Αυτό το καλοκαίρι, ο Jordan Elpern-Waxman είχε μια έμπνευση.
Εγκατέλειψε την εργασία του, προκειμένου να ξεκινήσει μια επιχείρηση με
μπύρες και, όπως κάνουν οι περισσότεροι νέοι επιχειρηματίες, θα πλήρωνε
μόνος του το όλο εγχείρημα. «Είχα ξοδέψει όλες τις οικονομίες μου και
έβαλα τα πάντα στην πιστωτική μου. Ξύπνησα ένα πρωί, κοίταξα τον
ισολογισμό και είπα ‘γαμώτο, πώς θα ξεπληρώσω αυτό το πράγμα;» είπε ο
Elpern – Waxman. Έτσι, έκανε κάτι ασυνήθιστο: πούλησε μια μετοχή από το
μέλλον του.
Επισκέφθηκε ένα νέο site που ονομάζεται Upstart (νεόπλουτος). Ιδρύθηκε πέρυσι από πρώην υπαλλήλους της Google και είναι μια crowdfunding αγορά, όπου οι άνθρωποι που ψάχνουν πως να ξεκινήσουν μια επιχείρηση ή να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους μπορεί να συγκεντρώσουν μετρητά από τους επενδυτές. Σε αντάλλαγμα, θα πληρώσουν κάποια από αυτά που θα κερδίσουν τα επόμενα πέντε ή δέκα χρόνια – το ποσοστό που θα πρέπει να καταβάλεις καθορίζεται από το ποσό που θες να συγκεντρώσεις και από την αλγοριθμική εκτίμηση του Upstart για τις δυνατότητες των κερδών σου. Για τριάντα χιλιάδες δολάρια σήμερα, ίσως να καταλήξεις να πληρώσεις, ας πούμε, δύο τοις εκατό του εισοδήματός σου για τα επόμενα πέντε χρόνια.
Οι οικονομολόγοι αποκαλούν αυτό το είδος συμφωνίας μια σύμβαση ανθρώπινου κεφαλαίου. Τέτοιες συμβάσεις μοιάζουν σαν μία φιλελεύθερη φαντασίωση – που διαδόθηκαν από τον Μίλτον Φρίντμαν- αλλά μάλλον θα γίνουν πιο συχνές. Άλλες εταιρείες, όπως η Lumni και η Pave, κάνουν παρόμοια πράγματα και υπάρχει ζήτηση καθώς η μεγαλύτερη πρόκληση που οι νέοι Αμερικανοί αντιμετωπίζουν αυτές τις μέρες είναι το χρέος. Το χρέος των φοιτητικών δανείων είναι 1,2 τρις δολάρια, χάρη στην αύξηση του κόστους των κολλεγίων και της μείωσης της κρατικής στήριξης για την εκπαίδευση. Ο μέσος απόφοιτος κολεγίου το 2012 χρώσταγε είκοσι επτά χιλιάδες δολάρια σε φοιτητικά δάνεια και όσοι πηγαίνουν σε μεταπτυχιακό ή σε επαγγελματικές σχολές συνήθως χρωστάνε πολύ περισσότερα. Ο μέσος εικοσάρης οφείλει σαράντα πέντε χιλιάδες δολάρια. Το να αποκτήσεις χρήματα για να ξεκινήσει μια επιχείρηση, εν τω μεταξύ, φαίνεται πιο δύσκολο από ποτέ. Μια μελέτη του Kauffman Foundation διαπίστωσε ότι σχεδόν εξήντα τοις εκατό των μικρών επιχειρήσεων βασίζονται σε πιστωτικές κάρτες για να χρηματοδοτήσουν τις δραστηριότητές τους.
Για τους νέους, ο δανεισμός βάσει του μέλλοντος μπορεί να έχει νόημα, διότι το εισόδημα αυξάνεται συνήθως με την ηλικία. Το πρόβλημα είναι ότι οι περισσότεροι νέοι Αμερικανοί έχουν καθορισμένη καταβολή χρεών. Πληρώνουν το ίδιο ποσό κάθε μήνα, ανεξάρτητα από το πόσο καλά τα καταφέρνουν. Αυτό πιέζει τους ανθρώπους να κάνουν ό,τι δουλειά είναι διαθέσιμη και τους αποθαρρύνει από το να επενδύουν περισσότερο στην εκπαίδευση, ενώ, όπως μια πρόσφατη μελέτη του Γραφείου για την Προστασία του Καταναλωτή αναφέρει, μπορεί να αποτρέψει την ανάληψη ρίσκων και την καινοτομία. «Είδα ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο, όπου υπήρχαν άνθρωποι που μόλις τελείωσαν το σχολείο, οι οποίοι είχαν κάτι ενδιαφέρον και συναρπαστικό που θα ήθελαν να κάνουν, αλλά οι οποίοι ήταν έτοιμοι να αποδεχθούν τη δουλειά στο Raytheon, ή οτιδήποτε άλλο», λέει ο Dave Girouard, ένας από τους ιδρυτές του Upstart. «Δεν ήταν ενθουσιασμένοι για τη νέα δουλειά, αλλά ρεαλιστικά ήταν αυτό που έπρεπε να κάνουν».
Οι συμβάσεις ανθρώπινου κεφαλαίου παρέχουν μεγαλύτερη ευελιξία. Εάν έχεις μια καλή χρονιά, θα πληρώσεις περισσότερα. Αν παιδεύεσαι ή πηγαίνεις σχολείο, θα πληρώνεις λιγότερα. Κατά τα έτη που θα κερδίζεις λιγότερα από ένα προσυμφωνημένο ποσό δεν θα πληρώνεις και το έτος προστίθεται στο τέλος της σύμβασης. Αυτό δεν είναι κατ ‘ανάγκη φθηνότερο από τους παραδοσιακούς τρόπους εξεύρεσης χρημάτων, αλλά είναι λιγότερο πιθανό να κολλήσεις με μια πληρωμή που δεν μπορείς να αντέξεις οικονομικά. (Στο Upstart, το μέγιστο ποσό που θα καταβάλει ο επενδυτής είναι επτά τοις εκατό του εισοδήματός σας και ο μέσος όρος είναι τρία ή τέσσερα τοις εκατό). Αυτό κάνει ευκολότερη την ανάληψη του ρίσκου για μια νέα επιχείρηση.
Το Upstart εξακολουθεί να είναι ένα πείραμα. Λιγότερα από εκατό άτομα έχουν ολοκληρώσει τη χρηματοδότηση μέχρι σήμερα. Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι η ιδέα είναι εγγενώς λανθασμένη – ότι οι οφειλέτες θα κρύψoυν το εισόδημά τους ή απλά θα πάρουν τα χρήματα και θα τεμπελιάζουν. Και για κάποιους η ιδέα μοιάζει με μια μισθωμένη υπηρεσία. Όπως το θέτει ο Girouard, «υπάρχει η ενστικτώδης αντίδραση που λέει, ‘αμάν, δεν ξέρω γι ‘αυτό’. Είναι μια κατανοητή αντίδραση, αλλά η αναλογία είναι εσφαλμένη: ένα μερίδιο των κερδών σας δεν είναι ένα μέρος του εαυτού σας. Και θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι νέοι άνθρωποι είναι ήδη δεσμευμένοι: με τα φοιτητικά δάνεια και τις εταιρείες πιστωτικών καρτών. Υπάρχουν επίσης προηγούμενα: η αρχική καριέρα του Μοχάμεντ Άλι στην πυγμαχία χρηματοδοτήθηκε από μια κοινοπραξία υποστηρικτών του που πλήρωσαν την εκπαίδευσή του σε αντάλλαγμα ενός μεριδίου από τα κέρδη του. Οι παίκτες των τουρνουά πόκερ συχνά δεσμεύονται από τους επενδυτές. Η δημιουργική εργασία συχνά χρηματοδοτείται με παρόμοιο τρόπο. Οι εκδότες δίνουν εκ των προτέρων ποσά στους συγγραφείς και λαμβάνουν τη συντριπτική πλειοψηφία των κερδών έως ότου η προκαταβολή αποσβεστεί.
Πράγματι, στην ουσία, μια σύμβαση ανθρωπίνου κεφαλαίου είναι αυτό που λέμε δάνειο εξαρτώμενο από το εισόδημα: το πόσο θα εξοφλήσεις εξαρτάται από το πόσα κερδίζεις. Και τα φοιτητικά δάνεια που εξαρτώνται από το εισόδημα είναι συνηθισμένα. Το σύστημα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της Αυστραλίας χρηματοδοτείται από ειδικό φόρο για τους πτυχιούχους, συνδεδεμένο με το πόσα κερδίζουν. Η Βρετανία χρησιμοποιεί ένα πρόγραμμα αποπληρωμής με βάση το εισόδημα. Και, από το 2009, ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό των ομοσπονδιακών φοιτητικών δανείων στις ΗΠΑ έγινε με βάση το εισόδημα, αν και αυστηροί κανόνες επιλεξιμότητας και η γενικότερη σύγχυση σημαίνον ότι οι περισσότεροι δανειολήπτες φοιτητές είναι ακόμα κολλημένοι σε σχέδια πάγιων πληρωμών.
Το Upstart μπορεί να επιτύχει ή να αποτύχει, αλλά η αρχή πίσω από αυτό είναι απίθανο να εξαφανιστεί. Αυτό δεν είναι απολύτως μια καλοήθης ανάπτυξη. Τα σχέδια με βάση το εισόδημα καθιστούν ευκολότερο για τους φοιτητές να αποπληρώσουν τα δάνειά τους , αλλά επίσης ενισχύουν την ιδέα ότι η χρηματοδότηση της εκπαίδευσης είναι ευθύνη του ατόμου και όχι του κράτους.
Παρόλα αυτά, με τους όρους τους, είναι ένα βήμα προς τα εμπρός. Ο παλιός τρόπος δανεισμού βασιζόταν σε έναν κόσμο στον οποίο η αγορά εργασίας ήταν σταθερή και ο καθένας είχε ένα σταθερό εισόδημα. Αυτός ο κόσμος της εργασίας αλλάζει. Πρέπει να αλλάξει και ο τρόπος με τον οποίο την χρηματοδοτούμε.
http://www.newyorker.com/talk/financial/2013/11/04/131104ta_talk_surowiecki
Από : http://www.antinews.gr/
Επισκέφθηκε ένα νέο site που ονομάζεται Upstart (νεόπλουτος). Ιδρύθηκε πέρυσι από πρώην υπαλλήλους της Google και είναι μια crowdfunding αγορά, όπου οι άνθρωποι που ψάχνουν πως να ξεκινήσουν μια επιχείρηση ή να συνεχίσουν την εκπαίδευσή τους μπορεί να συγκεντρώσουν μετρητά από τους επενδυτές. Σε αντάλλαγμα, θα πληρώσουν κάποια από αυτά που θα κερδίσουν τα επόμενα πέντε ή δέκα χρόνια – το ποσοστό που θα πρέπει να καταβάλεις καθορίζεται από το ποσό που θες να συγκεντρώσεις και από την αλγοριθμική εκτίμηση του Upstart για τις δυνατότητες των κερδών σου. Για τριάντα χιλιάδες δολάρια σήμερα, ίσως να καταλήξεις να πληρώσεις, ας πούμε, δύο τοις εκατό του εισοδήματός σου για τα επόμενα πέντε χρόνια.
Οι οικονομολόγοι αποκαλούν αυτό το είδος συμφωνίας μια σύμβαση ανθρώπινου κεφαλαίου. Τέτοιες συμβάσεις μοιάζουν σαν μία φιλελεύθερη φαντασίωση – που διαδόθηκαν από τον Μίλτον Φρίντμαν- αλλά μάλλον θα γίνουν πιο συχνές. Άλλες εταιρείες, όπως η Lumni και η Pave, κάνουν παρόμοια πράγματα και υπάρχει ζήτηση καθώς η μεγαλύτερη πρόκληση που οι νέοι Αμερικανοί αντιμετωπίζουν αυτές τις μέρες είναι το χρέος. Το χρέος των φοιτητικών δανείων είναι 1,2 τρις δολάρια, χάρη στην αύξηση του κόστους των κολλεγίων και της μείωσης της κρατικής στήριξης για την εκπαίδευση. Ο μέσος απόφοιτος κολεγίου το 2012 χρώσταγε είκοσι επτά χιλιάδες δολάρια σε φοιτητικά δάνεια και όσοι πηγαίνουν σε μεταπτυχιακό ή σε επαγγελματικές σχολές συνήθως χρωστάνε πολύ περισσότερα. Ο μέσος εικοσάρης οφείλει σαράντα πέντε χιλιάδες δολάρια. Το να αποκτήσεις χρήματα για να ξεκινήσει μια επιχείρηση, εν τω μεταξύ, φαίνεται πιο δύσκολο από ποτέ. Μια μελέτη του Kauffman Foundation διαπίστωσε ότι σχεδόν εξήντα τοις εκατό των μικρών επιχειρήσεων βασίζονται σε πιστωτικές κάρτες για να χρηματοδοτήσουν τις δραστηριότητές τους.
Για τους νέους, ο δανεισμός βάσει του μέλλοντος μπορεί να έχει νόημα, διότι το εισόδημα αυξάνεται συνήθως με την ηλικία. Το πρόβλημα είναι ότι οι περισσότεροι νέοι Αμερικανοί έχουν καθορισμένη καταβολή χρεών. Πληρώνουν το ίδιο ποσό κάθε μήνα, ανεξάρτητα από το πόσο καλά τα καταφέρνουν. Αυτό πιέζει τους ανθρώπους να κάνουν ό,τι δουλειά είναι διαθέσιμη και τους αποθαρρύνει από το να επενδύουν περισσότερο στην εκπαίδευση, ενώ, όπως μια πρόσφατη μελέτη του Γραφείου για την Προστασία του Καταναλωτή αναφέρει, μπορεί να αποτρέψει την ανάληψη ρίσκων και την καινοτομία. «Είδα ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο, όπου υπήρχαν άνθρωποι που μόλις τελείωσαν το σχολείο, οι οποίοι είχαν κάτι ενδιαφέρον και συναρπαστικό που θα ήθελαν να κάνουν, αλλά οι οποίοι ήταν έτοιμοι να αποδεχθούν τη δουλειά στο Raytheon, ή οτιδήποτε άλλο», λέει ο Dave Girouard, ένας από τους ιδρυτές του Upstart. «Δεν ήταν ενθουσιασμένοι για τη νέα δουλειά, αλλά ρεαλιστικά ήταν αυτό που έπρεπε να κάνουν».
Οι συμβάσεις ανθρώπινου κεφαλαίου παρέχουν μεγαλύτερη ευελιξία. Εάν έχεις μια καλή χρονιά, θα πληρώσεις περισσότερα. Αν παιδεύεσαι ή πηγαίνεις σχολείο, θα πληρώνεις λιγότερα. Κατά τα έτη που θα κερδίζεις λιγότερα από ένα προσυμφωνημένο ποσό δεν θα πληρώνεις και το έτος προστίθεται στο τέλος της σύμβασης. Αυτό δεν είναι κατ ‘ανάγκη φθηνότερο από τους παραδοσιακούς τρόπους εξεύρεσης χρημάτων, αλλά είναι λιγότερο πιθανό να κολλήσεις με μια πληρωμή που δεν μπορείς να αντέξεις οικονομικά. (Στο Upstart, το μέγιστο ποσό που θα καταβάλει ο επενδυτής είναι επτά τοις εκατό του εισοδήματός σας και ο μέσος όρος είναι τρία ή τέσσερα τοις εκατό). Αυτό κάνει ευκολότερη την ανάληψη του ρίσκου για μια νέα επιχείρηση.
Το Upstart εξακολουθεί να είναι ένα πείραμα. Λιγότερα από εκατό άτομα έχουν ολοκληρώσει τη χρηματοδότηση μέχρι σήμερα. Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι η ιδέα είναι εγγενώς λανθασμένη – ότι οι οφειλέτες θα κρύψoυν το εισόδημά τους ή απλά θα πάρουν τα χρήματα και θα τεμπελιάζουν. Και για κάποιους η ιδέα μοιάζει με μια μισθωμένη υπηρεσία. Όπως το θέτει ο Girouard, «υπάρχει η ενστικτώδης αντίδραση που λέει, ‘αμάν, δεν ξέρω γι ‘αυτό’. Είναι μια κατανοητή αντίδραση, αλλά η αναλογία είναι εσφαλμένη: ένα μερίδιο των κερδών σας δεν είναι ένα μέρος του εαυτού σας. Και θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι νέοι άνθρωποι είναι ήδη δεσμευμένοι: με τα φοιτητικά δάνεια και τις εταιρείες πιστωτικών καρτών. Υπάρχουν επίσης προηγούμενα: η αρχική καριέρα του Μοχάμεντ Άλι στην πυγμαχία χρηματοδοτήθηκε από μια κοινοπραξία υποστηρικτών του που πλήρωσαν την εκπαίδευσή του σε αντάλλαγμα ενός μεριδίου από τα κέρδη του. Οι παίκτες των τουρνουά πόκερ συχνά δεσμεύονται από τους επενδυτές. Η δημιουργική εργασία συχνά χρηματοδοτείται με παρόμοιο τρόπο. Οι εκδότες δίνουν εκ των προτέρων ποσά στους συγγραφείς και λαμβάνουν τη συντριπτική πλειοψηφία των κερδών έως ότου η προκαταβολή αποσβεστεί.
Πράγματι, στην ουσία, μια σύμβαση ανθρωπίνου κεφαλαίου είναι αυτό που λέμε δάνειο εξαρτώμενο από το εισόδημα: το πόσο θα εξοφλήσεις εξαρτάται από το πόσα κερδίζεις. Και τα φοιτητικά δάνεια που εξαρτώνται από το εισόδημα είναι συνηθισμένα. Το σύστημα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της Αυστραλίας χρηματοδοτείται από ειδικό φόρο για τους πτυχιούχους, συνδεδεμένο με το πόσα κερδίζουν. Η Βρετανία χρησιμοποιεί ένα πρόγραμμα αποπληρωμής με βάση το εισόδημα. Και, από το 2009, ένα αρκετά μεγάλο ποσοστό των ομοσπονδιακών φοιτητικών δανείων στις ΗΠΑ έγινε με βάση το εισόδημα, αν και αυστηροί κανόνες επιλεξιμότητας και η γενικότερη σύγχυση σημαίνον ότι οι περισσότεροι δανειολήπτες φοιτητές είναι ακόμα κολλημένοι σε σχέδια πάγιων πληρωμών.
Το Upstart μπορεί να επιτύχει ή να αποτύχει, αλλά η αρχή πίσω από αυτό είναι απίθανο να εξαφανιστεί. Αυτό δεν είναι απολύτως μια καλοήθης ανάπτυξη. Τα σχέδια με βάση το εισόδημα καθιστούν ευκολότερο για τους φοιτητές να αποπληρώσουν τα δάνειά τους , αλλά επίσης ενισχύουν την ιδέα ότι η χρηματοδότηση της εκπαίδευσης είναι ευθύνη του ατόμου και όχι του κράτους.
Παρόλα αυτά, με τους όρους τους, είναι ένα βήμα προς τα εμπρός. Ο παλιός τρόπος δανεισμού βασιζόταν σε έναν κόσμο στον οποίο η αγορά εργασίας ήταν σταθερή και ο καθένας είχε ένα σταθερό εισόδημα. Αυτός ο κόσμος της εργασίας αλλάζει. Πρέπει να αλλάξει και ο τρόπος με τον οποίο την χρηματοδοτούμε.
http://www.newyorker.com/talk/financial/2013/11/04/131104ta_talk_surowiecki
Από : http://www.antinews.gr/
Το νεοφιλελεύθερο "επιχειρείν" της υποθήκευσης μιας ολόκληρης ζωής. Ο φαταουλισμός σε όλο του το μεγαλείο. Δεν ήθελαν να μπορούν ούτε οι γονείς να βοηθούν τα παιδιά τους στις σπουδές, ούτε και αυτά ως αυριανοί επιστήμονες να σηκώνουν κεφάλι όντας χρεωμένοι από τα δάνεια. Εκτός αν επιλέγονται ελέω κληρονομικότητας και γραμμής αίματος να εισχωρήσουν στα ενδότερα της πολυδαίδαλης διαπλοκής (!!!) Μπορεί να φανταστεί κάποιος πως μπορεί να είναι το μέλλον με αγράμματους ανθρώπους και με υποτιθέμενα σπουδαγμένους αυτούς που θα στηρίζουν αποκλειστικά το σύστημα ; Ένα σύστημα που συνεχώς χρειάζεται όλο και λιγότερο ανθρώπινο δυναμικό. Ούτε θέλω να το σκέφτομαι, ούτε για μένα αλλά ούτε και για τα παιδιά όλων των ανθρώπων.
ΑπάντησηΔιαγραφή