Ευελφάλεια είσαι και φαίνεσαι
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο υιοθέτησε
προχθές πανηγυρικά όλες τις ανατροπές που προωθούνται από την Κομισιόν,
υπό την κωδική ονομασία “flexicurity” και αφορούν τις εργασιακές
σχέσεις. Ο όρος flexicurity αποδίδεται στα ελληνικά με τη λέξη – τέρας
“ευελφάλεια”, που προκύπτει από την “ευελιξία” και την “ασφάλεια”.
Πρόκειται για την γλωσσική κουτοπονηριά που περιέγραφε ο Όργουελ στο
1984: το ζήτημα για την εξουσία είναι να
περιγράφει τα πάντα με θετικούς όρους, όπως ευελιξίες και ασφάλειες,
ώστε να μην δίνει κανείς σημασία στο περιεχόμενό τους. Αν το σχέδιο
ονομαζόταν “τελερύγγι”, από το “τελειώσανε αυτά που ξέρατε” και “θα σας
φάμε το λαρύγγι”, θα απέδιδε ακριβέστερα αυτό περί του οποίου πρόκειται,
αλλά θα είχε βγάλει τον κόσμο στους δρόμους.
Με τον όρο “ευελιξία”, οι γραφειοκράτες της Eυρωπαϊκής Ένωσης εννοούν το δικαίωμα του εργοδότη να σε απασχολεί με τους χειρότερους δυνατούς όρους και να σε πετάει στο δρόμο όποτε θέλει. Αυτό υποτίθεται ότι ενισχύει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και την ανάπτυξη, επομένως προωθείται για το καλό της κοινωνίας. Προφανώς απευθύνονται σε αφελείς: το καλό της κοινωνίας δεν εξαρτάται από τον παραγόμενο πλούτο, αλλά από τους μηχανισμούς που τον αναδιανέμουν. Επειδή λοιπόν κανείς στα ευρωπαϊκά επιτελεία δεν ενδιαφέρεται για αναδιανομή του πλούτου, είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτό που εννοούν στην Κομισιόν ως “ανάπτυξη” και “ανταγωνιστικότητα” είναι σε βαθύτατη σύγκρουση με αυτό που καταλαβαίνουμε εμείς ως “καλό της κοινωνίας”.
Από την άλλη πλευρά, ως “ασφάλεια” εννοείται εδώ το αντίθετό της, “δεν υπάρχει καμία ασφάλεια”. Είναι όπως οι υποκλοπές, που καλύπτονται νομοθετικά ως “νομοσχέδιο για τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών”, τα μεταλλαγμένα, που προωθούνται με το νόμο “για τον έλεγχο των τροφίμων και την προστασία της δημόσιας υγείας”, τα δάση, που αποχαρακτηρίζονται με “ρυθμίσεις για την προστασία του εθνικού δασικού πλούτου”. Για την ακρίβεια, ως “ασφάλεια” εννοούν το να δώσουν τη δυνατότητα στον εργαζόμενο να τα βγάζει πέρα χωρίς βοήθεια από το κράτος, ως ελάχιστο και φτηνό αντίτιμο για την κατάργηση της κοινωνικής πολιτικής. Αυτό το αντίτιμο μάλιστα προσφέρεται υπό την μορφή επιδοτούμενων προγραμμάτων, είτε ανασφάλιστης εργασίας ή κατάρτισης, μεταφέρει δηλαδή πρόσθετους κοινωνικούς πόρους από τους δικαιούχους στον ιδιωτικό τομέα.
Η “ευελφάλεια” εντάσσεται σε ένα συνολικότερο ευρωπαϊκό σχέδιο κοινωνικής οπισθοδρόμησης, που προωθείται με τον επίσης ελκυστικό όρο “στρατηγική της Λισσαβώνας”. Εκεί μπορεί να βρει κανείς και άλλα πράγματα, όπως η “διαχείριση της ενεργού γήρανσης”, δηλαδή το να δουλεύουμε μέχρι να μας εμποδίσει ο θάνατος ή κάποια βαριά ασθένεια. Το γεγονός ότι τόσο η Ν.Δ. όσο και το ΠΑΣΟΚ αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι οποιαδήποτε ουσιαστική δημόσια τοποθέτηση πάνω σε αυτά τα θέματα, δείχνει ότι οι πολιτικές προτεραιότητες στη αγορά εργασίας και το ασφαλιστικό είναι καθορισμένες, ανεξάρτητα του ποιος θα κερδίσει τις προσεχείς εκλογές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ομολογεί άλλωστε ανοιχτά ότι αναλαμβάνει η ίδια τη βρώμικη δουλειά, για να μην επωμίζονται οι κυβερνήσεις των κρατών – μελών το πολιτικό κόστος: οι κυβερνήσεις το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να διατηρούν τους πολίτες σε κατάσταση απάθειας.
Οι πολίτες διατηρούνται όντως σε κατάσταση απάθειας: έχουν συνηθίσει να αντιλαμβάνονται την πολιτική ως καθημερινό σήριαλ, με αναγνωρίσιμους πρωταγωνιστές και έντονες αλλά άνευ σημασίας αντιθέσεις. Όταν λοιπόν ακούνε για ευελιξίες, ασφάλειες, στρατηγικές ή κοινωνίες της γνώσης, θεωρούν απλώς ότι κάποιος προσπαθεί να τους είναι ευχάριστος και νυστάζουν: Δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν αυτό που κρύβεται από πίσω και επομένως αποσυνδέουν τα κόμματα (δηλαδή την ψήφο τους), από την προσωπική τους αγωνία να τα βγάζουν πέρα. Σε αυτό βοηθάει και η αριστερά: όταν χοροπηδάμε φωνάζοντας “κάτω η Ε.Ε., κάτω η φλεξικιούριτι, κάτω η στρατηγική της Λισσαβώνας”, το μόνο μήνυμα που περνάμε είναι “συνεχίστε να κοιμόσαστε, είμαστε κάτι κολλημένοι”.
Υπό την έννοια αυτή, ο αγώνας της Αριστεράς για την κοινωνία περνάει μέσα από την υπεράσπιση της σαφήνειας και της κριτικής σκέψης. Ας μην ξεχνάμε ότι η πολιτική μας ταυτότητα δεν κατοικεί μέσα στη φρασεολογία και το ύφος που χρησιμοποιούμε για τις διακηρύξεις μας αλλά μέσα στις συνειδήσεις των ανθρώπων που καταφέρνουμε να κερδίσουμε πραγματικά.
Με τον όρο “ευελιξία”, οι γραφειοκράτες της Eυρωπαϊκής Ένωσης εννοούν το δικαίωμα του εργοδότη να σε απασχολεί με τους χειρότερους δυνατούς όρους και να σε πετάει στο δρόμο όποτε θέλει. Αυτό υποτίθεται ότι ενισχύει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και την ανάπτυξη, επομένως προωθείται για το καλό της κοινωνίας. Προφανώς απευθύνονται σε αφελείς: το καλό της κοινωνίας δεν εξαρτάται από τον παραγόμενο πλούτο, αλλά από τους μηχανισμούς που τον αναδιανέμουν. Επειδή λοιπόν κανείς στα ευρωπαϊκά επιτελεία δεν ενδιαφέρεται για αναδιανομή του πλούτου, είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτό που εννοούν στην Κομισιόν ως “ανάπτυξη” και “ανταγωνιστικότητα” είναι σε βαθύτατη σύγκρουση με αυτό που καταλαβαίνουμε εμείς ως “καλό της κοινωνίας”.
Από την άλλη πλευρά, ως “ασφάλεια” εννοείται εδώ το αντίθετό της, “δεν υπάρχει καμία ασφάλεια”. Είναι όπως οι υποκλοπές, που καλύπτονται νομοθετικά ως “νομοσχέδιο για τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών”, τα μεταλλαγμένα, που προωθούνται με το νόμο “για τον έλεγχο των τροφίμων και την προστασία της δημόσιας υγείας”, τα δάση, που αποχαρακτηρίζονται με “ρυθμίσεις για την προστασία του εθνικού δασικού πλούτου”. Για την ακρίβεια, ως “ασφάλεια” εννοούν το να δώσουν τη δυνατότητα στον εργαζόμενο να τα βγάζει πέρα χωρίς βοήθεια από το κράτος, ως ελάχιστο και φτηνό αντίτιμο για την κατάργηση της κοινωνικής πολιτικής. Αυτό το αντίτιμο μάλιστα προσφέρεται υπό την μορφή επιδοτούμενων προγραμμάτων, είτε ανασφάλιστης εργασίας ή κατάρτισης, μεταφέρει δηλαδή πρόσθετους κοινωνικούς πόρους από τους δικαιούχους στον ιδιωτικό τομέα.
Η “ευελφάλεια” εντάσσεται σε ένα συνολικότερο ευρωπαϊκό σχέδιο κοινωνικής οπισθοδρόμησης, που προωθείται με τον επίσης ελκυστικό όρο “στρατηγική της Λισσαβώνας”. Εκεί μπορεί να βρει κανείς και άλλα πράγματα, όπως η “διαχείριση της ενεργού γήρανσης”, δηλαδή το να δουλεύουμε μέχρι να μας εμποδίσει ο θάνατος ή κάποια βαριά ασθένεια. Το γεγονός ότι τόσο η Ν.Δ. όσο και το ΠΑΣΟΚ αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι οποιαδήποτε ουσιαστική δημόσια τοποθέτηση πάνω σε αυτά τα θέματα, δείχνει ότι οι πολιτικές προτεραιότητες στη αγορά εργασίας και το ασφαλιστικό είναι καθορισμένες, ανεξάρτητα του ποιος θα κερδίσει τις προσεχείς εκλογές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ομολογεί άλλωστε ανοιχτά ότι αναλαμβάνει η ίδια τη βρώμικη δουλειά, για να μην επωμίζονται οι κυβερνήσεις των κρατών – μελών το πολιτικό κόστος: οι κυβερνήσεις το μόνο που έχουν να κάνουν είναι να διατηρούν τους πολίτες σε κατάσταση απάθειας.
Οι πολίτες διατηρούνται όντως σε κατάσταση απάθειας: έχουν συνηθίσει να αντιλαμβάνονται την πολιτική ως καθημερινό σήριαλ, με αναγνωρίσιμους πρωταγωνιστές και έντονες αλλά άνευ σημασίας αντιθέσεις. Όταν λοιπόν ακούνε για ευελιξίες, ασφάλειες, στρατηγικές ή κοινωνίες της γνώσης, θεωρούν απλώς ότι κάποιος προσπαθεί να τους είναι ευχάριστος και νυστάζουν: Δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν αυτό που κρύβεται από πίσω και επομένως αποσυνδέουν τα κόμματα (δηλαδή την ψήφο τους), από την προσωπική τους αγωνία να τα βγάζουν πέρα. Σε αυτό βοηθάει και η αριστερά: όταν χοροπηδάμε φωνάζοντας “κάτω η Ε.Ε., κάτω η φλεξικιούριτι, κάτω η στρατηγική της Λισσαβώνας”, το μόνο μήνυμα που περνάμε είναι “συνεχίστε να κοιμόσαστε, είμαστε κάτι κολλημένοι”.
Υπό την έννοια αυτή, ο αγώνας της Αριστεράς για την κοινωνία περνάει μέσα από την υπεράσπιση της σαφήνειας και της κριτικής σκέψης. Ας μην ξεχνάμε ότι η πολιτική μας ταυτότητα δεν κατοικεί μέσα στη φρασεολογία και το ύφος που χρησιμοποιούμε για τις διακηρύξεις μας αλλά μέσα στις συνειδήσεις των ανθρώπων που καταφέρνουμε να κερδίσουμε πραγματικά.
Του Αγγελου Τσέκερη (Δημοσιογράφος της Αυγής)
http://papaioannou.wordpress.com/
http://papaioannou.wordpress.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου