“Η Μεταμόρφωση του Νάρκισσου”, του Σαλβαντόρ Νταλί.
Δεν χρειάζεται δα τούτο και καμιά μεγάλη σοφία: οι σχέσεις μας, των
ανθρώπων, είναι βουτηγμένες στο ψέμα· στο ψέμα, τη βιτρίνα και την
υποκρισία. Όπως το λέει ο ποιητής: «Ο κύριος αυτός κάθε πρωί κάνει το
λουτρό του μέσα στα νερά της νεκρής θάλασσας, έπειτα φορεί ένα πικρό
χαμόγελο για τη δουλειά και για τους πελάτες.»
Το έστω πικρό δικό μας χαμόγελο μας το έκλεψαν. Ήταν…κομμένο
και ραμμένο σε φραγκοραφτάδικο, χωρίς αμφιβολία, αλλά αυτό δεν έχει
σημασία· εκείνο που μετράει είναι ότι μας το έκλεψαν. Διέρρηξαν το σπίτι
μας μια νύχτα ποντικοί, τρωκτικά ρυπαρά από τα παραλειπόμενα του
αστυνομικού δελτίου, μας τσάκωσαν στον ύπνο και μας το έκλεψαν. Στη
θέση του άφησαν γυμνωμένη την πίκρα.
Ατιμασμένοι, ταπεινωμένοι, με το βλέμμα χαμηλωμένο, καθρεφτιστήκαμε
στα νερά της νεκρής θάλασσας. Μα, καθώς κοιτάζαμε το είδωλό μας στην
επιφάνεια όπως ο Νάρκισσος, είδαμε να ξεβράζεται ένα ελεεινό κουρέλι που
ήταν πεταμένο μέσα στο βούρκο του βυθού. Σαν ρακοσυλλέκτες που
καταντήσαμε, το πήραμε και το φορέσαμε. Και ντύσαμε την πίκρα με την
ενοχή.
Κάθε μέρα συναντώ ανθρώπους που στρέφουν τη μομφή για το δράμα μας
καταπάνω μας. Καταπάνω μας και καταπάνω τους, γιατί είναι απλοί άνθρωποι
και αυτοί, θύματα. «Εμείς φταίγαμε», μου λένε. «Ζούσαμε πάνω από τις
δυνάμεις μας. Το είχαμε παραξηλώσει.» Το λένε αυτό με το κεφάλι
σηκωμένο, όμως· όχι σκυφτό. Το κουρέλι που φορέσαμε, βλέπεις, μας κάνει
κατηγόρους, σαν τους δικαστές με την τήβεννο και τη φενάκη.
Ακούστε! Δεν υπάρχει συλλογική ενοχή. Δεν ευσταθεί συλλογικό
κατηγορητήριο. Πουθενά. Ο κατηγορούμενος έχει πάντα όνομα και επώνυμο.
Μόνον έτσι μπορεί να καθήσει στο σκαμνί, μόνον έτσι μπορεί να δικασθεί,
μόνον έτσι μπορεί να υπερασπισθεί τον εαυτό του και μόνον έτσι μπορεί ή
να απαλλαγεί ή να τιμωρηθεί. Συνεννοημένα πράγματα! Η έννοια της
συλλογικής ενοχής ανασύρεται από την εξουσία στην έσχατη ανάγκη της,
για να χειραγωγήσει το λαό και να τον εμπλέξει στο έγκλημά της. Όσο το
πετυχαίνει, τόσο τον τιμωρεί. Και τούτα συνεννοημένα!
Απευθύνω έκκληση: Γίνετε απόστολοι αυτής της αλήθειας! Μην αφήνετε
αυτό το τέρας ελεύθερο να τριγυρνάει και να θρέφεται. Θα μας φάει το
είναι, θα μας φάει και τα κόκκαλα, θα μας φάει ως και το μνήμα. Όπου το
βρίσκετε χτυπάτε το! Βαράτε το αλύπητα, δυνατά, με στυλιάρια, με πέτρες,
με ό,τι έχετε πρόχειρο, χωρίς δισταγμό, χωρίς φόβο, χωρίς έλεος, στο
κεφάλι, στα πόδια, παντού. Μέχρι να το δείτε να αιμορραγεί ακατάσχετα
ριγμένο στο έδαφος· και να σπαρταράει. Μέχρι να ακούσετε τον επιθανάτιο
ρόγχο του, μέχρι να το δείτε να ψοφάει!
Δεν υπάρχει συλλογική ενοχή, σας λέω! Δ ε ν υ π ά ρ χ ε ι ! ! !
Και προσοχή: Αν δεν ψοφήσει, έτσι και δεν ψοφήσει, ε, τότε το νου
σας, γιατί πράγματι θα υπάρξει ενοχή! Όχι από εκείνη με το κουρέλι, αλλά
η άλλη, η μεγάλη, η βαρειά της Ιστορίας· που θα κυνηγάει και εσάς και
τα παιδιά σας. Επειδή αφήσαμε αυτό το τέρας ζωντανό… Και θα είμαστε γι
αυτό πραγματικά ασυγχώρητοι!
ΣΚΟΤΩΣΤΕ ΤΟ ΤΕΡΑΣ ! ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ "ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ" ΕΥΘΥΝΗ !!!
“Η Μεταμόρφωση του Νάρκισσου”, του Σαλβαντόρ Νταλί.
Δεν χρειάζεται δα τούτο και καμιά μεγάλη σοφία: οι σχέσεις μας, των
ανθρώπων, είναι βουτηγμένες στο ψέμα· στο ψέμα, τη βιτρίνα και την
υποκρισία. Όπως το λέει ο ποιητής: «Ο κύριος αυτός κάθε πρωί κάνει το
λουτρό του μέσα στα νερά της νεκρής θάλασσας, έπειτα φορεί ένα πικρό
χαμόγελο για τη δουλειά και για τους πελάτες.»
Το έστω πικρό δικό μας χαμόγελο μας το έκλεψαν. Ήταν…κομμένο
και ραμμένο σε φραγκοραφτάδικο, χωρίς αμφιβολία, αλλά αυτό δεν έχει
σημασία· εκείνο που μετράει είναι ότι μας το έκλεψαν. Διέρρηξαν το σπίτι
μας μια νύχτα ποντικοί, τρωκτικά ρυπαρά από τα παραλειπόμενα του
αστυνομικού δελτίου, μας τσάκωσαν στον ύπνο και μας το έκλεψαν. Στη
θέση του άφησαν γυμνωμένη την πίκρα.
Ατιμασμένοι, ταπεινωμένοι, με το βλέμμα χαμηλωμένο, καθρεφτιστήκαμε
στα νερά της νεκρής θάλασσας. Μα, καθώς κοιτάζαμε το είδωλό μας στην
επιφάνεια όπως ο Νάρκισσος, είδαμε να ξεβράζεται ένα ελεεινό κουρέλι που
ήταν πεταμένο μέσα στο βούρκο του βυθού. Σαν ρακοσυλλέκτες που
καταντήσαμε, το πήραμε και το φορέσαμε. Και ντύσαμε την πίκρα με την
ενοχή.
Κάθε μέρα συναντώ ανθρώπους που στρέφουν τη μομφή για το δράμα μας
καταπάνω μας. Καταπάνω μας και καταπάνω τους, γιατί είναι απλοί άνθρωποι
και αυτοί, θύματα. «Εμείς φταίγαμε», μου λένε. «Ζούσαμε πάνω από τις
δυνάμεις μας. Το είχαμε παραξηλώσει.» Το λένε αυτό με το κεφάλι
σηκωμένο, όμως· όχι σκυφτό. Το κουρέλι που φορέσαμε, βλέπεις, μας κάνει
κατηγόρους, σαν τους δικαστές με την τήβεννο και τη φενάκη.
Ακούστε! Δεν υπάρχει συλλογική ενοχή. Δεν ευσταθεί συλλογικό
κατηγορητήριο. Πουθενά. Ο κατηγορούμενος έχει πάντα όνομα και επώνυμο.
Μόνον έτσι μπορεί να καθήσει στο σκαμνί, μόνον έτσι μπορεί να δικασθεί,
μόνον έτσι μπορεί να υπερασπισθεί τον εαυτό του και μόνον έτσι μπορεί ή
να απαλλαγεί ή να τιμωρηθεί. Συνεννοημένα πράγματα! Η έννοια της
συλλογικής ενοχής ανασύρεται από την εξουσία στην έσχατη ανάγκη της,
για να χειραγωγήσει το λαό και να τον εμπλέξει στο έγκλημά της. Όσο το
πετυχαίνει, τόσο τον τιμωρεί. Και τούτα συνεννοημένα!
Απευθύνω έκκληση: Γίνετε απόστολοι αυτής της αλήθειας! Μην αφήνετε
αυτό το τέρας ελεύθερο να τριγυρνάει και να θρέφεται. Θα μας φάει το
είναι, θα μας φάει και τα κόκκαλα, θα μας φάει ως και το μνήμα. Όπου το
βρίσκετε χτυπάτε το! Βαράτε το αλύπητα, δυνατά, με στυλιάρια, με πέτρες,
με ό,τι έχετε πρόχειρο, χωρίς δισταγμό, χωρίς φόβο, χωρίς έλεος, στο
κεφάλι, στα πόδια, παντού. Μέχρι να το δείτε να αιμορραγεί ακατάσχετα
ριγμένο στο έδαφος· και να σπαρταράει. Μέχρι να ακούσετε τον επιθανάτιο
ρόγχο του, μέχρι να το δείτε να ψοφάει!
Δεν υπάρχει συλλογική ενοχή, σας λέω! Δ ε ν υ π ά ρ χ ε ι ! ! !
Και προσοχή: Αν δεν ψοφήσει, έτσι και δεν ψοφήσει, ε, τότε το νου
σας, γιατί πράγματι θα υπάρξει ενοχή! Όχι από εκείνη με το κουρέλι, αλλά
η άλλη, η μεγάλη, η βαρειά της Ιστορίας· που θα κυνηγάει και εσάς και
τα παιδιά σας. Επειδή αφήσαμε αυτό το τέρας ζωντανό… Και θα είμαστε γι
αυτό πραγματικά ασυγχώρητοι!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου