοκράτορα Νικολάου II. Στις αρχές του 1920 οι Ορθόδοξοι Σύριοι, με επικεφαλής τον Πατριάρχη Αντιοχείας, Γρηγόριο Γ΄, υποστηρίζουν ενεργά τον βασιλιά Φαϊζάλ. Οι γαλλικές αρχές κατηγορούν το Πατριαρχείο για προσηλυτισμό Ορθοδόξων στη Συρία. Τον Ιανουάριο του 1933 εξελέγη νέος Πατριάρχης ο Αλέξανδρος Γ΄, ο οποίος δήλωνε υπέρ της υποστήριξης των Αράβων εθνικιστών. Τον Ιούνιο του 1941, ο Πατριάρχης Αλέξανδρος Γ΄, έκανε έκκληση στους Χριστιανούς σ'όλο τον κόσμο για την υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης στον πόλεμο με τη Γερμανία. Τρέχοντας λίγο μπροστά, άξιο αναφοράς ότι από το 1945 οι Πατριάρχες Αντιοχείας και πάλι άρχισαν να λαμβάνουν οικονομική βοήθεια από τη Ρωσία. Αυτή την φορά δεν ήταν τα ιμπεριαλιστικά σχέδια των Τσάρων υπεύθυνα για αυτό, αλλά η Σοβιετική Ένωση. Για παράδειγμα, το 1947 κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού της στη Μέση Ανατολή, αντιπροσωπεία της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας παρέδωσε προσωπικά δεκάδες χιλιάδες δολάρια, που τότε ήταν ένα σημαντικό ποσό.
Αλαουίτες: Απόγονοι των Σταυροφόρων;
Οι γαλλικές αρχές πριν από το 1920 προσπάθησαν να βελτιώσουν την θέση τους στη Συρία με την περίεργη αίρεση των Αλαουιτών, η οποία απο ορισμένους θεωρείται ως μια ξεχωριστή θρησκεία, και από άλλους ως ακραίοι Σιίτες. Στον πυρήνα της διδασκαλίας των Αλαουιτών η ιδέα της «Αιώνιας Τριάδας». Από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι σήμερα, ο πληθυσμός των Αλαουιτών υπολογίζεται σε 10% του συνολικού πληθυσμού της Συρίας. Κατά τη διάρκεια της αιγυπτιακής εκστρατείας του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, βοήθησαν ενεργά του Γάλλους στην πολιορκία της Ακρ. Η προέλευση των Αλαουιτών είναι αμφιλεγόμενη. Αρμένιοι ιστορικοί θεωρούν ότι είναι απόγονοι των Αρμενίων από το βασίλειο της Κιλικίας, το έτος 1375 μ.Χ. Στη συνέχεια, οι γαλλικές αρχές έδωσαν περισσότερη προσοχή στους Αλαουίτεςς, πιστεύοντας ότι η περιοχή των Αλαουιτών μπορεί να γίνει η κύρια βάση της πολιτικής τους. Ταυτόχρονα, σε περιοχές πυκνοκατοικημένες από Αλαουίτες εστάλησαν σε εκατοντάδες Γάλλοι ιεραπόστολοι, που είχε ως καθήκον να δυναμώσουν τους Αλαουίτες στη θρησκευτική αποκλειστικότητα τους και να δημιουργήσουν στο περιβάλλον τους ένα αυτονομιστικό συναίσθημα. Οι Γάλλοι ιεραπόστολοι υποστήριξαν ότι οι Αλαουίτες είναι οι απόγονοι των Σταυροφόρων, και οι ρίζες βασίζονται στον Χριστιανισμό. Όμως, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της Γαλλίας να κερδίσει τους Αλαουίτες, η σχέση τους δεν εξελίχθηκε αρχικά ομαλά.
Παρ 'όλα αυτά, στις 31 Αυγούστου 1920, οι Γάλλοι δημιούργησαν το «Αυτόνομο Έδαφος Αλαούτι.» Στις 12 Ιουνίου του 1922 η εδαφική και διοικητική οντότητα ονομάστηκε «Κράτος των Αλαουιτών.» Αυτό το κράτος αποτελούνταν από δύο πρώην σαντζάκια - τη Λατάκια, και την Ταρτό, με δική του σημαία - λευκού χρώματος με κίτρινο ήλιο στη μέση και τέσσερις κόκκινες γωνίες. Ο πληθυσμός του κράτους των Αλαουιτών ανέρχονταν σε 278 χιλιάδες άτομα, εκ των οποίων 176 χιλιάδες ήταν Αλαουίτες, Σουνίτες - 52 χιλιάδες Χριστιανοί - 44,5 χιλιάδες, Ισμαηλίτες - 4,5 χιλιάδες. Στις 5 Δεκεμβρίου 1936 το κράτος των Αλαουιτών προσαρτήθηκε στη Συρία μετά από Γαλλικό Διάταγμα. Ωστόσο, οι Αλαουίτες στη Συρία είχαν επίσημα αναγνωριστεί από τους Μουσουλμάνους μόνο τον Ιούλιο του 1973. Τις δεκαετίες 30-'60 του περασμένου αιώνα είχαν σημειώσει μεγάλη πρόοδο στην οικονομία και την πολιτική. Τον Μάρτιο του 1971 εξελέγη από τον κύκλο των Αλαουιτών ως πρόεδρος της Συρίας ο Χάφεζ αλ Άσαντ, πατέρας του σημερινού Προέδρου. Σύμφωνα με τους νόμους, ο Πρόεδρος της χώρας δεν θα μπορούσε παρά να είναι ένας Μουσουλμάνος. Έτσι, οι Αλαουίτες θεωρούνται ευσεβείς Μουσουλμάνοι. Αλλά μόνο στη Συρία. Σε πολλές αραβικές χώρες και στην Τουρκία, δεν θεωρούνται ως τέτοιοι.
Σοβαρά προβλήματα για τη γαλλική διοίκηση στη Συρία από τις αρχές του '20 δημιουργήθηκαν στο σαντζάκι της Αλεξανδρέττας. Κατά τα έτη 1920-1925 ήταν μέρος του «Κράτους του Χαλεπίου,» και στη συνέχεια της Συρίας. Μέρος του πληθυσμού αποτελείτο από Τούρκους. Το 1936, ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ο οποίος κέρδισε τον τίτλο - ο πατέρας των Τούρκων, έφερε το θέμα στην Κοινωνία των Εθνών. Ως αποτέλεσμα, η Γαλλία συμφώνησε να δώσει καθεστώς αυτονομίας στο Χατάι, ως τμήμα της Συρίας. Θα πρέπει να υπάρχει εξηγήση γιατί οι Σύριοι στις αρχές του 16ου αιώνα υποδέχτηκαν με ανοιχτές αγκάλες τους Τούρκους, και μετά το 1920 τους μισούσαν: Το γεγονός ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία τον 15ο-18ο αιώνα ήταν ένα πολυ-εθνικό και πολύ-θρησκευτικό πολιτικό στερέωμα. Η τελική ένταξη στην Τουρκία έγινε μετά από μια γαλλοτουρκική συμφωνία που υπεγράφη στην Άγκυρα στις 19 Ιουνίου 1939. Η πόλη της Αλεξανδρέττας μετονομάστηκε από τους Τούρκους σε Ισκαντερούμ. Η Συρία δεν έχει ποτέ αναγνωρίσει την προσάρτηση της Αλεξανδρέττας.
Τον Ιούνιο του 1940 η Γαλλία ηττήθκε στρατιωτικά και υπέγραψε ανακωχή με τη Γερμανία. Τα γαλλικά στρατεύματα στην αποικία τήρησαν αυστηρά την ουδετερότητα στον πόλεμο. Ωστόσο, το Λονδίνο ήθελε να πιέσει στο Παρίσι στη Μέση Ανατολή. Το γεγονός ότι τον Μάιο του 1941 διάφορα γερμανικά μεταγωγικά αεροπλάνα καθ 'οδόν προς το Ιράκ, έκαναν ενδιάμεση στάση στα αεροδρόμια της Συρίας, ήταν ένα καλό πρόσχημα. Η κυβέρνηση Vichy στα τέλη Μαΐου, απαγόρευσε να πετούν γερμανικά αεροσκάφη πάνω από τη Συρία. Στις 8 Ιουνίου 1941, βρετανικά στρατεύματα άρχισαν να εισβάλλουν στη Συρία από την Παλαιστίνη. Σύμφωνα με βρετανικές εκθέσεις, οι Γάλλοι απώλεσαν σε νεκρούς και τραυματίες 63.500 άτομα, οι Βρετανοί - 4.052 νεκρούς και τραυματίες και 841 αναφέροναι ως αιχμάλωτοι. Μετά την ήττα των γαλλικών δυνάμεων, ο στρατηγός Ντε Γκωλ υποσχέθηκε για τη Συρία και τον Λίβανο τον τερματισμό του καθεστώς της Εντολής και την διακήρυξη της ανεξαρτησίας, σε ένα ή δύο κυρίαρχα κράτη. Ήταν ένα κυνικό ψέμα. Ούτε ο ντε Γκωλ ούτε η γαλλική οικονομική ελίτ δεν πρόκειτο να παραχωρήσουν την ανεξαρτησία στη Συρία. Για την ανεξαρτησία, χρειάστηκαν χρόνια πολιτικού αγώνος στη Συρία. Στις 2 Ιουνίου του 1945 η κυβέρνηση της Σοβιετικής Ένωσης έστειλε ένα σημείωμα στις κυβερνήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών, της Γαλλίας, της Βρετανίας και της Κίνας, εστιάζοντας την προσοχή της στις εξελίξεις στην περιοχή της Συρίας και του Λιβάνου. Στις 17 Απριλίου 1946 ο τελευταίος ξένος στρατιώτης έφυγε από τη Συρία, και το Δεκέμβριο του ίδιου έτους τα βρετανικά και γαλλικά στρατεύματα αποσύρθηκαν από το Λίβανο. Η «Ημέρα της 17ης Απριλίου» έχει γίνει μια εθνική εορτή στη Συρία - ημέρα της εκκένωσης.
Η Γιουγκοσλαβία της Μέσης Ανατολής
Σήμερα, η διεθνή κοινότητα, μέρος αυτής, προτρέπει για μια νέα επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων στη Συρία. Το ζήτημα της βέλτιστης μορφής διακυβέρνησης της σημερινής Συρίας, είναι τόσο επίκαιρο όσο ποτέ. Αλλά τι μας διδάσκει η ιστορία από το πρώτο «Εθνικό Κογκρέσο της Συρίας;» Βρίσκεται η λύση στο διαμελισμό της χώρας, όπως νωρίτερα έκαναν οι Γάλλοι; Όχι λιγότερες από εννέα σημαίες κυμάτιζαν σε ολόκληρη τη χώρα εκείνη την εποχή και σήμερα θα μπορούσαν να είναι περισσότερες. Μια συμφωνία μεταξύ των διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων στη Συρία, υπό την αιγίδα ενός μονάρχη Σουνίτη - ακόμη και ενός χαλίφη; Εν κατακλείδι, ο χρόνος θα δείξει ποιά από τα σενάρια για τη Συρία είναι σήμερα πραγματικά ρεαλιστικά και βιώσιμα. Το παζλ της Συρίας, με τους πολλούς αστάθμητους παράγοντες, παραμένει άλυτο μέχρι τώρα. Η γέννηση ενός κράτους είναι μια αιματηρή υπόθεση. Πίσω από την τάση της αυτοδιάθεσης, καραδοκούν αποσχιστικοί πόλεμοι και ιστορικές, εθνοτικές και θρησκευτικές συγκρούσεις. Σήμερα, η Συρία βρίσκεται στα πρόθυρα μιας παρόμοιας αβύσσου. Όσο περισσότερο διαρκεί η σύγκρουση, τόσο πιο πιθανό η δημιουργία ενός αποσχιστικού θύλακα των Αλαουιτών. Το χειρότερο δυνατό σενάριο - η συνέχιση ενός εμφύλιου πολέμου που θα αλλάξει το χάρτη της Μέσης Ανατολής. Το νέο «κράτος» ως καταλύτης για την επέκταση της σύγκρουσης στο βόρειο Λίβανο και την Τουρκία. Εκεί ζουν περίπου μισό εκατομμύριο Άραβες Αλαουίτες, και περίπου είκοσι εκατομμύρια Τούρκοι Αλεβίτες. Ένα ανεξάρτητο κράτος των Αλαουιτών - ένα καλοδεχούμενο προηγούμενο για τις υπόλοιπες αποσχιστικές ομάδες, όπως οι Κούρδοι. Η συντακτική ομάδα της εφημερίδας Ουάσιγκτον Πόστ, διακινδύνεψε στις 28 Σεπτεμβρίου 2011 μια πρόβλεψη: «Η εμφάνιση αυτών των δυνάμεων δεν είναι ευπρόσδεκτη, ακόμη και από εκείνους που ελπίζουν να δοθεί τέλος στο καθεστώς του Άσαντ.»
http://www.fox2magazine.net/
Δούκες, βασιλείς και πάπες έχουν ξεχάσει τα προβλήματά τους στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Αγγλία, και στρέφουν το βλέμμα τους στην Παλαιστίνη και τη Συρία. Εκεί βρίσκονται οι κακοί Άραβες Σουλτάνοι, που παραβιάζουν τα δικαιώματα του πληθυσμού των Χριστιανών, καταπιέζουν και δολοφονούν αμάχους. Οι Χριστιανοί στην περιοχή βλέπουν τη σωτηρία τους μόνο στη Δύση. Ο Πάπας επιβεβαίωσε ότι «η περσική φυλή των Τούρκων» άρπαξε τα ιερά λείψανα των χριστιανών μετατρέποντας τους ναούς σε στάβλους για τα ζώα. Αυτή η βλασφημία δεν μπορεί να γίνει ανεχτή και οι Χριστιανοί πρέπει να στρατευθούν για να πολεμήσουν τους απίστους. Κάθε στρατιώτης έχει να ράψει πάνω στα ρούχα του από ένα σταυρό - από κόκκινο πανί.
Η διαφορά εκείνης της εποχής με το 2012 μ.Χ. έγκειται στο γεγονός ότι στη Συρία και την Παλαιστίνη, δεν υπήρχε εμφύλιος πόλεμος, εκτός από τις κατά καιρούς μικρές διαφορές μεταξύ των Μουσουλμάνων ηγεμόνων. Η πλειοψηφεία του πληθυσμού της Συρίας και της Παλαιστίνης ήταν Χριστιανοί. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, κάτω από τους Άραβες, ζούσαν λίγο χειρότερα σε σχέση με τους Βυζαντινούς Αυτοκράτορες. Παρ 'όλα αυτά, οι Χριστιανοί δεν δέχονται επιθέσεις, κανείς δεν αγγίζει τους ναούς του, κανείς δεν παρεμβαίνει στις εσωτερικές υποθέσεις τους.
Οι εγκληματίες της Δύσης μεταμορφώνονται σε ιππότες
Δεκάδες χιλιάδες από τους Σταυροφόρους μετακόμισαν -και όχι απλά μετακινήθηκαν- νότια για να «ελευθερώσουν τους Ιερούς Τόπους.» Το πρώτο από τα θύματά τους ήταν Χριστιανοί - της Κεντρικής και Νότιας Ευρώπης. Στην πορεία τους, οι ιππότες έκαψαν, λεηλάτησαν, βίασαν. Ο βασιλιάς της Ουγγαρίας συμφώνησε να αφήσει τους Σταυροφόρους να περάσουν. Στο Βυζάντιο, οι Σταυροφόροι έγινε πολύ γρήγορα διάσημοι για την ανεξέλεγκτη λεηλασία. Οι ηγέτες της εκστρατείας των ιπποτών δεν στράφηκαν κατά της καρδιάς της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας - ακόμη ήταν αρκετά ισχυρή, και έτσι συμφωνήθηκε η χρήση του πορθμείου για να μεταφέρει τους Σταυροφόρους στην Ασία. Ο ιστορικός Τζόν Νόργουιτς, έγραψε σχετικά με τη συμπεριφορά των Σταυροφόρων στο Βυζάντιο: «κατέστρεψαν τη χώρα, βίασαν γυναίκες, λεηλάτησαν τα χωριά και τις πόλεις και την ίδια στιγμή, φαίνεται, εξακολουθούν να πιστεύουν ότι έχουν το δικαίωμα στην προσδοκία ότι θα γίνουν αποδεκτοί ως ήρωες και απελευθερωτές και όχι ως εγκληματίες, που πραγματικά ήταν. Η αναχώρησή τους έχει προκαλέσει μικρή χαρά, ακόμη μεγαλύτερη παρηγοριά έγκειται στην γνώση όταν (και αν) θα επιστρέψουν, ο αριθμός τους θα είναι σημαντικά μειωμένος.»
Το 1099 μ.Χ. οι Σταυροφόροι κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ. Όλος ο Μουσουλμανικός πληθυσμός της πόλης, περίπου 70 χιλιάδες άνθρωποι, θανατώθηκαν, είτε ήταν παιδιά ή γυναίκες. Με τα ξίφη τους οι «απελευθερωτές» οδήγησαν τους Εβραίους σε μια συναγωγή και τους έκαψαν. Ο Ορθόδοξος πληθυσμός της Συρίας και της Παλαιστίνης έχει μετατραπεί σε δουλοπάροικους. Έτσι, η «απελευθέρωση» μετατράπηκε σε μια τρομερή ταλαιπωρία για τους Ορθοδόξους, που παρόμοια δεν υπήρξε ποτέ στα χρόνια της βασιλείας των Μουσουλμάνων. Από το 1100 μ.Χ. έως 1300 μ.Χ. ο αριθμός των Χριστιανών στη Συρία και την Παλαιστίνη, πριν από την άφιξη των Σταυροφόρων αντιπροσώπευε περίπου το ήμισυ του συνολικού πληθυσμού, μειώθηκε αρκετές φορές. Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Δοσίθεος Β΄ (1669-1707), ανέφερε για τις Σταυροφορίες: «Αυτός ο πόλεμος μπορεί να ονομαστεί ιερός, όπως η λέπρα - μια ιερή νόσος.» Οι Άραβες άρχισαν να αποκρούουν τους εισβολείς. Η Ευρώπη στέλνει χρήματα, και δεκάδες χιλιάδες των ιπποτών συνεχώς οδεύνουν προς τα ανατολικά. Το 1190 μ.Χ. ο Άγγλος βασιλιάς Ριχάρδος με την «καρδιά λιονταριού» πέρασε από τη Σικελία. Είδε την πόλη της Μεσσήνης, την πολιόρκησε, την λεηλάτησε και την έκαψε. Όσοι κάτοικοι επιβιώνουν, διατάσσει να θανατωθούν αποκλειστικά για ανθρωπιστικούς λόγους - επειδή δεν έχουν τίποτα και πουθενά για να ζήσουν. Για να το γιορτάσει αυτό το γεγονός, ο Ριχάρδος ξεχειμωνιάζει στη Σικελία, με παιδομάζωμα κοριτσιών.
Την άνοιξη του 1191 μ.Χ. ο βασιλιάς μετακόμισε στην Παλαιστίνη. Περνώντας από την Κύπρο, που ανήκει στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και πάλι «δεν μπορεί να αντισταθεί». Σε πολλές μάχες ο «Λεοντόκαρδος» νίκησε τον Βυζαντινό στρατό και λεηλάτησε το νησί. Ο βασιλιάς ήταν σε καλή διάθεση, και συμφώνησε να αφήσει το μισό νησί σε κυπριακή ιδιοκτησία. Στη συνέχεια, πώλησε το υπόλοιπο στους Ιππότες του Παναγίου Τάφου. Κατά τη διάρκεια της τέταρτης σταυροφορίας, οι Σταυροφόροι πέρασαν από την πλούσια εμπορική πόλη της Ζαρά. Οι περισσότεροι από τον πληθυσμό της - καθολικοί. Δεν υπάρχουν άπιστοι εδώ, αλλά η πόλη πολιορκήθηκε και λεηλατήθηκε. Η όρεξη των ιπποτών μεγάλωσε. Γιατί να πάνε στην Παλαιστίνη, όπου έχει πολύ ζέστη και δεν υπάρχει νερό; Στις 12 Απριλίου του 1204 μ.Χ. οι Σταυροφόροι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη. Τρεις ημέρες και τρεις νύχτες οι βάρβαροι λεηλάτησαν την πόλη και ατίμωσαν τον πληθυσμό της. Η εμπoρική ναυτιλία στην Μαύρη Θάλασσα κατέρρευσε και η Κωνσταντινούπολη καταστράφηκε.
Από τα συντρίμμια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας...
Το 1517 μ.Χ., η Συρία και ο Λίβανος αποτελούν μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, η μοίρα των περιοχών αυτών επηρεάστηκε σημαντικά από τα γεγονότα της Χετζάζης - η δυτική περιοχή της Αραβικής Χερσονήσου. Επισήμως, την Χετζάζη διοικούσε ένας Πασάς της Κωνσταντινούπολης. Στην πραγματικότητα οι τοπικοί άρχοντες, οι σερίφηδες της Μέκκας, η δυναστεία των Χασεμιτών, που θεωρούσαν τους εαυτούς τους συγγενείς του Προφήτη Μωάμεθ. Με την διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις αρχές του 1916 ο σερίφης Χουσεΐν ιμπν Αλί συνάπτει μια συμφωνία με τους Βρετανούς πράκτορες, και συμφώνησε να γίνει η Χετζάζη βρετανικό προτεκτοράτο. Στις 5 Ιουνίου 1916 ο Χουσεΐν διακήρυξε την ανεξαρτησία της Χετζάζης, και ο ίδιος - ο βασιλιάς, άρχισε να αγωνίζεται εναντίον των τουρκικών στρατευμάτων. Τον Ιούλιο του 1917 κατέλαβε το λιμάνι, και στις 30 Σεπτεμβρίου 1918 τη Δαμασκό. Η πόλη κηρύχθηκε ως η έδρα μιας ανεξάρτητης κυβέρνησης σε όλη τη Συρία, και στην Βηρυτό οι Άραβες δημιούργησαν μια δική τους διοίκηση. Όλες οι υπεύθυνες θέσεις και στις δύο πόλεις κατείχαν άτομα από τη Συρία, τα οποία είχαν εμπειρία σε διοικητικές θέσεις στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και την Αίγυπτο.
Αποικιοκρατία: Σύνορα με τον χάρακα
Τον Ιανουάριο του 1916 ένα σχέδιο συμφωνίας μεταξύ των Βρετανών και των Γάλλων ήταν έτοιμο. Στη βρετανική ζώνη περιλαμβάνονται η Μεσοποταμία με τη Βαγδάτη και τη Βασόρα, αλλά χωρίς τη Μοσούλη. Επιπλέον, η Βρετανία έλαβε τα Παλαιστινιακά λιμάνια Χάιφα και Άκκα. Στη γαλλική ζώνη του Λιβάνου, συμπεριλαμβάνεται το παράκτιο τμήμα της Συρίας (Χαλέπι, δυτικά της γραμμής Χομς), μέρος της Ανατολικής Ανατολίας, την Μικρή Αρμενία και το Κουρδιστάν. Η Παλαιστίνη (εκτός της Άκρας και Χάιφα) ήταν να είναι μια διεθνής ζώνη. Στη Μέση Ανατολή η συμφωνία «Sykes-Picot» αναφέρεται για πρώτη φορά στα τέλη Νοεμβρίου του 1917 από τις εφημερίδες της Πετρούπολης. Ο Λένιν έδωσε στη δημοσιότητα όλες τις μυστικές συνθήκες της Αντάντ. Φυσικά, αυτό οδήγησε σε βίαιες διαμαρτυρίες στη Συρία και το Λίβανο. Στις 30 Σεπτεμβρίου 1918 στη Δαμασκό ήταν μια κυβέρνηση πιστή στο βασιλιά Χουσεΐν. Ο Πρίγκιπας Φάισαλ, γιος του Χουσεΐν, πήγε στις αρχές του 1919 στο συνέδριο των Βερσαλλιών.
Τον Ιούνιο του 1919 συγκλήθηκε στη Δαμασκό το «Σύριο Οικουμενικό Κογκρέσο», το οποίο διαμαρτυρήθηκε ενεργά για την επιβολή της Εντολής στην Διάσκεψη της Ειρήνης του Παρισιού. Τον Νοέμβριο, το Κογκρέσο κάλεσε τους ανθρώπους να «προστατεύσουν τη χώρα από την κυριαρχία των Γάλλων.» Τότε ιδρύθηκε το «Συμβούλιο της Λαϊκής Εθνικής Άμυνας,» στο οποίο συμμετείχαν εκπρόσωποι από πολλές πόλεις και περιφέρειες, καθώς και διάφορα πολιτικά κινήματα. Στις 8 Μαρτίου 1920, το «Εθνικό Κογκρέσο της Συρίας» διακήρυξε την ανεξαρτησία της Συρίας και τον πρίγκιπα Φαϊζάλ - βασιλιά. Στο νέο κράτος της Συρίας, συμπεριλήφθησαν μέρη της Παλαιστίνης, του Λιβάνου και της Μεσοποταμίας. Νωρίτερα, στις 10 Ιουνίου 1919 ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Γούντροου Ουίλσον έστειλε μια επιτροπή στην ιστορική επικράτεια της Συρίας. Αυτή η λεγόμενη «King-Crane-Kommission» πρέπει να ταξιδέψει μέσω της περιοχής και να ανακαλύψει τη μορφή διακυβέρνησης που θα προτιμούσε ο πληθυσμός μετά από 400 χρόνια τουρκικής κατοχής. Στο πλαίσιο αυτού του ταξιδιού επινοήθηκε ο όρος: «Το μυστήριο της Συρίας.» Οι άνθρωποι στη Συρία ανταποκρίθηκαν με ενθουσιασμό. Η απρόσμενη ευκαιρία αδράχτηκε από όλες τις ομάδες πληθυσμού, υποβάλλοντας προτάσεις που εκφράστηκαν στους εκπροσώπους της επιτροπής. Το πιο σημαντικό έμμεσο αποτέλεσμα αυτής της διαδικασίας ήταν η δημιουργία του «Εθνικού Κογκρέσου της Συρίας».
Σε αυτό το περιορισμένο χρονικό παράθυρο αμέσως μετά την κατάρρευση της οθωμανικής κυριαρχίας ήταν ίσως δυνατό οι διαφορές εθνοτικές και θρησκευτικές ομάδες να ενωθούν κάτω από μια ηγεσία Σουνιτών. Αλλά μόλις ο Φαϊζάλ βρέθηκε σην ειρηνευτική διάσκεψη στο Παρίσι, οι εντάσεις μεταξύ του πληθυσμού της περιοχής κλιμακώθηκαν. Οι εθνικιστές στη Συρία οραματίζονται μια ενωμένη Συρία από την οροσειρά του Ταύρου στα βόρεια έως το Σινά στο νότο. Η απάντηση στο ερώτημα, πώς θα μπορούσαν ότι αυτοί οι άνθρωποι να ενωθούν στην πραγματικότητα, ήταν τότε, όπως και τώρα, η ίδια: Δεν θα μπορούσαν πραγματικά. Οι Βρετανοί και Γάλλοι είχαν διαφορετικά σχέδια από αυτά των εθνικιστών της Συρίας. Το διάστημα 19 έως 26 Απριλίου 1920 στην ιταλική πόλη του Σαν Ρέμο, πραγματοποιήθηκε συνέδριο για την κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Παρέστησαν ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόιντ Τζορτζ, ο Γάλλος πρωθυπουργό Μιλλεράν, καθώς και ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Φρνατσέσκο Νίτι. Η Ιαπωνία εκπροσωπήθηκε από τον πρέσβη Ματσούι. Από τις Ηνωμένες Πολιτείες ως παρατηρητής ήταν παρών ο πρέσβης στην Ιταλία Τζόνσον. Η διάσκεψη υιοθέτησε την Εντολή της Αγγλίας στη Μεσοποταμία και την Παλαιστίνη. Στο επίμαχο θέμα της κατοχής της Συρίας, η Βρετανία συμφώνησε να περάσει ο έλεγχος στη Γαλλία.
Τον Ιούλιο του 1920, ένας Γαλλικός στρατός από 20.000 άτομα βαδίζει κατά της Δαμασκού. Μετά από μια στρατιωτική ήττα έξω από την πόλη, ο βασιλιάς Φαϊζάλ παραδόθηκε στους Γάλλους στρατιώτες, αφόπλισε το στρατό του και παρέδωσε τη Δαμασκό αμαχητί. Αλλά την πράξη του αυτή, οι Γάλλοι δεν εκτίμησαν, και μετά την κατάληψη της Δαμασκού, ο Φαϊζάλ εξορίσθηκε από τη χώρα. Οι Γάλλοι δεν χρειάζονται τον Άραβα βασιλιά, άλλωστε, συνδέονταν στενά με τους Βρετανούς αντιπάλους τους. Οι γαλλικές αρχές στη Συρία προσπάθησε να καταστείλουν το αραβικό εθνικό κίνημα, χρησιμοποιώντας την αρχή του «διαίρει και βασίλευε». Ενίσχυσαν ενεργά τη θέση των θρησκευτικών μειονοτήτων και την προώθηση της σεκταριστικής βίας. Η επικράτεια των Μαρωνιτών στο Λίβανο, επεκτάθηκε με την προσχώρησή της κοιλάδας Μπεκάα, η οποία κατοικείται κυρίως από μουσουλμάνους, καθώς και τις πόλεις Τρίπολη, Βηρυτό, και Τύρο. Το υπόλοιπο της Συρίας χωρίστηκε σε πέντε ημι-αυτόνομες επαρχίες: Δαμασκός, Χαλέπι, Λατάκια (περιοχή Αλαουιτών), η περιοχή των Δρούζων και η Αλεξανδρέττα. Για τις πολιτικές υποθέσεις των εδαφών αυτών υπεύθυνος ήταν ο Ύπατος Αρμοστής στη Δαμασκό, ο οποίος διόριζε όλους τους υπαλλήλους της κυβέρνησης.
Οι γαλλικές αρχές στην καταπολέμηση των Αράβων εθνικιστών προσπάθησαν να βασίζονται στις εθνικές ή θρησκευτικές μειονότητες, που ζουν στη Συρία. Η συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού της Συρίας, περίπου 85%, είναι πιστοί του Ισλάμ. Μεταξύ των Μουσουλμάνων, το 60% Σουνίτες. Οι Σουνίτες είδαν στους Γάλλους έναν εχθρό του Ισλάμ. Οι Σιίτες ήταν της ίδιας γνώμης, και επιπλέον, ήταν κατά της ένταξης των περιοχών που κατοικούνταν από Σιίτες στο Λίβανο. Οι Δρούζοι, μια Μουσουλμανική αίρεση, κοντά στους Ισμαηλίτες, ήταν επίσης εναντίον των Γάλλων αποικιοκρατών. Ο πιο αξιόπιστος πυλώνας των Γάλλων στη Συρία ήταν οι Χριστιανοί - Καθολικοί και Ουνίτες, και ιδιαίτερα οι Μαρωνίτες. Οι Μαρωνίτες - ακολουθούν τον μοναχό Μάρωνα τον Ερημίτη, που έζησε στο Λίβανο κατά τον 5ο αιώνα μετά Χριστού. Η λέξη «Μαρωνίτης» ορίζει τη θρησκευτική καταγωγή των Μαρωνιτών και όχι το έθνος ή την εθνική τους καταγωγή. Στο τέλος του 7ου αιώνα μετά Χριστού, ήρθαν σε ανοιχτή σύγκρουση με τον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης. Μετά την άφιξη των Σταυροφόρων το 1182, οι Μαρωνίτες δήλωσαν την «ενότητα» με τον Καθολικισμό. Και σήμερα, πολλοί Μαρωνίτες πιστεύουν ότι ποτέ δεν διεκόπηκαν οι δεσμοί τους με τη Ρώμη.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η γαλλική στάση απέναντι στο Ορθόδοξο Πατριαρχείο της Αντιοχείας. Από την ίδρυσή του, οι Πατριάρχες ήταν Έλληνες. Τον 15ο και 16ο αιώνα αραβικής καταγωγής και από τις αρχές του 18ου αιώνα πάλι Έλληνες. Ωστόσο, το 1898 οι Ρώσοι ήταν σε θέση να εκλέξουν στον Πατριαρχικό θρόνο έναν Άραβα, ένας ντόπιος της Συρίας. Από το 1908 έως το 1914, το Πατριαρχείο Αντιοχείας λαμβάνει κάθε έτος 30 χιλιάδες ρούβλια από τα προσωπικά κεφάλαια του Ρώσου αυτοκράτορα Νικολάου II. Στις αρχές του 1920 οι Ορθόδοξοι Σύριοι, με επικεφαλής τον Πατριάρχη Αντιοχείας, Γρηγόριο Γ΄, υποστηρίζουν ενεργά τον βασιλιά Φαϊζάλ. Οι γαλλικές αρχές κατηγορούν το Πατριαρχείο για προσηλυτισμό Ορθοδόξων στη Συρία. Τον Ιανουάριο του 1933 εξελέγη νέος Πατριάρχης ο Αλέξανδρος Γ΄, ο οποίος δήλωνε υπέρ της υποστήριξης των Αράβων εθνικιστών. Τον Ιούνιο του 1941, ο Πατριάρχης Αλέξανδρος Γ΄, έκανε έκκληση στους Χριστιανούς σ'όλο τον κόσμο για την υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης στον πόλεμο με τη Γερμανία. Τρέχοντας λίγο μπροστά, άξιο αναφοράς ότι από το 1945 οι Πατριάρχες Αντιοχείας και πάλι άρχισαν να λαμβάνουν οικονομική βοήθεια από τη Ρωσία. Αυτή την φορά δεν ήταν τα ιμπεριαλιστικά σχέδια των Τσάρων υπεύθυνα για αυτό, αλλά η Σοβιετική Ένωση. Για παράδειγμα, το 1947 κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού της στη Μέση Ανατολή, αντιπροσωπεία της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας παρέδωσε προσωπικά δεκάδες χιλιάδες δολάρια, που τότε ήταν ένα σημαντικό ποσό.
Αλαουίτες: Απόγονοι των Σταυροφόρων;
Οι γαλλικές αρχές πριν από το 1920 προσπάθησαν να βελτιώσουν την θέση τους στη Συρία με την περίεργη αίρεση των Αλαουιτών, η οποία απο ορισμένους θεωρείται ως μια ξεχωριστή θρησκεία, και από άλλους ως ακραίοι Σιίτες. Στον πυρήνα της διδασκαλίας των Αλαουιτών η ιδέα της «Αιώνιας Τριάδας». Από τις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι σήμερα, ο πληθυσμός των Αλαουιτών υπολογίζεται σε 10% του συνολικού πληθυσμού της Συρίας. Κατά τη διάρκεια της αιγυπτιακής εκστρατείας του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, βοήθησαν ενεργά του Γάλλους στην πολιορκία της Ακρ. Η προέλευση των Αλαουιτών είναι αμφιλεγόμενη. Αρμένιοι ιστορικοί θεωρούν ότι είναι απόγονοι των Αρμενίων από το βασίλειο της Κιλικίας, το έτος 1375 μ.Χ. Στη συνέχεια, οι γαλλικές αρχές έδωσαν περισσότερη προσοχή στους Αλαουίτεςς, πιστεύοντας ότι η περιοχή των Αλαουιτών μπορεί να γίνει η κύρια βάση της πολιτικής τους. Ταυτόχρονα, σε περιοχές πυκνοκατοικημένες από Αλαουίτες εστάλησαν σε εκατοντάδες Γάλλοι ιεραπόστολοι, που είχε ως καθήκον να δυναμώσουν τους Αλαουίτες στη θρησκευτική αποκλειστικότητα τους και να δημιουργήσουν στο περιβάλλον τους ένα αυτονομιστικό συναίσθημα. Οι Γάλλοι ιεραπόστολοι υποστήριξαν ότι οι Αλαουίτες είναι οι απόγονοι των Σταυροφόρων, και οι ρίζες βασίζονται στον Χριστιανισμό. Όμως, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της Γαλλίας να κερδίσει τους Αλαουίτες, η σχέση τους δεν εξελίχθηκε αρχικά ομαλά.
Παρ 'όλα αυτά, στις 31 Αυγούστου 1920, οι Γάλλοι δημιούργησαν το «Αυτόνομο Έδαφος Αλαούτι.» Στις 12 Ιουνίου του 1922 η εδαφική και διοικητική οντότητα ονομάστηκε «Κράτος των Αλαουιτών.» Αυτό το κράτος αποτελούνταν από δύο πρώην σαντζάκια - τη Λατάκια, και την Ταρτό, με δική του σημαία - λευκού χρώματος με κίτρινο ήλιο στη μέση και τέσσερις κόκκινες γωνίες. Ο πληθυσμός του κράτους των Αλαουιτών ανέρχονταν σε 278 χιλιάδες άτομα, εκ των οποίων 176 χιλιάδες ήταν Αλαουίτες, Σουνίτες - 52 χιλιάδες Χριστιανοί - 44,5 χιλιάδες, Ισμαηλίτες - 4,5 χιλιάδες. Στις 5 Δεκεμβρίου 1936 το κράτος των Αλαουιτών προσαρτήθηκε στη Συρία μετά από Γαλλικό Διάταγμα. Ωστόσο, οι Αλαουίτες στη Συρία είχαν επίσημα αναγνωριστεί από τους Μουσουλμάνους μόνο τον Ιούλιο του 1973. Τις δεκαετίες 30-'60 του περασμένου αιώνα είχαν σημειώσει μεγάλη πρόοδο στην οικονομία και την πολιτική. Τον Μάρτιο του 1971 εξελέγη από τον κύκλο των Αλαουιτών ως πρόεδρος της Συρίας ο Χάφεζ αλ Άσαντ, πατέρας του σημερινού Προέδρου. Σύμφωνα με τους νόμους, ο Πρόεδρος της χώρας δεν θα μπορούσε παρά να είναι ένας Μουσουλμάνος. Έτσι, οι Αλαουίτες θεωρούνται ευσεβείς Μουσουλμάνοι. Αλλά μόνο στη Συρία. Σε πολλές αραβικές χώρες και στην Τουρκία, δεν θεωρούνται ως τέτοιοι.
Σοβαρά προβλήματα για τη γαλλική διοίκηση στη Συρία από τις αρχές του '20 δημιουργήθηκαν στο σαντζάκι της Αλεξανδρέττας. Κατά τα έτη 1920-1925 ήταν μέρος του «Κράτους του Χαλεπίου,» και στη συνέχεια της Συρίας. Μέρος του πληθυσμού αποτελείτο από Τούρκους. Το 1936, ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, ο οποίος κέρδισε τον τίτλο - ο πατέρας των Τούρκων, έφερε το θέμα στην Κοινωνία των Εθνών. Ως αποτέλεσμα, η Γαλλία συμφώνησε να δώσει καθεστώς αυτονομίας στο Χατάι, ως τμήμα της Συρίας. Θα πρέπει να υπάρχει εξηγήση γιατί οι Σύριοι στις αρχές του 16ου αιώνα υποδέχτηκαν με ανοιχτές αγκάλες τους Τούρκους, και μετά το 1920 τους μισούσαν: Το γεγονός ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία τον 15ο-18ο αιώνα ήταν ένα πολυ-εθνικό και πολύ-θρησκευτικό πολιτικό στερέωμα. Η τελική ένταξη στην Τουρκία έγινε μετά από μια γαλλοτουρκική συμφωνία που υπεγράφη στην Άγκυρα στις 19 Ιουνίου 1939. Η πόλη της Αλεξανδρέττας μετονομάστηκε από τους Τούρκους σε Ισκαντερούμ. Η Συρία δεν έχει ποτέ αναγνωρίσει την προσάρτηση της Αλεξανδρέττας.
Τον Ιούνιο του 1940 η Γαλλία ηττήθκε στρατιωτικά και υπέγραψε ανακωχή με τη Γερμανία. Τα γαλλικά στρατεύματα στην αποικία τήρησαν αυστηρά την ουδετερότητα στον πόλεμο. Ωστόσο, το Λονδίνο ήθελε να πιέσει στο Παρίσι στη Μέση Ανατολή. Το γεγονός ότι τον Μάιο του 1941 διάφορα γερμανικά μεταγωγικά αεροπλάνα καθ 'οδόν προς το Ιράκ, έκαναν ενδιάμεση στάση στα αεροδρόμια της Συρίας, ήταν ένα καλό πρόσχημα. Η κυβέρνηση Vichy στα τέλη Μαΐου, απαγόρευσε να πετούν γερμανικά αεροσκάφη πάνω από τη Συρία. Στις 8 Ιουνίου 1941, βρετανικά στρατεύματα άρχισαν να εισβάλλουν στη Συρία από την Παλαιστίνη. Σύμφωνα με βρετανικές εκθέσεις, οι Γάλλοι απώλεσαν σε νεκρούς και τραυματίες 63.500 άτομα, οι Βρετανοί - 4.052 νεκρούς και τραυματίες και 841 αναφέροναι ως αιχμάλωτοι. Μετά την ήττα των γαλλικών δυνάμεων, ο στρατηγός Ντε Γκωλ υποσχέθηκε για τη Συρία και τον Λίβανο τον τερματισμό του καθεστώς της Εντολής και την διακήρυξη της ανεξαρτησίας, σε ένα ή δύο κυρίαρχα κράτη. Ήταν ένα κυνικό ψέμα. Ούτε ο ντε Γκωλ ούτε η γαλλική οικονομική ελίτ δεν πρόκειτο να παραχωρήσουν την ανεξαρτησία στη Συρία. Για την ανεξαρτησία, χρειάστηκαν χρόνια πολιτικού αγώνος στη Συρία. Στις 2 Ιουνίου του 1945 η κυβέρνηση της Σοβιετικής Ένωσης έστειλε ένα σημείωμα στις κυβερνήσεις των Ηνωμένων Πολιτειών, της Γαλλίας, της Βρετανίας και της Κίνας, εστιάζοντας την προσοχή της στις εξελίξεις στην περιοχή της Συρίας και του Λιβάνου. Στις 17 Απριλίου 1946 ο τελευταίος ξένος στρατιώτης έφυγε από τη Συρία, και το Δεκέμβριο του ίδιου έτους τα βρετανικά και γαλλικά στρατεύματα αποσύρθηκαν από το Λίβανο. Η «Ημέρα της 17ης Απριλίου» έχει γίνει μια εθνική εορτή στη Συρία - ημέρα της εκκένωσης.
Η Γιουγκοσλαβία της Μέσης Ανατολής
Σήμερα, η διεθνή κοινότητα, μέρος αυτής, προτρέπει για μια νέα επέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων στη Συρία. Το ζήτημα της βέλτιστης μορφής διακυβέρνησης της σημερινής Συρίας, είναι τόσο επίκαιρο όσο ποτέ. Αλλά τι μας διδάσκει η ιστορία από το πρώτο «Εθνικό Κογκρέσο της Συρίας;» Βρίσκεται η λύση στο διαμελισμό της χώρας, όπως νωρίτερα έκαναν οι Γάλλοι; Όχι λιγότερες από εννέα σημαίες κυμάτιζαν σε ολόκληρη τη χώρα εκείνη την εποχή και σήμερα θα μπορούσαν να είναι περισσότερες. Μια συμφωνία μεταξύ των διαφόρων πληθυσμιακών ομάδων στη Συρία, υπό την αιγίδα ενός μονάρχη Σουνίτη - ακόμη και ενός χαλίφη; Εν κατακλείδι, ο χρόνος θα δείξει ποιά από τα σενάρια για τη Συρία είναι σήμερα πραγματικά ρεαλιστικά και βιώσιμα. Το παζλ της Συρίας, με τους πολλούς αστάθμητους παράγοντες, παραμένει άλυτο μέχρι τώρα. Η γέννηση ενός κράτους είναι μια αιματηρή υπόθεση. Πίσω από την τάση της αυτοδιάθεσης, καραδοκούν αποσχιστικοί πόλεμοι και ιστορικές, εθνοτικές και θρησκευτικές συγκρούσεις. Σήμερα, η Συρία βρίσκεται στα πρόθυρα μιας παρόμοιας αβύσσου. Όσο περισσότερο διαρκεί η σύγκρουση, τόσο πιο πιθανό η δημιουργία ενός αποσχιστικού θύλακα των Αλαουιτών. Το χειρότερο δυνατό σενάριο - η συνέχιση ενός εμφύλιου πολέμου που θα αλλάξει το χάρτη της Μέσης Ανατολής. Το νέο «κράτος» ως καταλύτης για την επέκταση της σύγκρουσης στο βόρειο Λίβανο και την Τουρκία. Εκεί ζουν περίπου μισό εκατομμύριο Άραβες Αλαουίτες, και περίπου είκοσι εκατομμύρια Τούρκοι Αλεβίτες. Ένα ανεξάρτητο κράτος των Αλαουιτών - ένα καλοδεχούμενο προηγούμενο για τις υπόλοιπες αποσχιστικές ομάδες, όπως οι Κούρδοι. Η συντακτική ομάδα της εφημερίδας Ουάσιγκτον Πόστ, διακινδύνεψε στις 28 Σεπτεμβρίου 2011 μια πρόβλεψη: «Η εμφάνιση αυτών των δυνάμεων δεν είναι ευπρόσδεκτη, ακόμη και από εκείνους που ελπίζουν να δοθεί τέλος στο καθεστώς του Άσαντ.»
http://www.fox2magazine.net/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου